H συνεργασία των γονέων, των εκπαιδευτικών και των ειδικών ψυχικής υγείας είναι καθοριστική τόσο για τη διαχείριση του άγχους όσο και για τη γενικότερη ψυχική και συναισθηματική ενδυνάμωση των παιδιών. Ειδικότερα,
- Η συνεργασία των εκπαιδευτικών με επαγγελματίες ψυχικής υγείας βοηθά τα σχολεία να υιοθετήσουν μια διεπιστημονική προσέγγιση, προσφέροντας ολιστική υποστήριξη στους μαθητές. Η εκπαίδευση δεν αφορά μόνο τις σχολικές και τις ακαδημαϊκές επιδόσεις, αλλά την πολύπλευρη ανάπτυξη και εξέλιξη ενός παιδιού. Αυτό περιλαμβάνει την ανάπτυξη συναισθηματικής νοημοσύνης, ψυχικής ανθεκτικότητας και διάφορων άλλων δεξιοτήτων διαχείρισης διαφόρων καταστάσεων. Όταν τόσο το σχολείο όσο και οι γονείς δίνουν σημασία στην ψυχική υγεία, συμβάλλουν στη συνολική ευημερία ενός μαθητή, βοηθώντας τον να αποκτήσει αυτοεκτίμηση και διαπροσωπικές δεξιότητες, στοιχεία που θα του είναι σημαντικά όχι μόνο για τα σχολικά χρόνια αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής.
- Παράλληλα, ενισχύεται το κομμάτι της έγκαιρης παρέμβασης και της πρόληψης. Μέσω της συνεργασίας, δίνεται η δυνατότητα να αναγνωρίζονται ενδεχόμενες δυσκολίες ή ζητήματα ψυχικής υγείας και να αντιμετωπίζονται εγκαίρως.
- Μέσα από προγράμματα ενίσχυσης κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων, ομάδες υποστήριξης συνομηλίκων, ομάδες ψυχοεκπαίδευσης, ή ομάδες συμβουλευτικής γονέων μπορούν επίσης να βοηθήσουν σημαντικά στην ψυχική ενδυνάμωση των παιδιών και της οικογένειας.
- Η ψυχική υγεία και οι ακαδημαϊκές επιδόσεις είναι πολύ στενά συνδεμένες. Η συναισθηματική κατάσταση ενός μαθητή επηρεάζει άμεσα την ικανότητά του να ανταπεξέρχεται στις σχολικές απαιτήσεις. Όταν ένα παιδί αντιμετωπίζει θέματα ψυχικής υγείας, όπως άγχος ή κατάθλιψη, είναι αναμενόμενο η ακαδημαϊκή του απόδοση να μην είναι καλή, ενώ παράλληλα μπορεί να δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί στο μάθημα ή να απουσιάζει τακτικά. Όταν υπάρχει συνεργασία, οι γονείς μπορούν να έχουν άμεσα επίγνωση της κατάστασης του παιδιού στο σχολείο και να το υποστηρίξουν κατάλληλα, είτε μέσω αναζήτησης βοήθειας από έναν επαγγελματία είτε μέσω συζήτησης και δημιουργίας ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος.
Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς προκειμένου να ενισχύσουν τη συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς και τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας;
- Διατήρηση ανοιχτής γραμμής επικοινωνίας μεταξύ γονέων και τους εκπαιδευτικών ώστε να υπάρχει ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την πρόοδο του παιδιού, τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο
- Ενεργή συμμετοχή, με τακτική εμπλοκή σε συλλόγους γονέων, ενημερώσεις από εκπαιδευτικούς και συμβούλους σχετικά με την πρόοδο και τη γενική εικόνα του παιδιού στο σχολείο.
- Δημιουργία ασφαλούς περιβάλλοντος στο σπίτι, όπου τα παιδιά μπορούν να μοιραστούν και να συζητήσουν τις εμπειρίες τους και τις ανησυχίες τους σχετικά με το σχολείο.
- Ενημερωνόμαστε σχετικά με τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας που παρέχει το σχολείο, όπως επίσης και με ποιον θα μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε αν χρειαζόμαστε περαιτέρω υποστήριξη ή αν παρατηρήσουμε κάτι ανησυχητικό.
- Αναζητούμε τη βοήθεια ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας όταν χρειάζεται. Εάν παρατηρούμε επίμονες αλλαγές στη συμπεριφορά, τη διάθεση ή την ακαδημαϊκή επίδοση του παιδιού, δε διστάζουμε να ζητήσουμε επαγγελματική βοήθεια. Σχολικοί σύμβουλοι, ψυχολόγοι και θεραπευτές μπορούν να παρέχουν σημαντική υποστήριξη και καθοδήγηση.
Όπως οι ενήλικες, έτσι και τα παιδιά είναι φυσιολογικό να βιώνουν άγχος ορισμένες φορές, όπως επίσης φόβο ή έντονη ανησυχία, ανάλογα και με την ηλικία. Το κυριότερο χαρακτηριστικό των παιδιών με άγχος και γενικότερα με προβλήματα διάθεσης, είναι ότι εσωτερικεύουν τα προβλήματά τους, τα στρέφουν δηλαδή προς τον εαυτό τους. Ωστόσο, ένας τρόπος να μάθουν τα παιδιά να ηρεμούν σε στιγμές άγχους και να το διαχειρίζονται πιο αποτελεσματικά, είναι εστιάζοντας στο τι συμβαίνει εκείνη τη στιγμή στο σώμα τους, στην αναπνοή τους και στο περιβάλλον τους. Όταν το παιδί μας είναι ήρεμο μπορούμε να ξεκινήσουμε μία συζήτηση αρχικά μαζί του σχετικά με το τι μπορεί να κάνει προκειμένου να μάθει να διαχειρίζεται το άγχος του και την ανησυχία του όταν συμβαίνει. Ειδικότερα:
- Εξασκούμαστε μαζί με το παιδί σε τεχνικές αναπνοών, οπότε να μπορεί να χρησιμοποιήσει την τεχνική αυτή (πριν το κυριεύσει το άγχος). Μπορούμε να εξηγήσουμε στο παιδί την τεχνική της διαφραγματικής αναπνοής, χρησιμοποιώντας την παρακάτω άσκηση.
- Φαντάσου ότι έχεις μπροστά σου μια τούρτα με 10 κεριά.
- Προσπάθησε να σβήσεις τα κεριά αργά – αργά.
- Φαντάσου ότι σβήνεις τα κεριά ένα – ένα, για να σιγουρευτείς ότι θα σβήσουν καλά.
- Προτού σβήσεις ένα κερί, πάρε πρώτα μια βαθιά αναπνοή.
- Φύσηξε όσο πιο δυνατά μπορείς τον αέρα προς τα έξω.
- Κάνε το ίδιο και για τα 10 κεριά.
- Όταν σβήσουν όλα, χαλάρωσε.
- Μαθαίνουμε στο παιδί την προοδευτική μυϊκή χαλάρωση, με απλά παραδείγματα, όπως:
- Σκέψου ότι έχεις από ένα λεμόνι σε κάθε χέρι.
- Πιέζεις τα λεμόνια όσο πιο πολύ μπορείς για να βγάλουν όλο το χυμό.
- Έπειτα πετάς τα λεμόνια στο πάτωμα και χαλαρώνεις τα χέρια σου.
- Στη συνέχεια επαναλαμβάνεις μέχρι να έχεις ένα ποτήρι χυμό λεμόνι.
- Στο τέλος τινάζεις τα χέρια σου για να χαλαρώσεις.
- Ενθαρρύνουμε το παιδί να αντικαθιστά τις αρνητικές σκέψεις με θετικές, που εστιάζουν στο τι μπορεί να κάνει αντί για το τι δεν μπορεί.
- Δείχνουμε στο παιδί τρόπους για να κρατά απασχολημένο το μυαλό του όταν νιώθει άγχος. Αυτό μπορεί να γίνει με απλές και διασκεδαστικές δραστηριότητες, όπως:
- Να μετρήσει ανάποδα από το 125 μέχρι το 5.
- Να πει τα ονόματα της οικογένειάς του ανάποδα.
- Να λύσει ένα σταυρόλεξο.
- Να ονομάσει τους παίχτες της αγαπημένης σου ομάδας.
- Να πει τις πρωτεύουσες και τις χώρες που γνωρίζεις.
- Να ξαναγράψει το αγαπημένο σου παραμύθι, με πρωταγωνιστές όμως τα αγαπημένα του πρόσωπα.
- Να κοιτάξει ένα βιβλίο και να μετρήσει πόσες φορές μπορεί να βρεις μια λέξη (π.χ. τη λέξη «δέντρο»)
- Να μετρήσει πόσους ανθρώπους συναντά στο δρόμο για το σχολείο.
- Προτείνουμε στο παιδί να σκεφτεί ένα ασφαλές μέρος, όπως το δωμάτιό του ή ένα αγαπημένο του σημείο στη φύση, και να το χρησιμοποιήσει ως “καταφύγιο” σκέψης σε στιγμές έντονου άγχους.
- Αναγνωρίζουμε και επιβραβεύουμε μία συμπεριφορά αναγνώρισης και διαχείρισης του άγχους από το παιδί. Ο στόχος είναι το παιδί να μαθαίνει να αντιμετωπίζει το άγχος του και όχι να το αποφεύγει.
Τα βιβλία, τα σεμινάρια και η αναζήτηση βοήθειας από επαγγελματίες ψυχικής υγείας μπορούν να υποστηρίξουν σημαντικά τόσο τους γονείς όσο και τους εκπαιδευτικούς στη συναισθηματική ενδυνάμωση των παιδιών. Αντίστοιχοι πρακτικοί τρόποι είναι η ανάγνωση σχετικών άρθρων στο διαδίκτυο από έγκυρες πηγές, και η παρακολούθηση podcast, vidcast, video κλπ από αξιόπιστους επιστημονικούς φορείς. Με τη βοήθεια αυτών των μέσων, γονείς και εκπαιδευτικοί μπορούν να ενημερωθούν για θέματα ψυχικής υγείας, να μάθουν περισσότερα για τη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών και να ανακαλύψουν τρόπους να τα υποστηρίζου. Παράλληλα, μέσα από αυτές τις πρακτικές έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν τεχνικές και δεξιότητες διαχείρισης, καθώς και να βελτιώσουν την επικοινωνία τους με τα παιδιά. Ειδικότερα, μέσω των σεμιναρίων και των βιωματικών εργαστηρίων, γονείς και εκπαιδευτικοί έχουν τη δυνατότητα να μοιράζονται τυχόν δυσκολίες και ανησυχίες σε ένα ασφαλές περιβάλλον και να έχουν πρόσβαση σε έναν υποστηρικτικό χώρο, όπου μπορούν να φέρουν τις εμπειρίες τους, να αναζητήσουν καθοδήγηση από επαγγελματίες ψυχικής υγείας αλλά και από άλλους γονείς και εκπαιδευτικούς που μπορεί να αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις. Τέλος, με τη βοήθεια των πρακτικών μέσων, γονείς και εκπαιδευτικοί αποκτούν πρόσβαση σε πηγές για περαιτέρω μελέτη, αλλά και με δραστηριότητες που μπορούν να κάνουν στην τάξη ή με τα παιδιά τους. Εδώ μπορείτε να βρείτε σχετικές δραστηριότητες και ιδέες για διάφορα θέματα σχετικά με την ψυχική και συναισθηματική ενδυνάμωση των παιδιών.
Η διαχείριση του άγχους είναι κάτι που τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να μάθουν, αρκεί να νιώθουν ότι έχουν δίπλα τους ανθρώπους που τους καταλαβαίνουν και τους στηρίζουν. Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και το ευρύτερο περιβάλλον, παίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Μερικοί τρόποι που μπορούν να βοηθήσουν είναι:
- Συζητάμε με το παιδί μας για το άγχος του, χωρίς να το πιέζουμε ή να το κρίνουμε. Δεν είναι πάντα απαραίτητο να του δώσουμε άμεσες συμβουλές, μερικές φορές, το πιο σημαντικό είναι απλώς να το ακούσουμε προσεκτικά, δείχνοντας κατανόηση και αποδοχή
- Αφιερώνουμε ποιοτικό χρόνο σε καθημερινές δραστηριότητες με τα παιδιά, ανάλογες με την ηλικία τους, π.χ. συζήτηση, παιχνίδι, ζωγραφική κ.λπ., ή δίνουμε έστω τη δυνατότητα να είναι δίπλα μας όταν το έχουν ανάγκη, ακόμα κι αν εμείς κάνουμε κάτι άλλο.
- Γελάμε μέσα στη οικογένεια: Τα αστεία, τα ανέκδοτα, μία ευχάριστη ταινία στην τηλεόραση ή στον κινηματογράφο, τα κόμικς, τα ευχάριστα ομαδικά παιχνίδια αποτελούν έξυπνα και ευχάριστα διαλείμματα από το καθημερινό στρες.
- Δείχνουμε στοργή μέσα από φυσική επαφή. Αγκαλιάζουμε τα παιδιά μας συχνά, προκειμένου να τα καθησυχάσουμε και να τα ηρεμήσουμε.
- Προτείνουμε στα παιδιά δραστηριότητες που τα χαλαρώνουν και τα βοηθούν να εκτονωθούν, είτε πρόκειται για κάποιο χόμπι είτε για κάποια μορφή σωματικής άσκησης.
- Τα βοηθούμε να αναπτύξουν και να διατηρήσουν φιλίες. Οι φιλίες και οι κοινωνικές σχέσεις παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη συναισθηματική ισορροπία. Τα παιδιά που αισθάνονται ότι έχουν φίλους στους οποίους μπορούν να βασιστούν είναι λιγότερο αγχώδη και πιο ανθεκτικά στις δυσκολίες.
- Υποστηρίζουμε στενές σχέσεις και με άλλα άτομα (συγγενείς, φίλους κ.ά.), ώστε τα παιδιά να έχουν κάποιον τρίτο για να συζητήσουν μαζί του τα θέματα που τα απασχολούν.
- Ως γονείς, πρέπει να θυμόμαστε ότι τα παιδιά μαθαίνουν να διαχειρίζονται το άγχος τους παρατηρώντας εμάς. Αν αντιδρούμε με ψυχραιμία και βρίσκουμε λειτουργικούς τρόπους να αντιμετωπίζουμε το δικό μας στρες, τους δίνουμε ένα θετικό παράδειγμα. Αντίθετα, αν δείχνουμε συνεχώς αγχωμένοι ή αντιδρούμε υπερβολικά στις δυσκολίες, είναι πιθανό να αναπαράγουν τις ίδιες αντιδράσεις.
- Μειώνουμε τις συγκρούσεις με τον/την σύντροφό μας, τουλάχιστον μπροστά στο παιδί ή στα παιδιά. Η σχέση των γονιών επηρεάζει κατά πολύ τη συναισθηματική ισορροπία των παιδιών.
Το άγχος δεν επηρεάζει μόνο το πώς σκέφτεται ή νιώθει ένα παιδί, αλλά συχνά οδηγεί και σε συμπεριφορές που μπορεί να φαίνονται ανεξήγητες ή ανησυχητικές για τους γονείς. Πολλά παιδιά και έφηβοι, όταν δεν μπορούν να διαχειριστούν την εσωτερική ένταση που βιώνουν, βρίσκουν τρόπους να «ξεφύγουν» από το άγχος τους. Κάποιες φορές, αυτοί οι τρόποι είναι υγιείς – όπως η σωματική άσκηση ή η δημιουργική απασχόληση. Άλλες φορές, όμως, μπορεί να καταφύγουν σε συμπεριφορές που ενισχύουν το πρόβλημα, όπως η κοινωνική απομόνωση, η υπερβολική χρήση της τεχνολογίας ή ακόμα και ο εθισμός σε συγκεκριμένες δραστηριότητες.
Η κοινωνική απομόνωση είναι μια από τις πιο συχνές συνέπειες του χρόνιου άγχους. Ένα παιδί που νιώθει έντονη ανησυχία μπορεί να αρχίσει να αποφεύγει τις κοινωνικές συναναστροφές, να μην θέλει να πάει σε εκδηλώσεις ή ακόμα και να εγκαταλείψει δραστηριότητες που κάποτε απολάμβανε. Συχνά, η αποφυγή αυτή δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο: το παιδί δεν εκτίθεται σε καταστάσεις που θα μπορούσαν να το βοηθήσουν να εξοικειωθεί με τις ανησυχίες του, με αποτέλεσμα το άγχος του να μεγαλώνει αντί να μειώνεται.
Ένα άλλο συχνό φαινόμενο είναι η υπερβολική ενασχόληση με την τεχνολογία και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πολλά παιδιά και έφηβοι προσπαθούν να ξεφύγουν από το άγχος τους περνώντας ώρες μπροστά σε μια οθόνη – είτε στα βιντεοπαιχνίδια, είτε στα social media, είτε παρακολουθώντας ασταμάτητα βίντεο. Αυτό τους δίνει μια προσωρινή αίσθηση ανακούφισης, όμως στην πραγματικότητα εντείνει το πρόβλημα. Η υπερβολική χρήση της τεχνολογίας έχει συνδεθεί με αυξημένο στρες, μειωμένη ποιότητα ύπνου και επιδείνωση της κοινωνικής ζωής. Όσο περισσότερο ένα παιδί «ξεφεύγει» μέσα από την οθόνη, τόσο πιο δύσκολο του γίνεται να αντιμετωπίσει τις πραγματικές του ανησυχίες.
Το άγχος επηρεάζει επίσης τη διάθεση και τη συναισθηματική ρύθμιση. Τα παιδιά και οι έφηβοι που βιώνουν έντονο άγχος μπορεί να γίνουν πιο ευερέθιστα, να έχουν απότομες αλλαγές στη διάθεση, να ξεσπούν με θυμό ή να παρουσιάσουν σημάδια κατάθλιψης. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, το άγχος μπορεί να προκαλέσει γενική συναισθηματική δυσφορία – ένα διαρκές αίσθημα ανησυχίας, εξάντλησης ή ακόμα και αβοηθησίας.
Ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό στοιχείο είναι η σχέση του άγχους με τον αυτοτραυματισμό. Ορισμένοι έφηβοι, μη μπορώντας να διαχειριστούν την ένταση που νιώθουν, καταφεύγουν σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, όπως το να χαράζουν το δέρμα τους ή να προκαλούν πόνο στον εαυτό τους. Για αυτούς, ο αυτοτραυματισμός λειτουργεί σαν ένας προσωρινός τρόπος εκτόνωσης, όμως είναι ένα σημάδι ότι το άγχος τους έχει φτάσει σε σημείο που χρειάζεται άμεση υποστήριξη. Αν οι γονείς παρατηρήσουν σημάδια αυτοτραυματισμού, είναι σημαντικό να μην αντιδράσουν με θυμό ή τιμωρητική διάθεση, αλλά με κατανόηση και διάθεση για βοήθεια.
Οι γονείς συχνά δυσκολεύονται να καταλάβουν αυτές τις συμπεριφορές και μπορεί να τις παρερμηνεύσουν ως «τεμπελιά», «αδιαφορία» ή «αντικοινωνικότητα». Στην πραγματικότητα, όμως, ένα παιδί που απομονώνεται, που περνά ατελείωτες ώρες στο κινητό ή που εμφανίζει έντονες αλλαγές στη διάθεσή του, μπορεί να προσπαθεί να επικοινωνήσει ένα βαθύτερο συναισθηματικό ζήτημα που δεν μπορεί να εκφράσει με λόγια.
Η κατανόηση και η σωστή ψυχολογική παρέμβαση μπορούν να βοηθήσουν ένα παιδί να αναπτύξει πιο υγιείς μηχανισμούς αντιμετώπισης του άγχους. Με την κατάλληλη υποστήριξη, μπορεί να μάθει να διαχειρίζεται τις δυσκολίες του χωρίς να χρειάζεται να απομονώνεται, να «κρύβεται» πίσω από την τεχνολογία ή να καταφεύγει σε ανθυγιεινές συμπεριφορές. Η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης, η ανοιχτή επικοινωνία και η ενθάρρυνση δραστηριοτήτων που βοηθούν στην έκφραση των συναισθημάτων είναι τα πιο ισχυρά εργαλεία που μπορούν να προσφέρουν οι γονείς στα παιδιά τους.
Το άγχος στα παιδιά και τους εφήβους δεν εκδηλώνεται μόνο με ανησυχίες και φόβους. Συχνά εμφανίζεται μέσα από σωματικές αντιδράσεις, οι οποίες μπορεί να προβληματίσουν τους γονείς, καθώς μοιάζουν με συμπτώματα οργανικών προβλημάτων. Αυτές οι φυσιολογικές αντιδράσεις είναι αποτέλεσμα της βιολογικής απόκρισης του σώματος στο στρες. Όταν ένα παιδί αισθάνεται έντονο άγχος, ο οργανισμός του απελευθερώνει ορμόνες όπως η κορτιζόλη και η αδρεναλίνη, οι οποίες επηρεάζουν το νευρικό και το καρδιαγγειακό σύστημα.
Ένα από τα πιο συχνά ψυχοσωματικά συμπτώματα του άγχους είναι ο πόνος στο στομάχι ή η τάση για εμετό, ειδικά πριν από στρεσογόνες καταστάσεις, όπως ένα διαγώνισμα ή μια κοινωνική εκδήλωση. Το πεπτικό σύστημα επηρεάζεται άμεσα από το στρες, με αποτέλεσμα κάποια παιδιά να εμφανίζουν φούσκωμα, δυσκοιλιότητα ή ακόμα και σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Οι στομαχόπονοι που δεν σχετίζονται με κάποια παθολογική αιτία είναι ένα συχνό σημάδι άγχους.
Εκτός από το στομάχι, το άγχος μπορεί να εκδηλωθεί και μέσω πονοκεφάλων ή μυϊκής έντασης. Όταν το παιδί νιώθει έντονη πίεση, οι μύες του, ειδικά στον αυχένα, τους ώμους και το κεφάλι, μπορεί να σφίγγονται, οδηγώντας σε πονοκεφάλους τάσης. Αυτή η συνεχής ένταση μπορεί να προκαλέσει χρόνιους πονοκεφάλους που συνδέονται με το παρατεταμένο άγχος.
Άλλα παιδιά μπορεί να βιώσουν έντονη ταχυκαρδία, δυσκολία στην αναπνοή ή ζαλάδα. Αυτά τα συμπτώματα είναι πιο συχνά σε παιδιά που έχουν κρίσεις άγχους ή πανικού. Συχνά, το παιδί μπορεί να πει ότι νιώθει ότι η καρδιά του χτυπάει πολύ δυνατά ή ότι δεν μπορεί να πάρει αρκετό αέρα. Αυτές οι αισθήσεις μπορεί να είναι τρομακτικές τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και για τους γονείς του, όμως είναι μέρος της φυσιολογικής αντίδρασης του σώματος στο έντονο στρες.
Μια ακόμη εκδήλωση του άγχους είναι τα νευρικά τικ. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν ακούσιες κινήσεις, όπως ανοιγοκλείσιμο των ματιών, σφίξιμο των γνάθων, επαναλαμβανόμενες κινήσεις των χεριών ή ακόμα και ήχους, όπως μικρούς βήχες ή καθαρισμό του λαιμού. Τα τικ μπορεί να εμφανίζονται προσωρινά και να υποχωρούν όταν το παιδί αισθανθεί μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά αν επιμένουν ή επιδεινώνονται, μπορεί να χρειάζεται παρέμβαση από ειδικό.
Για τους γονείς, αυτά τα συμπτώματα μπορεί να είναι δύσκολο να συνδεθούν με το άγχος, καθώς μοιάζουν με οργανικά προβλήματα. Συχνά, τα παιδιά εκφράζουν την ανησυχία τους μέσα από το σώμα τους, επειδή δεν μπορούν πάντα να βάλουν σε λέξεις τα συναισθήματά τους. Αν παρατηρήσετε ότι αυτά τα συμπτώματα επιμένουν για μεγάλο διάστημα ή εμφανίζονται κάθε φορά που το παιδί βρίσκεται υπό πίεση, ίσως είναι χρήσιμο να διερευνήσετε αν σχετίζονται με άγχος.
Η αναγνώριση αυτών των ενδείξεων μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να υποστηρίξουν το παιδί τους, είτε μέσα από τη συζήτηση και την κατανόηση είτε, αν χρειάζεται, με τη βοήθεια ενός ειδικού ψυχικής υγείας. Το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση, αλλά όταν αρχίζει να επηρεάζει τη λειτουργικότητα του παιδιού, η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού σε στρεσογόνες καταστάσεις, και σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να είναι ακόμα και βοηθητικό. Ένα παιδί που νιώθει άγχος πριν από ένα διαγώνισμα, μια αθλητική διοργάνωση ή μια νέα εμπειρία, μπορεί να κινητοποιείται ώστε να προετοιμαστεί καλύτερα. Όταν όμως το άγχος είναι υπερβολικό, επίμονο και επηρεάζει την καθημερινότητα του παιδιού σε σημαντικό βαθμό, τότε μπορεί να χρειάζεται παρέμβαση.
Το φυσιολογικό άγχος είναι προσωρινό και περιορίζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Το παιδί μπορεί να νιώθει νευρικό πριν από μια πρόκληση, αλλά μόλις αυτή περάσει, το άγχος υποχωρεί. Από την άλλη πλευρά, αν το άγχος εμποδίζει το παιδί να συμμετέχει σε δραστηριότητες, να κοιμηθεί ή να λειτουργήσει φυσιολογικά, μπορεί να είναι σημάδι ότι έχει ξεπεράσει τα φυσιολογικά όρια.
Υπάρχουν ορισμένα σημάδια που δείχνουν ότι το άγχος ενός παιδιού μπορεί να είναι προβληματικό:
- Αν το παιδί αρχίζει να αποφεύγει καταστάσεις που παλιότερα του άρεσαν – όπως τα αθλήματα, οι εξωσχολικές δραστηριότητες ή οι κοινωνικές συναναστροφές.
- Αν έχει δυσκολία να κοιμηθεί, ξυπνάει συχνά μέσα στη νύχτα ή βλέπει συχνούς εφιάλτες, ειδικά για πολλές συνεχόμενες εβδομάδες.
- Συνεχείς πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι ή τάση για εμετό που δεν έχουν κάποια οργανική αιτία.
- Ξαφνικές εξάρσεις φόβου ή ακόμα και κρίσεις πανικού, με δύσπνοια, ταχυκαρδία και αίσθηση απώλειας ελέγχου.
- Εάν το παιδί κάνει συνεχώς αρνητικές σκέψεις για πιθανές αποτυχίες και νιώθει ότι δεν είναι αρκετά ικανό, ακόμα και όταν δεν υπάρχει αντικειμενικός λόγος.
- Αν εκφράζει συχνά χαμηλή αυτοεκτίμηση, αισθάνεται ανεπαρκές ή πιστεύει ότι δεν αξίζει την αγάπη και την αποδοχή των άλλων.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το χρόνιο άγχος δεν είναι απλώς μια «φάση» που θα ξεπεράσει μόνο του το παιδί. Εάν αυτά τα συμπτώματα επιμένουν για εβδομάδες ή επηρεάζουν τη σχολική και κοινωνική του ζωή, τότε θα πρέπει να σκεφτούμε να ζητήσουμε βοήθεια από έναν ειδικό ψυχικής υγείας. Ο ειδικός μπορεί να βοηθήσει το παιδί να κατανοήσει και να διαχειριστεί το άγχος του μέσα από τεχνικές χαλάρωσης και άλλες αποτελεσματικές μεθόδους, όπως η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία.
Οι γονείς μπορούν, επίσης, να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση του άγχους των παιδιών τους. Μερικοί τρόποι που μπορούν να βοηθήσουν είναι:
- Φροντίστε να ρωτάτε το παιδί πώς νιώθει και να του δείχνετε ότι είστε διαθέσιμοι να το ακούσετε χωρίς να το πιέζετε. Φράσεις όπως «Μην αγχώνεσαι» συχνά δεν βοηθούν – το παιδί μπορεί να αισθανθεί ότι τα συναισθήματά του δεν έχουν σημασία. Αντίθετα, μπορείτε να πείτε: «Καταλαβαίνω ότι αυτό σε προβληματίζει. Θέλεις να το συζητήσουμε και να δούμε πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε;».
- Τα παιδιά νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια όταν έχουν ένα σταθερό πρόγραμμα ύπνου, διαβάσματος και χαλάρωσης.
- Η άσκηση μειώνει το άγχος και βελτιώνει τη διάθεση. Ακόμα και μια βόλτα, ένα άθλημα ή λίγος χορός μπορούν να κάνουν μεγάλη διαφορά.
- Η βαθιά αναπνοή και η προοδευτική μυϊκή χαλάρωση μπορούν να βοηθήσουν το παιδί να ηρεμήσει. Δοκιμάστε μαζί του μια απλή άσκηση αναπνοής, όπως να εισπνέει για 4 δευτερόλεπτα, να κρατάει την αναπνοή του για 4 δευτερόλεπτα και να εκπνέει αργά για 6 δευτερόλεπτα.
- Αν και είναι φυσιολογικό να θέλετε να προστατεύσετε το παιδί σας από το άγχος, η αποφυγή κάθε δύσκολης κατάστασης μπορεί να το κάνει λιγότερο ικανό να διαχειρίζεται το στρες. Δώστε του ευκαιρίες να μάθει να αντιμετωπίζει μικρές προκλήσεις, ώστε να αναπτύξει αυτοπεποίθηση.
- Τα παιδιά μαθαίνουν από τον τρόπο που οι γονείς τους αντιμετωπίζουν το άγχος. Αν βλέπουν ότι διαχειρίζεστε το δικό σας στρες με ψυχραιμία, χωρίς πανικό ή υπερβολική ανησυχία, είναι πιο πιθανό να κάνουν το ίδιο.
Το άγχος δεν πρέπει να αγνοείται ή να υποτιμάται. Όσο πιο γρήγορα εντοπιστούν τα σημάδια και δοθεί η σωστή υποστήριξη, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες το παιδί να αναπτύξει μηχανισμούς διαχείρισης που θα το βοηθήσουν και στην ενήλικη ζωή του. Αν νιώθετε ότι το άγχος του παιδιού σας ξεπερνά τις αντοχές του, μη διστάσετε να ζητήσετε βοήθεια από έναν ειδικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχετε αποτύχει ως γονείς – αντίθετα, δείχνει ότι ενδιαφέρεστε και θέλετε να προσφέρετε στο παιδί σας τα εργαλεία που χρειάζεται για να νιώθει πιο ασφαλές και ισορροπημένο.
Το άγχος μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά εκδηλώνεται με διαφορετικούς τρόπους καθώς το παιδί μεγαλώνει. Οι ανησυχίες που έχει ένα παιδί σε κάθε στάδιο της ανάπτυξής του σχετίζονται τόσο με τη γνωστική του ωριμότητα όσο και με τις εμπειρίες που βιώνει. Το να γνωρίζουν οι γονείς πώς μπορεί να φαίνεται το άγχος σε κάθε ηλικία, μπορεί να τους βοηθήσει να αναγνωρίσουν έγκαιρα τα σημάδια και να υποστηρίξουν καλύτερα το παιδί τους.
Στα πρώτα χρόνια της ζωής, το πιο συνηθισμένο είδος άγχους είναι ο φόβος αποχωρισμού. Από τους 8 μήνες έως περίπου τα 3 χρόνια (με κορύφωση συνήθως ανάμεσα στον 18ο και 24ο μήνα), είναι φυσιολογικό τα παιδιά να αντιδρούν έντονα όταν αποχωρίζονται τους γονείς τους. Αυτό μπορεί να εκδηλωθεί με έντονο κλάμα όταν οι γονείς φεύγουν, άρνηση να μείνουν με άλλους φροντιστές, δυσκολίες στον ύπνο ή ακόμα και εφιάλτες. Παρόλο που είναι μια φυσιολογική φάση ανάπτυξης, όταν το άγχος αποχωρισμού είναι πολύ έντονο ή συνεχίζεται για μεγάλο διάστημα (π.χ. ακόμη και όταν το παιδί πάει στο Δημοτικό), μπορεί να δυσκολεύει την καθημερινότητα του παιδιού και να χρειάζεται επιπλέον υποστήριξη.
Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, μπορεί να εκδηλώνουν το άγχος τους μέσα από σωματικά συμπτώματα, όπως στομαχόπονους, τάση για εμετό ή απώλεια όρεξης και αλλαγές ως προς το φαγητό, με αλλαγές στις συνήθειες ύπνου ή με απότομες αλλαγές στις συναισθηματικές αντιδράσεις (κυκλοθυμία). Κάποια παιδιά μπορεί να επιστρέψουν σε συμπεριφορές που είχαν ξεπεράσει, όπως το πιπίλισμα του δακτύλου ή η ενούρηση. Επίσης, μπορεί να δείξουν έντονη προσκόλληση στους γονείς τους και μεγάλη δυσφορία σε νέες εμπειρίες.
Στη σχολική ηλικία, οι ανησυχίες των παιδιών αλλάζουν. Το σχολείο γίνεται ένας σημαντικός παράγοντας άγχους, ειδικά αν το παιδί αισθάνεται πίεση για καλές επιδόσεις ή ανησυχεί για το πώς το βλέπουν οι συνομήλικοί του (κοινωνική αποδοχή). Μπορεί να εκδηλώσει το άγχος του με υπερβολική ανησυχία για τα διαγωνίσματα, φόβο αποτυχίας ή δυσκολία στη συγκέντρωση. Τα σωματικά συμπτώματα είναι επίσης πολύ συχνά – πολλά παιδιά παραπονιούνται για πονοκεφάλους ή στομαχόπονους, ιδιαίτερα πριν από σχολικές εξετάσεις ή άλλες καταστάσεις που απαιτούν να εκτεθούν μπροστά σε άλλους (π.χ. σχολικές παραστάσεις). Ένα παιδί με άγχος μπορεί να είναι υπερβολικά ευαίσθητο στην κριτική, να αποφεύγει κοινωνικές καταστάσεις ή να εμφανίζει τελειομανία – να αγχώνεται υπερβολικά για το αν έκανε κάποιο λάθος ή αν απάντησε σωστά σε μια ερώτηση στο σχολείο. Το bullying ή η κοινωνική απομόνωση αποτελούν, επίσης, συχνές πηγές άγχους και μπορεί να οδηγήσουν σε απόσυρση, χαμηλή αυτοεκτίμηση και φόβο για το πώς το βλέπουν οι άλλοι.
Στην εφηβεία, το άγχος γίνεται πιο περίπλοκο, καθώς οι ανησυχίες πλέον αφορούν όχι μόνο το σχολείο και τις επιδόσεις, αλλά και θέματα αυτοεικόνας, κοινωνικών/συντοφικών σχέσεων και προσδοκιών για το μέλλον (σπουδές, επάγγελμα κλπ). Πολλοί έφηβοι ανησυχούν για το πώς φαίνονται, για το αν είναι αρκετά αποδεκτοί στην παρέα τους ή για το τι θα κάνουν στο μέλλον. Το άγχος για τις σχολικές επιδόσεις εξακολουθεί να είναι σημαντικό, αλλά η ανησυχία για την κοινωνική εικόνα γίνεται εξίσου έντονη.
Σε αυτή την ηλικία, οι έφηβοι που αντιμετωπίζουν άγχος μπορεί να παρουσιάσουν μειωμένη αυτοπεποίθηση, δυσκολία στη λήψη αποφάσεων, έντονο φόβο αποτυχίας ή τελειομανία. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συχνά επιδεινώνουν αυτά τα συναισθήματα, καθώς η συνεχής σύγκριση με άλλους μπορεί να δημιουργήσει χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυξημένη αυτοκριτική.
Το άγχος μπορεί επίσης να εκδηλωθεί μέσα από σωματικά και συναισθηματικά συμπτώματα, όπως αϋπνία, πονοκεφάλους, ευερεθιστότητα, αλλαγές στη διάθεση και απόσυρση από φίλους και οικογένεια. Κάποιοι έφηβοι μπορεί να στραφούν σε ανθυγιεινούς τρόπους διαχείρισης, όπως η υπερβολική ενασχόληση με το κινητό και τα social media, η αποφυγή ευθυνών ή ακόμα και η χρήση αλκοόλ και ουσιών για να μειώσουν το άγχος τους.
Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, το άγχος μπορεί να οδηγήσει σε κρίσεις πανικού ή ακόμα και καταθλιπτικά συμπτώματα. Οι γονείς χρειάζεται να είναι προσεκτικοί αν ο έφηβος αρχίσει να αποσύρεται από δραστηριότητες που κάποτε του άρεσαν, να αποφεύγει κοινωνικές επαφές ή να εκφράζει πολύ αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό του. Αυτά μπορεί να είναι σημάδια ότι το άγχος έχει αρχίσει να επηρεάζει σοβαρά την καθημερινότητά του και ίσως χρειάζεται επιπλέον υποστήριξη από έναν ειδικό.
Κατανοώντας πώς εκδηλώνεται το άγχος σε κάθε ηλικία, οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους να το διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά. Η διατήρηση ενός ασφαλούς και υποστηρικτικού περιβάλλοντος, η ενθάρρυνση της αυτονομίας και η ανοιχτή επικοινωνία είναι βασικά εργαλεία για τη μείωση του άγχους. Αν παρατηρήσετε ότι το άγχος επηρεάζει τη λειτουργικότητα και την ευημερία του παιδιού ή του εφήβου σας, η βοήθεια ενός ειδικού μπορεί να κάνει τη διαφορά, προσφέροντάς του στρατηγικές και εργαλεία για να διαχειριστεί καλύτερα τις ανησυχίες του.
Το άγχος στα παιδιά και τους εφήβους είναι κάτι που πολλοί γονείς παρατηρούν, αλλά συχνά δυσκολεύονται να καταλάβουν από πού προέρχεται. Δεν υπάρχει μία μόνο αιτία που το προκαλεί. Αντίθετα, είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους – η κληρονομικότητα, το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει το παιδί, η οικογένεια και οι σχέσεις του με τους άλλους.
Μερικά παιδιά είναι από τη φύση τους πιο επιρρεπή στο άγχος. Αν ένας γονιός ή κάποιος στενός συγγενής έχει αγχώδη διαταραχή, τότε το παιδί έχει αυξημένες πιθανότητες να αντιμετωπίσει και αυτό άγχος. Έρευνες δείχνουν ότι η κληρονομικότητα των αγχωδών διαταραχών μπορεί να φτάσει το 30-40%. Αυτό δεν σημαίνει ότι το παιδί οπωσδήποτε θα αναπτύξει άγχος, αλλά ότι έχει μεγαλύτερη ευαισθησία. Επιπλέον, ο τρόπος που λειτουργεί ο εγκέφαλός του παίζει σημαντικό ρόλο. Κάποια παιδιά γεννιούνται με μια πιο «ευαίσθητη» αμυγδαλή – το μέρος του εγκεφάλου που επεξεργάζεται τον φόβο και τις απειλές. Αυτό τα κάνει να αντιδρούν πιο έντονα στο στρες, ακόμα κι όταν το ερέθισμα δεν είναι τόσο σοβαρό.
Πέρα από τη βιολογία, το περιβάλλον επηρεάζει πολύ το αν και πώς θα αναπτυχθεί το άγχος. Το σχολείο είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες, ειδικά όταν υπάρχει μεγάλη πίεση για καλές επιδόσεις, αυστηρά συστήματα αξιολόγησης ή περιστατικά σχολικού εκφοβισμού (bullying). Τα παιδιά που δέχονται bullying μπορεί να κουβαλήσουν αυτό το άγχος για πολλά χρόνια, ακόμα και μετά την ενηλικίωσή τους. Επίσης, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένας σύγχρονος παράγοντας που αυξάνει το άγχος, ιδιαίτερα στους εφήβους. Όταν ένα παιδί βλέπει συνεχώς «τέλειες» εικόνες ζωής στο Instagram ή το TikTok, μπορεί να νιώσει ότι δεν είναι αρκετά καλό ή ότι υστερεί σε σχέση με τους συνομηλίκους του. Επιπλέον, η διαδικτυακή παρενόχληση (cyberbullying) δημιουργεί τεράστια ψυχολογική επιβάρυνση, γιατί τα παιδιά δυσκολεύονται να αποστασιοποιηθούν από τα αρνητικά σχόλια που δέχονται.
Η οικογένεια είναι επίσης καθοριστικός παράγοντας στην ανάπτυξη ή την πρόληψη του άγχους. Ένα σταθερό και υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να προστατεύσει το παιδί, ακόμα και αν είναι γενετικά πιο επιρρεπές στο άγχος. Από την άλλη, οι συνεχείς συγκρούσεις, η υπερβολική αυστηρότητα ή η υπερπροστατευτικότητα μπορούν να ενισχύσουν το άγχος του παιδιού. Όταν οι γονείς ανησυχούν υπερβολικά για την ασφάλεια ή την επιτυχία του παιδιού, μπορεί άθελά τους να του μεταδώσουν το μήνυμα ότι ο κόσμος είναι ένα απειλητικό μέρος. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά υπερπροστατευτικών γονιών έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να μάθουν πώς να διαχειρίζονται το άγχος τους, γιατί δεν τους δίνεται η ευκαιρία να αντιμετωπίσουν μικρές προκλήσεις και να βρουν λύσεις μόνα τους.
Επιπλέον, όταν ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα σπίτι με υψηλά επίπεδα έντασης ή με γονείς που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι ψυχικές δυσκολίες, όπως κατάθλιψη ή αγχώδεις διαταραχές, έχει αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξει άγχος. Το συναισθηματικό κλίμα μέσα στην οικογένεια καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το πώς το παιδί θα μάθει να διαχειρίζεται τις στρεσογόνες καταστάσεις.
Το θετικό είναι ότι το άγχος μπορεί να αντιμετωπιστεί, αρκεί να αναγνωριστεί έγκαιρα. Οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους με διάφορους τρόπους. Είναι σημαντικό να τα ενθαρρύνουν να είναι πιο ανεξάρτητα, να δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου νιώθουν ασφάλεια και να τους μαθαίνουν πώς να διαχειρίζονται τα δύσκολα συναισθήματα. Το άγχος δεν είναι απλώς μια φάση που θα περάσει από μόνη της. Αν παρατηρείτε ότι το παιδί σας δυσκολεύεται να το διαχειριστεί, είναι καλό να αναζητήσετε υποστήριξη από έναν ειδικό ψυχικής υγείας. Με την κατάλληλη βοήθεια, τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να μάθουν να αντιμετωπίζουν το άγχος τους και να αποκτήσουν μεγαλύτερη ψυχική ανθεκτικότητα για τη ζωή.
Arseneault, L. (2018). The persistent and pervasive impact of being bullied in childhood and adolescence. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 59(4), 405-421.
Balázs, J., Miklósi, M., Keresztény, Á., Hoven, C. W., Carli, V., Wasserman, C., … & Wasserman, D. (2016). Adolescent subthreshold-depression and anxiety: Psychopathology, functional impairment and increased suicide risk. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 57(4), 474-482.
Bar-Haim, Y., Lamy, D., Pergamin, L., Bakermans-Kranenburg, M. J., & van IJzendoorn, M. H. (2007). Threat-related attentional bias in anxious and nonanxious individuals: A meta-analytic study. Psychological Bulletin, 133(1), 1-24.
Eley, T. C., McAdams, T. A., Rijsdijk, F. V., Lichtenstein, P., Narusyte, J., Reiss, D., & Neiderhiser, J. M. (2015). The Intergenerational Transmission of Anxiety: A Children-of-Twins Study. American Journal of Psychiatry, 172(7), 630-637.
Gregory, A. M., & Sadeh, A. (2012). Sleep, emotional and behavioral difficulties in children and adolescents. Sleep Medicine, 21, 19-25.
Gunnar, M. R., & Quevedo, K. (2007). The neurobiology of stress and development. Annual Review of Psychology, 58, 145-173.
Kendall, P. C., & Suveg, C. (2006). Treating anxiety disorders in youth. Clinical Child and Family Psychology Review, 9(2), 74-97.
Mayer, E. A., Padua, D., & Tillisch, K. (2015). Altered brain-gut axis in autism: Comorbidity or causative mechanisms? BioEssays, 37(5), 475-483.
McLeod, B. D., Wood, J. J., & Weisz, J. R. (2007). Examining the association between parenting and child anxiety. Clinical Psychology Review, 27(2), 155-172.
Muris, P., Merckelbach, H., Gadet, B., & Moulaert, V. (2001). Fears, worries, and scary dreams in 4-to-12-year-old children. Journal of Clinical Child Psychology, 30(1), 66-76.
Nock, M. K. (2010). Self-injury. Annual Review of Clinical Psychology, 6, 339-363.
Silverman, W. K., & Field, A. P. (2011). Anxiety disorders in children and adolescents. Cambridge University Press.
Singer, H. S. (2009). Motor stereotypies. Seminars in Pediatric Neurology, 24(3), 117-124.
Spence, S. H., & Rapee, R. M. (2016). The etiology of social anxiety disorder: An evidence-based model. Behaviour Research and Therapy, 86, 50-67.
Stein, M. B., & Craske, M. G. (2017). Treating anxiety in children and adolescents. New England Journal of Medicine, 377(25), 2433-2442.
Twenge, J. M., & Campbell, W. K. (2018). Associations between screen time and lower psychological well-being among children and adolescents: Evidence from a population-based study. Preventive Medicine Reports, 12, 271-283.
Wood, J. J., McLeod, B. D., Sigman, M., Hwang, W. C., & Chu, B. C. (2003). Parenting and childhood anxiety: Theory, empirical findings, and future directions. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 44(1), 134-151.