Q&A

Σε αυτή την ενότητα θα βρείτε απαντήσεις σε ερωτήσεις που μας έχετε στείλει. Σε περίπτωση που επιθυμείτε μπορείτε να στείλετε επιπλέον ερωτήματα/απορίες σχετικά με τις θεματικές μας.

Q&A2024-04-19T16:00:11+03:00

Συχνές ερωτήσεις

Πόσο σημαντική είναι η συνεργασία γονέων, εκπαιδευτικών και ειδικών ψυχικής υγείας για την αντιμετώπιση του άγχους στα παιδιά και πώς μπορεί να λειτουργήσει καλύτερα αυτή η ομάδα υποστήριξης;2025-03-12T14:35:43+03:00

H συνεργασία των γονέων, των εκπαιδευτικών και των ειδικών ψυχικής υγείας είναι καθοριστική τόσο για τη διαχείριση του άγχους όσο και για τη γενικότερη ψυχική και συναισθηματική ενδυνάμωση των παιδιών. Ειδικότερα,

  • Η συνεργασία των εκπαιδευτικών με επαγγελματίες ψυχικής υγείας βοηθά τα σχολεία να υιοθετήσουν μια διεπιστημονική προσέγγιση, προσφέροντας ολιστική υποστήριξη στους μαθητές. Η εκπαίδευση δεν αφορά μόνο τις σχολικές και τις ακαδημαϊκές επιδόσεις, αλλά την πολύπλευρη ανάπτυξη και εξέλιξη ενός παιδιού. Αυτό περιλαμβάνει την ανάπτυξη συναισθηματικής νοημοσύνης, ψυχικής ανθεκτικότητας και διάφορων άλλων δεξιοτήτων διαχείρισης διαφόρων καταστάσεων. Όταν τόσο το σχολείο όσο και οι γονείς δίνουν σημασία στην ψυχική υγεία, συμβάλλουν στη συνολική ευημερία ενός μαθητή, βοηθώντας τον να αποκτήσει αυτοεκτίμηση και διαπροσωπικές δεξιότητες, στοιχεία που θα του είναι σημαντικά όχι μόνο για τα σχολικά χρόνια αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής.
  • Παράλληλα, ενισχύεται το κομμάτι της έγκαιρης παρέμβασης και της πρόληψης. Μέσω της συνεργασίας, δίνεται η δυνατότητα να αναγνωρίζονται ενδεχόμενες δυσκολίες ή ζητήματα ψυχικής υγείας και να αντιμετωπίζονται εγκαίρως.
  • Μέσα από προγράμματα ενίσχυσης κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων, ομάδες υποστήριξης συνομηλίκων, ομάδες ψυχοεκπαίδευσης, ή ομάδες συμβουλευτικής γονέων μπορούν επίσης να βοηθήσουν σημαντικά στην ψυχική ενδυνάμωση των παιδιών και της οικογένειας.
  • Η ψυχική υγεία και οι ακαδημαϊκές επιδόσεις είναι πολύ στενά συνδεμένες. Η συναισθηματική κατάσταση ενός μαθητή επηρεάζει άμεσα την ικανότητά του να ανταπεξέρχεται στις σχολικές απαιτήσεις. Όταν ένα παιδί αντιμετωπίζει θέματα ψυχικής υγείας, όπως άγχος ή κατάθλιψη, είναι αναμενόμενο η ακαδημαϊκή του απόδοση να μην είναι καλή, ενώ παράλληλα μπορεί να δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί στο μάθημα ή να απουσιάζει τακτικά. Όταν υπάρχει συνεργασία, οι γονείς μπορούν να έχουν άμεσα επίγνωση της κατάστασης του παιδιού στο σχολείο και να το υποστηρίξουν κατάλληλα, είτε μέσω αναζήτησης βοήθειας από έναν επαγγελματία είτε μέσω συζήτησης και δημιουργίας ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος.

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς προκειμένου να ενισχύσουν τη συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς και τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας;

  • Διατήρηση ανοιχτής γραμμής επικοινωνίας μεταξύ γονέων και τους εκπαιδευτικών  ώστε να υπάρχει ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την πρόοδο του παιδιού, τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο
  • Ενεργή συμμετοχή, με τακτική εμπλοκή σε συλλόγους γονέων, ενημερώσεις από εκπαιδευτικούς και συμβούλους σχετικά με την πρόοδο και τη γενική εικόνα του παιδιού στο σχολείο.
  • Δημιουργία ασφαλούς περιβάλλοντος στο σπίτι, όπου τα παιδιά μπορούν να μοιραστούν και να συζητήσουν τις εμπειρίες τους και τις ανησυχίες τους σχετικά με το σχολείο.
  • Ενημερωνόμαστε σχετικά με τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας που παρέχει το σχολείο, όπως επίσης και με ποιον θα μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε αν χρειαζόμαστε περαιτέρω υποστήριξη ή αν παρατηρήσουμε κάτι ανησυχητικό.
  • Αναζητούμε τη βοήθεια ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας όταν χρειάζεται. Εάν παρατηρούμε επίμονες αλλαγές στη συμπεριφορά, τη διάθεση ή την ακαδημαϊκή επίδοση του παιδιού, δε διστάζουμε να ζητήσουμε επαγγελματική βοήθεια. Σχολικοί σύμβουλοι, ψυχολόγοι και θεραπευτές μπορούν να παρέχουν σημαντική υποστήριξη και καθοδήγηση.
Πώς μπορούμε να διδάξουμε στα παιδιά αποτελεσματικούς τρόπους χαλάρωσης και αυτοδιαχείρισης;2025-03-12T14:35:10+03:00

Όπως οι ενήλικες, έτσι και τα παιδιά είναι φυσιολογικό να βιώνουν άγχος ορισμένες φορές, όπως επίσης φόβο ή έντονη ανησυχία, ανάλογα και με την ηλικία. Το κυριότερο χαρακτηριστικό των παιδιών  με άγχος και γενικότερα με προβλήματα διάθεσης, είναι ότι εσωτερικεύουν τα προβλήματά τους, τα στρέφουν δηλαδή προς τον εαυτό τους. Ωστόσο, ένας τρόπος να μάθουν τα παιδιά να ηρεμούν σε στιγμές άγχους και να το διαχειρίζονται πιο αποτελεσματικά, είναι εστιάζοντας στο τι συμβαίνει εκείνη τη στιγμή στο σώμα τους, στην αναπνοή τους και στο περιβάλλον τους. Όταν το παιδί μας είναι ήρεμο μπορούμε να ξεκινήσουμε μία συζήτηση αρχικά μαζί του σχετικά με το τι μπορεί να κάνει προκειμένου να μάθει να διαχειρίζεται το άγχος του και την ανησυχία του όταν συμβαίνει. Ειδικότερα:

  • Εξασκούμαστε μαζί με το παιδί σε τεχνικές αναπνοών, οπότε να μπορεί να χρησιμοποιήσει την τεχνική αυτή (πριν το κυριεύσει το άγχος). Μπορούμε να εξηγήσουμε στο παιδί την τεχνική της διαφραγματικής αναπνοής, χρησιμοποιώντας την παρακάτω άσκηση.
    • Φαντάσου ότι έχεις μπροστά σου μια τούρτα με 10 κεριά.
    • Προσπάθησε να σβήσεις τα κεριά αργά – αργά.
    • Φαντάσου ότι σβήνεις τα κεριά ένα – ένα, για να σιγουρευτείς ότι θα σβήσουν καλά.
    • Προτού σβήσεις ένα κερί, πάρε πρώτα μια βαθιά αναπνοή.
    • Φύσηξε όσο πιο δυνατά μπορείς τον αέρα προς τα έξω.
    • Κάνε το ίδιο και για τα 10 κεριά.
    • Όταν σβήσουν όλα, χαλάρωσε.
  • Μαθαίνουμε στο παιδί την προοδευτική μυϊκή χαλάρωση, με απλά παραδείγματα, όπως:
    • Σκέψου ότι έχεις από ένα λεμόνι σε κάθε χέρι.
    • Πιέζεις τα λεμόνια όσο πιο πολύ μπορείς για να βγάλουν όλο το χυμό.
    • Έπειτα πετάς τα λεμόνια στο πάτωμα και χαλαρώνεις τα χέρια σου.
    • Στη συνέχεια επαναλαμβάνεις μέχρι να έχεις ένα ποτήρι χυμό λεμόνι.
    • Στο τέλος τινάζεις τα χέρια σου για να χαλαρώσεις.
  • Ενθαρρύνουμε το παιδί να αντικαθιστά τις αρνητικές σκέψεις με θετικές, που εστιάζουν στο τι μπορεί να κάνει αντί για το τι δεν μπορεί.
  • Δείχνουμε στο παιδί τρόπους για να κρατά απασχολημένο το μυαλό του όταν νιώθει άγχος. Αυτό μπορεί να γίνει με απλές και διασκεδαστικές δραστηριότητες, όπως:
    • Να μετρήσει ανάποδα από το 125 μέχρι το 5.
    • Να πει τα ονόματα της οικογένειάς του ανάποδα.
    • Να λύσει ένα σταυρόλεξο.
    • Να ονομάσει τους παίχτες της αγαπημένης σου ομάδας.
    • Να πει τις πρωτεύουσες και τις χώρες που γνωρίζεις.
    • Να ξαναγράψει το αγαπημένο σου παραμύθι, με πρωταγωνιστές όμως τα αγαπημένα του πρόσωπα.
    • Να κοιτάξει ένα βιβλίο και να μετρήσει πόσες φορές μπορεί να βρεις μια λέξη (π.χ. τη λέξη «δέντρο»)
    • Να μετρήσει πόσους ανθρώπους συναντά στο δρόμο για το σχολείο.
  • Προτείνουμε στο παιδί να σκεφτεί ένα ασφαλές μέρος, όπως το δωμάτιό του ή ένα αγαπημένο του σημείο στη φύση, και να το χρησιμοποιήσει ως “καταφύγιο” σκέψης σε στιγμές έντονου άγχους.
  • Αναγνωρίζουμε και επιβραβεύουμε μία συμπεριφορά αναγνώρισης και διαχείρισης του άγχους από το παιδί. Ο στόχος είναι το παιδί να μαθαίνει να αντιμετωπίζει το άγχος του και όχι να το αποφεύγει.
Ποιοι πρακτικοί τρόποι, όπως βιβλία, σεμινάρια ή καθοδήγηση ειδικών, μπορούν να βοηθήσουν τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς να ενδυναμώσουν τα παιδιά συναισθηματικά;2025-03-12T14:34:30+03:00

Τα βιβλία, τα σεμινάρια και η αναζήτηση βοήθειας από επαγγελματίες ψυχικής υγείας μπορούν να υποστηρίξουν σημαντικά τόσο τους γονείς όσο και τους εκπαιδευτικούς στη συναισθηματική ενδυνάμωση των παιδιών. Αντίστοιχοι πρακτικοί τρόποι είναι η ανάγνωση σχετικών άρθρων στο διαδίκτυο από έγκυρες πηγές, και η παρακολούθηση podcast, vidcast, video κλπ από αξιόπιστους επιστημονικούς φορείς.  Με τη βοήθεια αυτών των μέσων, γονείς και εκπαιδευτικοί μπορούν να ενημερωθούν για θέματα ψυχικής υγείας, να μάθουν περισσότερα για τη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών και να ανακαλύψουν τρόπους να τα υποστηρίζου. Παράλληλα, μέσα από αυτές τις πρακτικές έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν τεχνικές και δεξιότητες διαχείρισης, καθώς και να βελτιώσουν την επικοινωνία τους με τα παιδιά. Ειδικότερα, μέσω των σεμιναρίων και των βιωματικών εργαστηρίων, γονείς και εκπαιδευτικοί έχουν τη δυνατότητα να μοιράζονται τυχόν δυσκολίες και ανησυχίες σε ένα ασφαλές περιβάλλον και να έχουν πρόσβαση σε έναν υποστηρικτικό χώρο, όπου μπορούν να φέρουν τις εμπειρίες τους, να αναζητήσουν καθοδήγηση από επαγγελματίες ψυχικής υγείας αλλά και από άλλους γονείς και εκπαιδευτικούς που μπορεί να αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις. Τέλος, με τη βοήθεια των πρακτικών μέσων, γονείς και εκπαιδευτικοί αποκτούν πρόσβαση σε πηγές για περαιτέρω μελέτη, αλλά και με δραστηριότητες που μπορούν να κάνουν στην τάξη ή με τα παιδιά τους. Εδώ μπορείτε να βρείτε σχετικές δραστηριότητες και ιδέες για διάφορα θέματα σχετικά με την ψυχική και συναισθηματική ενδυνάμωση των παιδιών.

Πώς μπορούμε να στηρίξουμε τα παιδιά και τους εφήβους ώστε να διαχειρίζονται το άγχος στην καθημερινότητά τους (είτε στο σπίτι είτε στο σχολείο);2025-03-12T14:33:44+03:00

Η διαχείριση του άγχους είναι κάτι που τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να μάθουν, αρκεί να νιώθουν ότι έχουν δίπλα τους ανθρώπους που τους καταλαβαίνουν και τους στηρίζουν. Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και το ευρύτερο περιβάλλον, παίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Μερικοί τρόποι που μπορούν να βοηθήσουν είναι:

  • Συζητάμε με το παιδί μας για το άγχος του, χωρίς να το πιέζουμε ή να το κρίνουμε. Δεν είναι πάντα απαραίτητο να του δώσουμε άμεσες συμβουλές, μερικές φορές, το πιο σημαντικό είναι απλώς να το ακούσουμε προσεκτικά, δείχνοντας κατανόηση και αποδοχή
  • Αφιερώνουμε ποιοτικό χρόνο σε καθημερινές δραστηριότητες με τα παιδιά, ανάλογες με την ηλικία τους, π.χ. συζήτηση, παιχνίδι, ζωγραφική κ.λπ., ή δίνουμε έστω τη δυνατότητα να είναι δίπλα μας όταν το έχουν ανάγκη, ακόμα κι αν εμείς κάνουμε κάτι άλλο.
  • Γελάμε μέσα στη οικογένεια: Τα αστεία, τα ανέκδοτα, μία ευχάριστη ταινία στην τηλεόραση ή στον κινηματογράφο, τα κόμικς, τα ευχάριστα ομαδικά παιχνίδια αποτελούν έξυπνα και ευχάριστα διαλείμματα από το καθημερινό στρες.
  • Δείχνουμε στοργή μέσα από φυσική επαφή. Αγκαλιάζουμε τα παιδιά μας συχνά, προκειμένου να τα καθησυχάσουμε και να τα ηρεμήσουμε.
  • Προτείνουμε στα παιδιά δραστηριότητες που τα χαλαρώνουν και τα βοηθούν να εκτονωθούν, είτε πρόκειται για κάποιο χόμπι είτε για κάποια μορφή σωματικής άσκησης.
  • Τα βοηθούμε να αναπτύξουν και να διατηρήσουν φιλίες. Οι φιλίες και οι κοινωνικές σχέσεις παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη συναισθηματική ισορροπία. Τα παιδιά που αισθάνονται ότι έχουν φίλους στους οποίους μπορούν να βασιστούν είναι λιγότερο αγχώδη και πιο ανθεκτικά στις δυσκολίες.
  • Υποστηρίζουμε στενές σχέσεις και με άλλα άτομα (συγγενείς, φίλους κ.ά.), ώστε τα παιδιά να έχουν κάποιον τρίτο για να συζητήσουν μαζί του τα θέματα που τα απασχολούν.
  • Ως γονείς, πρέπει να θυμόμαστε ότι τα παιδιά μαθαίνουν να διαχειρίζονται το άγχος τους παρατηρώντας εμάς. Αν αντιδρούμε με ψυχραιμία και βρίσκουμε λειτουργικούς τρόπους να αντιμετωπίζουμε το δικό μας στρες, τους δίνουμε ένα θετικό παράδειγμα. Αντίθετα, αν δείχνουμε συνεχώς αγχωμένοι ή αντιδρούμε υπερβολικά στις δυσκολίες, είναι πιθανό να αναπαράγουν τις ίδιες αντιδράσεις.
  • Μειώνουμε τις συγκρούσεις με τον/την σύντροφό μας, τουλάχιστον μπροστά στο παιδί ή στα παιδιά. Η σχέση των γονιών επηρεάζει κατά πολύ τη συναισθηματική ισορροπία των παιδιών.
Ποια είναι η σχέση του άγχους με άλλες συμπεριφορές, όπως εθισμός, κοινωνική απομόνωση ή αλλαγές στη διάθεση;2025-03-12T14:32:59+03:00

Το άγχος δεν επηρεάζει μόνο το πώς σκέφτεται ή νιώθει ένα παιδί, αλλά συχνά οδηγεί και σε συμπεριφορές που μπορεί να φαίνονται ανεξήγητες ή ανησυχητικές για τους γονείς. Πολλά παιδιά και έφηβοι, όταν δεν μπορούν να διαχειριστούν την εσωτερική ένταση που βιώνουν, βρίσκουν τρόπους να «ξεφύγουν» από το άγχος τους. Κάποιες φορές, αυτοί οι τρόποι είναι υγιείς – όπως η σωματική άσκηση ή η δημιουργική απασχόληση. Άλλες φορές, όμως, μπορεί να καταφύγουν σε συμπεριφορές που ενισχύουν το πρόβλημα, όπως η κοινωνική απομόνωση, η υπερβολική χρήση της τεχνολογίας ή ακόμα και ο εθισμός σε συγκεκριμένες δραστηριότητες.

Η κοινωνική απομόνωση είναι μια από τις πιο συχνές συνέπειες του χρόνιου άγχους. Ένα παιδί που νιώθει έντονη ανησυχία μπορεί να αρχίσει να αποφεύγει τις κοινωνικές συναναστροφές, να μην θέλει να πάει σε εκδηλώσεις ή ακόμα και να εγκαταλείψει δραστηριότητες που κάποτε απολάμβανε. Συχνά, η αποφυγή αυτή δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο: το παιδί δεν εκτίθεται σε καταστάσεις που θα μπορούσαν να το βοηθήσουν να εξοικειωθεί με τις ανησυχίες του, με αποτέλεσμα το άγχος του να μεγαλώνει αντί να μειώνεται.

Ένα άλλο συχνό φαινόμενο είναι η υπερβολική ενασχόληση με την τεχνολογία και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πολλά παιδιά και έφηβοι προσπαθούν να ξεφύγουν από το άγχος τους περνώντας ώρες μπροστά σε μια οθόνη – είτε στα βιντεοπαιχνίδια, είτε στα social media, είτε παρακολουθώντας ασταμάτητα βίντεο. Αυτό τους δίνει μια προσωρινή αίσθηση ανακούφισης, όμως στην πραγματικότητα εντείνει το πρόβλημα. Η υπερβολική χρήση της τεχνολογίας έχει συνδεθεί με αυξημένο στρες, μειωμένη ποιότητα ύπνου και επιδείνωση της κοινωνικής ζωής. Όσο περισσότερο ένα παιδί «ξεφεύγει» μέσα από την οθόνη, τόσο πιο δύσκολο του γίνεται να αντιμετωπίσει τις πραγματικές του ανησυχίες.

Το άγχος επηρεάζει επίσης τη διάθεση και τη συναισθηματική ρύθμιση. Τα παιδιά και οι έφηβοι που βιώνουν έντονο άγχος μπορεί να γίνουν πιο ευερέθιστα, να έχουν απότομες αλλαγές στη διάθεση, να ξεσπούν με θυμό ή να παρουσιάσουν σημάδια κατάθλιψης. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, το άγχος μπορεί να προκαλέσει γενική συναισθηματική δυσφορία – ένα διαρκές αίσθημα ανησυχίας, εξάντλησης ή ακόμα και αβοηθησίας.

Ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό στοιχείο είναι η σχέση του άγχους με τον αυτοτραυματισμό. Ορισμένοι έφηβοι, μη μπορώντας να διαχειριστούν την ένταση που νιώθουν, καταφεύγουν σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, όπως το να χαράζουν το δέρμα τους ή να προκαλούν πόνο στον εαυτό τους. Για αυτούς, ο αυτοτραυματισμός λειτουργεί σαν ένας προσωρινός τρόπος εκτόνωσης, όμως είναι ένα σημάδι ότι το άγχος τους έχει φτάσει σε σημείο που χρειάζεται άμεση υποστήριξη. Αν οι γονείς παρατηρήσουν σημάδια αυτοτραυματισμού, είναι σημαντικό να μην αντιδράσουν με θυμό ή τιμωρητική διάθεση, αλλά με κατανόηση και διάθεση για βοήθεια.

Οι γονείς συχνά δυσκολεύονται να καταλάβουν αυτές τις συμπεριφορές και μπορεί να τις παρερμηνεύσουν ως «τεμπελιά», «αδιαφορία» ή «αντικοινωνικότητα». Στην πραγματικότητα, όμως, ένα παιδί που απομονώνεται, που περνά ατελείωτες ώρες στο κινητό ή που εμφανίζει έντονες αλλαγές στη διάθεσή του, μπορεί να προσπαθεί να επικοινωνήσει ένα βαθύτερο συναισθηματικό ζήτημα που δεν μπορεί να εκφράσει με λόγια.

Η κατανόηση και η σωστή ψυχολογική παρέμβαση μπορούν να βοηθήσουν ένα παιδί να αναπτύξει πιο υγιείς μηχανισμούς αντιμετώπισης του άγχους. Με την κατάλληλη υποστήριξη, μπορεί να μάθει να διαχειρίζεται τις δυσκολίες του χωρίς να χρειάζεται να απομονώνεται, να «κρύβεται» πίσω από την τεχνολογία ή να καταφεύγει σε ανθυγιεινές συμπεριφορές. Η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης, η ανοιχτή επικοινωνία και η ενθάρρυνση δραστηριοτήτων που βοηθούν στην έκφραση των συναισθημάτων είναι τα πιο ισχυρά εργαλεία που μπορούν να προσφέρουν οι γονείς στα παιδιά τους.

Ποιες φυσιολογικές αντιδράσεις (π.χ. ψυχοσωματικά συμπτώματα, τικ) μπορεί να αποτελούν ενδείξεις άγχους;2025-03-12T14:32:04+03:00

Το άγχος στα παιδιά και τους εφήβους δεν εκδηλώνεται μόνο με ανησυχίες και φόβους. Συχνά εμφανίζεται μέσα από σωματικές αντιδράσεις, οι οποίες μπορεί να προβληματίσουν τους γονείς, καθώς μοιάζουν με συμπτώματα οργανικών προβλημάτων. Αυτές οι φυσιολογικές αντιδράσεις είναι αποτέλεσμα της βιολογικής απόκρισης του σώματος στο στρες. Όταν ένα παιδί αισθάνεται έντονο άγχος, ο οργανισμός του απελευθερώνει ορμόνες όπως η κορτιζόλη και η αδρεναλίνη, οι οποίες επηρεάζουν το νευρικό και το καρδιαγγειακό σύστημα.

Ένα από τα πιο συχνά ψυχοσωματικά συμπτώματα του άγχους είναι ο πόνος στο στομάχι ή η τάση για εμετό, ειδικά πριν από στρεσογόνες καταστάσεις, όπως ένα διαγώνισμα ή μια κοινωνική εκδήλωση. Το πεπτικό σύστημα επηρεάζεται άμεσα από το στρες, με αποτέλεσμα κάποια παιδιά να εμφανίζουν φούσκωμα, δυσκοιλιότητα ή ακόμα και σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Οι στομαχόπονοι που δεν σχετίζονται με κάποια παθολογική αιτία είναι ένα συχνό σημάδι άγχους.

Εκτός από το στομάχι, το άγχος μπορεί να εκδηλωθεί και μέσω πονοκεφάλων ή μυϊκής έντασης. Όταν το παιδί νιώθει έντονη πίεση, οι μύες του, ειδικά στον αυχένα, τους ώμους και το κεφάλι, μπορεί να σφίγγονται, οδηγώντας σε πονοκεφάλους τάσης. Αυτή η συνεχής ένταση μπορεί να προκαλέσει χρόνιους πονοκεφάλους που συνδέονται με το παρατεταμένο άγχος.

Άλλα παιδιά μπορεί να βιώσουν έντονη ταχυκαρδία, δυσκολία στην αναπνοή ή ζαλάδα. Αυτά τα συμπτώματα είναι πιο συχνά σε παιδιά που έχουν κρίσεις άγχους ή πανικού. Συχνά, το παιδί μπορεί να πει ότι νιώθει ότι η καρδιά του χτυπάει πολύ δυνατά ή ότι δεν μπορεί να πάρει αρκετό αέρα. Αυτές οι αισθήσεις μπορεί να είναι τρομακτικές τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και για τους γονείς του, όμως είναι μέρος της φυσιολογικής αντίδρασης του σώματος στο έντονο στρες.

Μια ακόμη εκδήλωση του άγχους είναι τα νευρικά τικ. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν ακούσιες κινήσεις, όπως ανοιγοκλείσιμο των ματιών, σφίξιμο των γνάθων, επαναλαμβανόμενες κινήσεις των χεριών ή ακόμα και ήχους, όπως μικρούς βήχες ή καθαρισμό του λαιμού. Τα τικ μπορεί να εμφανίζονται προσωρινά και να υποχωρούν όταν το παιδί αισθανθεί μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά αν επιμένουν ή επιδεινώνονται, μπορεί να χρειάζεται παρέμβαση από ειδικό.

Για τους γονείς, αυτά τα συμπτώματα μπορεί να είναι δύσκολο να συνδεθούν με το άγχος, καθώς μοιάζουν με οργανικά προβλήματα. Συχνά, τα παιδιά εκφράζουν την ανησυχία τους μέσα από το σώμα τους, επειδή δεν μπορούν πάντα να βάλουν σε λέξεις τα συναισθήματά τους. Αν παρατηρήσετε ότι αυτά τα συμπτώματα επιμένουν για μεγάλο διάστημα ή εμφανίζονται κάθε φορά που το παιδί βρίσκεται υπό πίεση, ίσως είναι χρήσιμο να διερευνήσετε αν σχετίζονται με άγχος.

Η αναγνώριση αυτών των ενδείξεων μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να υποστηρίξουν το παιδί τους, είτε μέσα από τη συζήτηση και την κατανόηση είτε, αν χρειάζεται, με τη βοήθεια ενός ειδικού ψυχικής υγείας. Το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση, αλλά όταν αρχίζει να επηρεάζει τη λειτουργικότητα του παιδιού, η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να κάνει τη διαφορά.

Πότε το άγχος θεωρείται φυσιολογικό και πότε χρειάζεται παρέμβαση;2025-03-12T14:31:03+03:00

Το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού σε στρεσογόνες καταστάσεις, και σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να είναι ακόμα και βοηθητικό. Ένα παιδί που νιώθει άγχος πριν από ένα διαγώνισμα, μια αθλητική διοργάνωση ή μια νέα εμπειρία, μπορεί να κινητοποιείται ώστε να προετοιμαστεί καλύτερα. Όταν όμως το άγχος είναι υπερβολικό, επίμονο και επηρεάζει την καθημερινότητα του παιδιού σε σημαντικό βαθμό, τότε μπορεί να χρειάζεται παρέμβαση.

Το φυσιολογικό άγχος είναι προσωρινό και περιορίζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Το παιδί μπορεί να νιώθει νευρικό πριν από μια πρόκληση, αλλά μόλις αυτή περάσει, το άγχος υποχωρεί. Από την άλλη πλευρά, αν το άγχος εμποδίζει το παιδί να συμμετέχει σε δραστηριότητες, να κοιμηθεί ή να λειτουργήσει φυσιολογικά, μπορεί να είναι σημάδι ότι έχει ξεπεράσει τα φυσιολογικά όρια.

Υπάρχουν ορισμένα σημάδια που δείχνουν ότι το άγχος ενός παιδιού μπορεί να είναι προβληματικό:

  • Αν το παιδί αρχίζει να αποφεύγει καταστάσεις που παλιότερα του άρεσαν – όπως τα αθλήματα, οι εξωσχολικές δραστηριότητες ή οι κοινωνικές συναναστροφές.
  • Αν έχει δυσκολία να κοιμηθεί, ξυπνάει συχνά μέσα στη νύχτα ή βλέπει συχνούς εφιάλτες, ειδικά για πολλές συνεχόμενες εβδομάδες.
  • Συνεχείς πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι ή τάση για εμετό που δεν έχουν κάποια οργανική αιτία.
  • Ξαφνικές εξάρσεις φόβου ή ακόμα και κρίσεις πανικού, με δύσπνοια, ταχυκαρδία και αίσθηση απώλειας ελέγχου.
  • Εάν το παιδί κάνει συνεχώς αρνητικές σκέψεις για πιθανές αποτυχίες και νιώθει ότι δεν είναι αρκετά ικανό, ακόμα και όταν δεν υπάρχει αντικειμενικός λόγος.
  • Αν εκφράζει συχνά χαμηλή αυτοεκτίμηση, αισθάνεται ανεπαρκές ή πιστεύει ότι δεν αξίζει την αγάπη και την αποδοχή των άλλων.

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το χρόνιο άγχος δεν είναι απλώς μια «φάση» που θα ξεπεράσει μόνο του το παιδί. Εάν αυτά τα συμπτώματα επιμένουν για εβδομάδες ή επηρεάζουν τη σχολική και κοινωνική του ζωή, τότε θα πρέπει να σκεφτούμε να ζητήσουμε βοήθεια από έναν ειδικό ψυχικής υγείας. Ο ειδικός μπορεί να βοηθήσει το παιδί να κατανοήσει και να διαχειριστεί το άγχος του μέσα από τεχνικές χαλάρωσης και άλλες αποτελεσματικές μεθόδους, όπως η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία.

Οι γονείς μπορούν, επίσης, να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση του άγχους των παιδιών τους. Μερικοί τρόποι που μπορούν να βοηθήσουν είναι:

  • Φροντίστε να ρωτάτε το παιδί πώς νιώθει και να του δείχνετε ότι είστε διαθέσιμοι να το ακούσετε χωρίς να το πιέζετε. Φράσεις όπως «Μην αγχώνεσαι» συχνά δεν βοηθούν – το παιδί μπορεί να αισθανθεί ότι τα συναισθήματά του δεν έχουν σημασία. Αντίθετα, μπορείτε να πείτε: «Καταλαβαίνω ότι αυτό σε προβληματίζει. Θέλεις να το συζητήσουμε και να δούμε πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε;».
  • Τα παιδιά νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια όταν έχουν ένα σταθερό πρόγραμμα ύπνου, διαβάσματος και χαλάρωσης.
  • Η άσκηση μειώνει το άγχος και βελτιώνει τη διάθεση. Ακόμα και μια βόλτα, ένα άθλημα ή λίγος χορός μπορούν να κάνουν μεγάλη διαφορά.
  • Η βαθιά αναπνοή και η προοδευτική μυϊκή χαλάρωση μπορούν να βοηθήσουν το παιδί να ηρεμήσει. Δοκιμάστε μαζί του μια απλή άσκηση αναπνοής, όπως να εισπνέει για 4 δευτερόλεπτα, να κρατάει την αναπνοή του για 4 δευτερόλεπτα και να εκπνέει αργά για 6 δευτερόλεπτα.
  • Αν και είναι φυσιολογικό να θέλετε να προστατεύσετε το παιδί σας από το άγχος, η αποφυγή κάθε δύσκολης κατάστασης μπορεί να το κάνει λιγότερο ικανό να διαχειρίζεται το στρες. Δώστε του ευκαιρίες να μάθει να αντιμετωπίζει μικρές προκλήσεις, ώστε να αναπτύξει αυτοπεποίθηση.
  • Τα παιδιά μαθαίνουν από τον τρόπο που οι γονείς τους αντιμετωπίζουν το άγχος. Αν βλέπουν ότι διαχειρίζεστε το δικό σας στρες με ψυχραιμία, χωρίς πανικό ή υπερβολική ανησυχία, είναι πιο πιθανό να κάνουν το ίδιο.

Το άγχος δεν πρέπει να αγνοείται ή να υποτιμάται. Όσο πιο γρήγορα εντοπιστούν τα σημάδια και δοθεί η σωστή υποστήριξη, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες το παιδί να αναπτύξει μηχανισμούς διαχείρισης που θα το βοηθήσουν και στην ενήλικη ζωή του. Αν νιώθετε ότι το άγχος του παιδιού σας ξεπερνά τις αντοχές του, μη διστάσετε να ζητήσετε βοήθεια από έναν ειδικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχετε αποτύχει ως γονείς – αντίθετα, δείχνει ότι ενδιαφέρεστε και θέλετε να προσφέρετε στο παιδί σας τα εργαλεία που χρειάζεται για να νιώθει πιο ασφαλές και ισορροπημένο.

Πώς εκδηλώνεται το άγχος σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες;2025-03-12T14:30:08+03:00

Το άγχος μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά εκδηλώνεται με διαφορετικούς τρόπους καθώς το παιδί μεγαλώνει. Οι ανησυχίες που έχει ένα παιδί σε κάθε στάδιο της ανάπτυξής του σχετίζονται τόσο με τη γνωστική του ωριμότητα όσο και με τις εμπειρίες που βιώνει. Το να γνωρίζουν οι γονείς πώς μπορεί να φαίνεται το άγχος σε κάθε ηλικία, μπορεί να τους βοηθήσει να αναγνωρίσουν έγκαιρα τα σημάδια και να υποστηρίξουν καλύτερα το παιδί τους.

Στα πρώτα χρόνια της ζωής, το πιο συνηθισμένο είδος άγχους είναι ο φόβος αποχωρισμού. Από τους 8 μήνες έως περίπου τα 3 χρόνια (με κορύφωση συνήθως ανάμεσα στον 18ο και 24ο μήνα), είναι φυσιολογικό τα παιδιά να αντιδρούν έντονα όταν αποχωρίζονται τους γονείς τους. Αυτό μπορεί να εκδηλωθεί με έντονο κλάμα όταν οι γονείς φεύγουν, άρνηση να μείνουν με άλλους φροντιστές, δυσκολίες στον ύπνο ή ακόμα και εφιάλτες. Παρόλο που είναι μια φυσιολογική φάση ανάπτυξης, όταν το άγχος αποχωρισμού είναι πολύ έντονο ή συνεχίζεται για μεγάλο διάστημα (π.χ. ακόμη και όταν το παιδί πάει στο Δημοτικό), μπορεί να δυσκολεύει την καθημερινότητα του παιδιού και να χρειάζεται επιπλέον υποστήριξη.

Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, μπορεί να εκδηλώνουν το άγχος τους μέσα από σωματικά συμπτώματα, όπως στομαχόπονους, τάση για εμετό ή απώλεια όρεξης και αλλαγές ως προς το φαγητό, με αλλαγές στις συνήθειες ύπνου ή με απότομες αλλαγές στις συναισθηματικές αντιδράσεις (κυκλοθυμία). Κάποια παιδιά μπορεί να επιστρέψουν σε συμπεριφορές που είχαν ξεπεράσει, όπως το πιπίλισμα του δακτύλου ή η ενούρηση. Επίσης, μπορεί να δείξουν έντονη προσκόλληση στους γονείς τους και μεγάλη δυσφορία σε νέες εμπειρίες.

Στη σχολική ηλικία, οι ανησυχίες των παιδιών αλλάζουν. Το σχολείο γίνεται ένας σημαντικός παράγοντας άγχους, ειδικά αν το παιδί αισθάνεται πίεση για καλές επιδόσεις ή ανησυχεί για το πώς το βλέπουν οι συνομήλικοί του (κοινωνική αποδοχή). Μπορεί να εκδηλώσει το άγχος του με υπερβολική ανησυχία για τα διαγωνίσματα, φόβο αποτυχίας ή δυσκολία στη συγκέντρωση. Τα σωματικά συμπτώματα είναι επίσης πολύ συχνά – πολλά παιδιά παραπονιούνται για πονοκεφάλους ή στομαχόπονους, ιδιαίτερα πριν από σχολικές εξετάσεις ή άλλες καταστάσεις που απαιτούν να εκτεθούν μπροστά σε άλλους (π.χ. σχολικές παραστάσεις). Ένα παιδί με άγχος μπορεί να είναι υπερβολικά ευαίσθητο στην κριτική, να αποφεύγει κοινωνικές καταστάσεις ή να εμφανίζει τελειομανία – να αγχώνεται υπερβολικά για το αν έκανε κάποιο λάθος ή αν απάντησε σωστά σε μια ερώτηση στο σχολείο. Το bullying ή η κοινωνική απομόνωση αποτελούν, επίσης, συχνές πηγές άγχους και μπορεί να οδηγήσουν σε απόσυρση, χαμηλή αυτοεκτίμηση και φόβο για το πώς το βλέπουν οι άλλοι.

Στην εφηβεία, το άγχος γίνεται πιο περίπλοκο, καθώς οι ανησυχίες πλέον αφορούν όχι μόνο το σχολείο και τις επιδόσεις, αλλά και θέματα αυτοεικόνας, κοινωνικών/συντοφικών σχέσεων και προσδοκιών για το μέλλον (σπουδές, επάγγελμα κλπ). Πολλοί έφηβοι ανησυχούν για το πώς φαίνονται, για το αν είναι αρκετά αποδεκτοί στην παρέα τους ή για το τι θα κάνουν στο μέλλον. Το άγχος για τις σχολικές επιδόσεις εξακολουθεί να είναι σημαντικό, αλλά η ανησυχία για την κοινωνική εικόνα γίνεται εξίσου έντονη.

Σε αυτή την ηλικία, οι έφηβοι που αντιμετωπίζουν άγχος μπορεί να παρουσιάσουν μειωμένη αυτοπεποίθηση, δυσκολία στη λήψη αποφάσεων, έντονο φόβο αποτυχίας ή τελειομανία. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συχνά επιδεινώνουν αυτά τα συναισθήματα, καθώς η συνεχής σύγκριση με άλλους μπορεί να δημιουργήσει χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυξημένη αυτοκριτική.

Το άγχος μπορεί επίσης να εκδηλωθεί μέσα από σωματικά και συναισθηματικά συμπτώματα, όπως αϋπνία, πονοκεφάλους, ευερεθιστότητα, αλλαγές στη διάθεση και απόσυρση από φίλους και οικογένεια. Κάποιοι έφηβοι μπορεί να στραφούν σε ανθυγιεινούς τρόπους διαχείρισης, όπως η υπερβολική ενασχόληση με το κινητό και τα social media, η αποφυγή ευθυνών ή ακόμα και η χρήση αλκοόλ και ουσιών για να μειώσουν το άγχος τους.

Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, το άγχος μπορεί να οδηγήσει σε κρίσεις πανικού ή ακόμα και καταθλιπτικά συμπτώματα. Οι γονείς χρειάζεται να είναι προσεκτικοί αν ο έφηβος αρχίσει να αποσύρεται από δραστηριότητες που κάποτε του άρεσαν, να αποφεύγει κοινωνικές επαφές ή να εκφράζει πολύ αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό του. Αυτά μπορεί να είναι σημάδια ότι το άγχος έχει αρχίσει να επηρεάζει σοβαρά την καθημερινότητά του και ίσως χρειάζεται επιπλέον υποστήριξη από έναν ειδικό.

Κατανοώντας πώς εκδηλώνεται το άγχος σε κάθε ηλικία, οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους να το διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά. Η διατήρηση ενός ασφαλούς και υποστηρικτικού περιβάλλοντος, η ενθάρρυνση της αυτονομίας και η ανοιχτή επικοινωνία είναι βασικά εργαλεία για τη μείωση του άγχους. Αν παρατηρήσετε ότι το άγχος επηρεάζει τη λειτουργικότητα και την ευημερία του παιδιού ή του εφήβου σας, η βοήθεια ενός ειδικού μπορεί να κάνει τη διαφορά, προσφέροντάς του στρατηγικές και εργαλεία για να διαχειριστεί καλύτερα τις ανησυχίες του.

Ποιοι παράγοντες (γενετικοί, περιβαλλοντικοί) συμβάλλουν στην εμφάνιση άγχους στα παιδιά και τους εφήβους;2025-03-12T14:28:09+03:00

Το άγχος στα παιδιά και τους εφήβους είναι κάτι που πολλοί γονείς παρατηρούν, αλλά συχνά δυσκολεύονται να καταλάβουν από πού προέρχεται. Δεν υπάρχει μία μόνο αιτία που το προκαλεί. Αντίθετα, είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους – η κληρονομικότητα, το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει το παιδί, η οικογένεια και οι σχέσεις του με τους άλλους.

Μερικά παιδιά είναι από τη φύση τους πιο επιρρεπή στο άγχος. Αν ένας γονιός ή κάποιος στενός συγγενής έχει αγχώδη διαταραχή, τότε το παιδί έχει αυξημένες πιθανότητες να αντιμετωπίσει και αυτό άγχος. Έρευνες δείχνουν ότι η κληρονομικότητα των αγχωδών διαταραχών μπορεί να φτάσει το 30-40%. Αυτό δεν σημαίνει ότι το παιδί οπωσδήποτε θα αναπτύξει άγχος, αλλά ότι έχει μεγαλύτερη ευαισθησία. Επιπλέον, ο τρόπος που λειτουργεί ο εγκέφαλός του παίζει σημαντικό ρόλο. Κάποια παιδιά γεννιούνται με μια πιο «ευαίσθητη» αμυγδαλή – το μέρος του εγκεφάλου που επεξεργάζεται τον φόβο και τις απειλές. Αυτό τα κάνει να αντιδρούν πιο έντονα στο στρες, ακόμα κι όταν το ερέθισμα δεν είναι τόσο σοβαρό.

Πέρα από τη βιολογία, το περιβάλλον επηρεάζει πολύ το αν και πώς θα αναπτυχθεί το άγχος. Το σχολείο είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες, ειδικά όταν υπάρχει μεγάλη πίεση για καλές επιδόσεις, αυστηρά συστήματα αξιολόγησης ή περιστατικά σχολικού εκφοβισμού (bullying). Τα παιδιά που δέχονται bullying μπορεί να κουβαλήσουν αυτό το άγχος για πολλά χρόνια, ακόμα και μετά την ενηλικίωσή τους. Επίσης, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένας σύγχρονος παράγοντας που αυξάνει το άγχος, ιδιαίτερα στους εφήβους. Όταν ένα παιδί βλέπει συνεχώς «τέλειες» εικόνες ζωής στο Instagram ή το TikTok, μπορεί να νιώσει ότι δεν είναι αρκετά καλό ή ότι υστερεί σε σχέση με τους συνομηλίκους του. Επιπλέον, η διαδικτυακή παρενόχληση (cyberbullying) δημιουργεί τεράστια ψυχολογική επιβάρυνση, γιατί τα παιδιά δυσκολεύονται να αποστασιοποιηθούν από τα αρνητικά σχόλια που δέχονται.

Η οικογένεια είναι επίσης καθοριστικός παράγοντας στην ανάπτυξη ή την πρόληψη του άγχους. Ένα σταθερό και υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να προστατεύσει το παιδί, ακόμα και αν είναι γενετικά πιο επιρρεπές στο άγχος. Από την άλλη, οι συνεχείς συγκρούσεις, η υπερβολική αυστηρότητα ή η υπερπροστατευτικότητα μπορούν να ενισχύσουν το άγχος του παιδιού. Όταν οι γονείς ανησυχούν υπερβολικά για την ασφάλεια ή την επιτυχία του παιδιού, μπορεί άθελά τους να του μεταδώσουν το μήνυμα ότι ο κόσμος είναι ένα απειλητικό μέρος. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά υπερπροστατευτικών γονιών έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να μάθουν πώς να διαχειρίζονται το άγχος τους, γιατί δεν τους δίνεται η ευκαιρία να αντιμετωπίσουν μικρές προκλήσεις και να βρουν λύσεις μόνα τους.

Επιπλέον, όταν ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα σπίτι με υψηλά επίπεδα έντασης ή με γονείς που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι ψυχικές δυσκολίες, όπως κατάθλιψη ή αγχώδεις διαταραχές, έχει αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξει άγχος. Το συναισθηματικό κλίμα μέσα στην οικογένεια καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το πώς το παιδί θα μάθει να διαχειρίζεται τις στρεσογόνες καταστάσεις.

Το θετικό είναι ότι το άγχος μπορεί να αντιμετωπιστεί, αρκεί να αναγνωριστεί έγκαιρα. Οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους με διάφορους τρόπους. Είναι σημαντικό να τα ενθαρρύνουν να είναι πιο ανεξάρτητα, να δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου νιώθουν ασφάλεια και να τους μαθαίνουν πώς να διαχειρίζονται τα δύσκολα συναισθήματα. Το άγχος δεν είναι απλώς μια φάση που θα περάσει από μόνη της. Αν παρατηρείτε ότι το παιδί σας δυσκολεύεται να το διαχειριστεί, είναι καλό να αναζητήσετε υποστήριξη από έναν ειδικό ψυχικής υγείας. Με την κατάλληλη βοήθεια, τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να μάθουν να αντιμετωπίζουν το άγχος τους και να αποκτήσουν μεγαλύτερη ψυχική ανθεκτικότητα για τη ζωή.

Βιβλιογραφικές Αναφορές2025-03-12T14:40:01+03:00

Arseneault, L. (2018). The persistent and pervasive impact of being bullied in childhood and adolescence. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 59(4), 405-421.

Balázs, J., Miklósi, M., Keresztény, Á., Hoven, C. W., Carli, V., Wasserman, C., … & Wasserman, D. (2016). Adolescent subthreshold-depression and anxiety: Psychopathology, functional impairment and increased suicide risk. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 57(4), 474-482.

Bar-Haim, Y., Lamy, D., Pergamin, L., Bakermans-Kranenburg, M. J., & van IJzendoorn, M. H. (2007). Threat-related attentional bias in anxious and nonanxious individuals: A meta-analytic study. Psychological Bulletin, 133(1), 1-24.

Eley, T. C., McAdams, T. A., Rijsdijk, F. V., Lichtenstein, P., Narusyte, J., Reiss, D., & Neiderhiser, J. M. (2015). The Intergenerational Transmission of Anxiety: A Children-of-Twins Study. American Journal of Psychiatry, 172(7), 630-637.

Gregory, A. M., & Sadeh, A. (2012). Sleep, emotional and behavioral difficulties in children and adolescents. Sleep Medicine, 21, 19-25.

Gunnar, M. R., & Quevedo, K. (2007). The neurobiology of stress and development. Annual Review of Psychology, 58, 145-173.

Kendall, P. C., & Suveg, C. (2006). Treating anxiety disorders in youth. Clinical Child and Family Psychology Review, 9(2), 74-97.

Mayer, E. A., Padua, D., & Tillisch, K. (2015). Altered brain-gut axis in autism: Comorbidity or causative mechanisms? BioEssays, 37(5), 475-483.

McLeod, B. D., Wood, J. J., & Weisz, J. R. (2007). Examining the association between parenting and child anxiety. Clinical Psychology Review, 27(2), 155-172.

Muris, P., Merckelbach, H., Gadet, B., & Moulaert, V. (2001). Fears, worries, and scary dreams in 4-to-12-year-old children. Journal of Clinical Child Psychology, 30(1), 66-76.

Nock, M. K. (2010). Self-injury. Annual Review of Clinical Psychology, 6, 339-363.

Silverman, W. K., & Field, A. P. (2011). Anxiety disorders in children and adolescents. Cambridge University Press.

Singer, H. S. (2009). Motor stereotypies. Seminars in Pediatric Neurology, 24(3), 117-124.

Spence, S. H., & Rapee, R. M. (2016). The etiology of social anxiety disorder: An evidence-based model. Behaviour Research and Therapy, 86, 50-67.

Stein, M. B., & Craske, M. G. (2017). Treating anxiety in children and adolescents. New England Journal of Medicine, 377(25), 2433-2442.

Twenge, J. M., & Campbell, W. K. (2018). Associations between screen time and lower psychological well-being among children and adolescents: Evidence from a population-based study. Preventive Medicine Reports, 12, 271-283.

Wood, J. J., McLeod, B. D., Sigman, M., Hwang, W. C., & Chu, B. C. (2003). Parenting and childhood anxiety: Theory, empirical findings, and future directions. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 44(1), 134-151.

Σε παιδιά με διάγνωση ΔΕΠ-Υ ή ΔΑΦ παρατηρούνται συχνά δυσκολίες με τη ρύθμιση του συναισθήματος. Πώς μπορούμε να υποστηρίξουμε τα παιδιά σε τέτοιες περιπτώσεις;2025-02-18T12:09:20+03:00

Τα παιδιά με διάγνωση ΔΕΠ-Υ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας) και ΔΑΦ (Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος), δυσκολεύονται στη ρύθμιση του συναισθήματος και στον αυτοέλεγχο. Συνήθεις εκδηλώσεις συναισθηματικής απορρύθμισης αποτελούν οι απότομες και έντονες συναισθηματικές εκρήξεις, το παρατεταμένο κλάμα ή φωνές, επιθετικές συμπεριφορές και δυσκολία να ηρεμήσουν μετά από ένα ψυχοπιεστικό γεγονός. Η διαχείριση της συναισθηματικής απορρύθμισης σε αυτές τις περιπτώσεις περιλαμβάνει ένα συνδυασμό πολυεπίπεδων παρεμβάσεων, όπως προσαρμοσμένες στρατηγικές συμπεριφοράς, θεραπευτικές παρεμβάσεις και αλλαγές στο περιβάλλον, με στόχο την ανάπτυξη δεξιοτήτων στα παιδιά για επικοινωνία, κατανόηση και ρύθμιση των συναισθημάτων τους. Ειδικότερα:

  • Αξιολόγηση των συναισθηματικών εντάσεων και εκρήξεων. Προσπαθούμε δηλαδή να καταλάβουμε τι μπορεί να προκάλεσε στο παιδί την συναισθηματική απορρύθμιση, π.χ. μία ξαφνική αλλαγή στο πρόγραμμα που ενδεχομένως προκαλεί στο παιδί ιδιαίτερο άγχος και ως αποτέλεσμα έρχεται η συναισθηματική έκρηξη.
  • Δημιουργία υποστηρικτικού περιβάλλοντος που μειώνει τους εκλυτικούς συναισθηματικούς παράγοντες. Αν π.χ. ένα παιδί δυσκολεύεται με την παρουσία του σε μέρη με πολύ κόσμο, μπορούμε να προτιμάμε εξόδους σε πιο ήσυχες ώρες ή να δίνουμε στο παιδί κάποιο αισθητηριακό παιχνίδι που μπορεί να το βοηθήσει να παραμείνει πιο ήρεμο.
  • Εκμάθηση δεξιοτήτων διαχείρισης συναισθημάτων, όπως αναπνοές, μέτρηση μέχρι το 10, χρήση ενός αντικειμένου αποφόρτισης. Αυτές οι τεχνικές μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το παιδί, όταν βρίσκεται σε ένταση.
  • Εκμάθηση κοινωνικών δεξιοτήτων, όπως το πώς μπορεί να αλληλοεπιδρά κατάλληλα με τους άλλους γύρω του, το οποίο μπορεί να μειώσει σημαντικά το κοινωνικό άγχος και συνεπώς τη συναισθηματική απορρύθμιση.
  • Χρήση οπτικών μέσων για την αναπαράσταση των συναισθημάτων ή αφήγηση ιστοριών μπορούν επίσης να βοηθήσουν το παιδί να κατανοεί και να επικοινωνεί τα συναισθήματά του περισσότερο και με πιο αποτελεσματικό τρόπο.
  • Εκπαίδευση της οικογένειας σχετικά με τη συναισθηματική απορρύθμιση, την έγκαιρη αναγνώριση των εκλυτικών παραγόντων και ενδείξεων και διαχείριση των συναισθηματικών εκρήξεων με ηρεμία και σταθερότητα.
  • Υποστήριξη από σχετικούς επαγγελματίες με συνεδρίες εργοθεραπείας, λογοθεραπείας και ψυχοθεραπείας.
Οι έφηβοι περιμένουν συχνά να ανταμειφθούν για τη συμπεριφορά τους ή την επίδοση στο σχολείο. Τι μπορούμε να κάνουμε σε αυτήν την περίπτωση;2025-02-18T12:07:41+03:00

Καταρχήν, ως γονείς χρειάζεται να αναρωτηθούμε γιατί ο/η έφηβος περιμένει ή χρειάζεται ανταμοιβή για τη συμπεριφορά του ή την καλή επίδοση στο σχολείο.  Είναι μια λάθος σύνδεση που έχει χτιστεί από όταν ήταν παιδάκι και για ποιο λόγο; Επίσης, σε δεύτερη φάση είναι σημαντικό να σκεφτούμε αν η ανταμοιβή εξυπηρετεί σε κάτι και εμάς. Χρειάζεται να δούμε αν η ανταμοιβή αποτελεί κάποιες φορές μια εύκολη λύση και για εμάς τους ίδιους ώστε να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα, γιατί δυσκολευόμαστε να βρούμε άλλους τρόπους να βοηθήσουμε το παιδί να εκδηλώνει θετικές συμπεριφορές ή να αποδίδει στο σχολείο.

Αυτό που είναι σημαντικό να κάνουμε είναι να χτίσουμε στα παιδία και στους εφήβους εσωτερικά και όχι εξωτερικά κίνητρα για τη συμπεριφορά και την επίδοση τους. Αυτό μπορούμε να το κάνουμε συζητώντας σε κάθε περίπτωση γιατί είναι σημαντικό να εκδηλώνουν θετικές συμπεριφορές και να προσπαθούν σχολείο. Επίσης συμπεριφοριστικά χρειάζεται  να αποσυνδέσουμε την ανταμοιβή από την επίδοση ή τη καλή συμπεριφορά. Για παράδειγμα, ας σκεφτούμε μια περίπτωση όπου ο έφηβος μας λέει «αν πάρω 19 στο διαγώνισμα, θα με αφήσεις να βγω μέχρι πολύ αργά έξω το Σάββατο;». Σε αυτήν την περίπτωση χρειάζεται να επισημάνουμε στο παιδί μας ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές καταστάσεις. Μπορούμε να συζητήσουμε το ενδεχόμενο να κάτσει παραπάνω το Σάββατο έξω με τους φίλους του, καθώς  καταλαβαίνουμε ότι το κάνουν οι περισσότεροι συνομήλικοι του και κατανοούμε ότι θέλει να περάσει παραπάνω χρόνο μαζί τους ή και δε θέλει να διαφέρει ή/και γιατί το εμπιστευόμαστε (πάντα μέσα στα ανεκτά όρια της οικογένειας). Ωστόσο, η μεγαλύτερη αυτή ελευθερία είναι σημαντικό να εξηγήσουμε ότι δεν συνδέεται με το αν θα τα πάει καλά ή όχι στο διαγώνισμα. Το να θέλει να προσπαθήσει στο διάβασμα και να έχει μια καλή επίδοση έχει να κάνει με το ίδιο και χρειάζεται να σκεφτεί γιατί αυτό του είναι σημαντικό (π.χ. θα νιώσω όμορφα με τον εαυτό μου που προσπάθησα, έχω βάλει ένα στόχο και θέλω να τον πετύχω ή η τάδε σχολή είναι το όνειρο μου και για αυτό θέλω να παλέψω…).

Εν κατακλείδι, χρειάζεται να έχουμε κατά νου ότι το κλειδί σε όλα είναι η σχέση και η σύνδεση με το παιδί και όχι η ανταμοιβή. Μέσα από μια σχέση εμπιστοσύνης, το παιδί θα μάθει πως να διαμορφώνει εσωτερικά κίνητρα, να χτίζει υγιείς σχέσεις με τους γύρω του, να συμπεριφέρεται όμορφα και να θέτει στόχους για τον εαυτό του.

Ποια είναι η συναισθηματική ανάπτυξη και έκφραση των παιδιών κατά την προσχολική ηλικία;2025-02-18T12:06:49+03:00

Η προσχολική ηλικία είναι η περίοδος από 2 έως 5 ετών. Αυτήν την περίοδο τα παιδιά αρχίζουν να αναγνωρίζουν και να εκφράζουν σταδιακά τα συναισθήματα τους, καθώς και να κατανοούν τα συναισθήματα των άλλων ανθρώπων. Μαθαίνουν να ονοματίζουν τα συναισθήματα τους, αναπτύσσουν πιο στενές σχέσεις και με άτομα εκτός οικογένειας, παιδιά και ενήλικες, γίνονται πιο αυτόνομα και δείχνουν μεγαλύτερη περιέργεια για το περιβάλλον τους. Ειδικότερα,

Στην ηλικία των 3-4 ετών τα παιδιά:

  • Αρχίζουν να δείχνουν πως νιώθουν για τους άλλους
  • Χρησιμοποιούν λέξεις για να περιγράψουν βασικά συναισθήματα όπως χαρά, λύπη, θυμό
  • Μπορούν να είναι πιο ευέλικτά και να δέχονται αλλαγές στην καθημερινότητά τους
  • Δείχνουν περιέργεια για πράγματα και ανθρώπους
  • Φτιάχνουν φανταστικά παιχνίδια
  • Το παράλληλο παιχνίδι υπάρχει ακόμα σε αυτή την ηλικία, αλλά αρχίζουν να παίζουν και μαζί με άλλα παιδιά.

Στην ηλικία των 4-5 ετών τα παιδιά:

  • Χρησιμοποιούν λέξεις για να περιγράψουν πιο περίπλοκα συναισθήματα όπως απογοήτευση ή αμηχανία, ιδιαίτερα αν τα ενθαρρύνουμε να το κάνουν ή αν τα ενισχύσουμε με παραδείγματα προς αυτήν την κατεύθυνση
  • Νιώθουν ενοχή, απογοήτευση ή ντροπή, και για αυτό το λόγο μπορεί να κρύβουν την αλήθεια ή να αρνούνται ότι έκαναν κάτι
  • Αρχίζουν να κατανοούν πως νιώθουν οι άλλοι γύρω τους
  • Μπορούν να διαχειρίζονται λίγο καλύτερα τα έντονα συναισθήματα όπως θυμό, σύγχυση ή απογοήτευση
  • Παίζουν και συνεργάζονται πιο ενεργά με άλλα παιδιά (π.χ. δημιουργούν σενάρια/ιστορίες παιχνιδιού με αρχή-μέση-τέλος).

Στην ηλικία των 5 ετών και άνω τα παιδιά:

  • Χρησιμοποιούν λέξεις για να περιγράψουν συναισθήματα όπως απογοήτευση, ενοχή ή ζήλια
  • Έχουν μεγαλύτερη επίγνωση των συναισθημάτων απέναντι σε άλλους και μπαίνουν ευκολότερα στη θέση του άλλου
  • Έχουν περισσότερη υπομονή όταν περιμένουν για κάτι
  • Το παιχνίδι έχει εμπλουτιστεί ακόμα περισσότερο καθώς και η φαντασία τους (παίζουν παιχνίδια ρόλων, παίζουν επιτραπέζια, είναι σε θέση να ακολουθούν καλύτερα τους κανόνες, μπορούν να διαχειρίζονται καλύτερα την ήττα).
Πώς συνδέονται τα συναισθήματα με τη συμπεριφορά;2025-02-18T12:05:43+03:00

Πριν εξηγήσουμε τη σύνδεση ανάμεσα στο συναίσθημα και τη συμπεριφορά είναι σημαντικό να εισάγουμε και την έννοια της σκέψης και να ορίσουμε τι σημαίνουν αυτές οι τρεις έννοιες. Η σκέψη αναφέρεται στη διεργασία του νου που περιλαμβάνει ιδέες, στάσεις και αντιλήψεις. Τα συναισθήματα είναι ψυχικές εμπειρίες που βιώνονται υποκειμενικά, κατευθύνονται προς ένα συγκεκριμένο αντικείμενο και συνήθως συνοδεύονται από σωματικά συμπτώματα (π.χ. ταχυπαλμία, σφίξιμο στο στήθος). Η συμπεριφορά περιλαμβάνει τις αντιδράσεις ενός οργανισμού ως απάντηση σε εξωτερικά ή εσωτερικά ερεθίσματα. Όσον αφορά στη σύνδεση αυτών, οι σκέψεις μας προκαλούν τα συναισθήματα μας και τα συναισθήματα κινούν τη συμπεριφορά μας. Κάθε μας σκέψη δημιουργεί ένα συναίσθημα, π.χ. σκέφτομαι αρχικά ότι «το παιδί μου συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο επίτηδες», το οποίο με το σειρά του μου δημιουργεί ένα συναίσθημα, π.χ. νιώθω θυμό, και μετά ακολουθεί η συμπεριφορά π.χ. φωνάζω. Η συμπεριφορά ουσιαστικά είναι το αποτέλεσμα των σκέψεων και των συναισθημάτων μας.

Πώς μπορούμε να διατηρήσουμε την ενσυναίσθηση μας, χωρίς να μετατρεπόμαστε σε «συναισθηματικά σφουγγάρια»;2025-02-18T12:03:36+03:00

Η ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να μπαίνει κανείς συναισθηματικά στη θέση ενός άλλου ατόμου και να νιώθει τα συναισθήματα που βιώνει. Για παράδειγμα, όταν βλέπουμε κάποιο άτομο στεναχωρημένο, να μπορούμε να νιώσουμε τη λύπη και πιθανόν την απογοήτευση του, να μπούμε δηλαδή «στα παπούτσια του». Η ενσυναίσθηση είναι μια πολύ σημαντική δεξιότητα και βοηθά να συνδεόμαστε με ουσιαστικό τρόπο με τους γύρω μας.  Είναι όμως σημαντικό να μπορούμε να συναισθανόμαστε το άλλο άτομο, αλλά ταυτόχρονα να μην ταυτιζόμαστε πλήρως με τα συναισθήματα του. Ο όρος «συναισθηματικό σφουγγάρι» αν και δε χρησιμοποιείται επίσημα στην επιστημονική βιβλιογραφία, αναφέρεται στους ανθρώπους που επηρεάζονται ιδιαίτερα από τα συναισθήματα των άλλων και τα απορροφούν, όπως ένα σφουγγάρι το υγρό.  Πρόκειται συνήθως για άτομα με πολύ υψηλό επίπεδο ευαισθησίας απέναντι στη διάθεση και τα συναισθήματα των άλλων ανθρώπων, συγχέοντας τα όρια ανάμεσα στα δικά τους συναισθήματα και τα συναισθήματα των άλλων. Αυτό  μπορεί να επιφέρει συναισθηματική εξουθένωση, αγωνία, θλίψη και κόπωση. Τι μπορούμε να κάνουμε σε αυτές τις περιπτώσεις;

  • Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το να έχουμε ενσυναίσθηση δε σημαίνει ότι χρειάζεται να παίρνουμε μέσα μας και να κουβαλάμε τα συναισθήματα και τα προβλήματα των άλλων.
  • Δουλεύουμε με τον εαυτό μας πάνω σε κομμάτια αυτογνωσίας. Αναστοχαζόμαστε πάνω στα συναισθήματά μας και δίνουμε την ευκαιρία να διαφοροποιήσουμε ποιο συναίσθημα είναι δικό μας και ποιο συναίσθημα έχουμε απορροφήσει από κάποιον άλλον.
  • Προσπαθούμε να παραμείνουμε στο δικό μας ρόλο και να μην παίρνουμε την ευθύνη του άλλου ατόμου και των συναισθημάτων του.
  • Λέμε στον εαυτό μας ότι είναι «εντάξει» να μην κάνουμε τα προβλήματα του άλλου δικά μας (δε μας κάνει λιγότερο καλό φίλο, σύντροφο ή γονέα).
  • Μαθαίνουμε να λέμε «όχι» και δίνουμε χώρο στον εαυτό μας να κάνει ένα βήμα πίσω όταν το χρειάζεται.
  • Δίνουμε προτεραιότητα σε δραστηριότητες αυτοφροντίδας, που μας χαλαρώνουν και μας γεμίζουν ενέργεια.
  • Αναζητούμε τη βοήθεια ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας. Η συζήτηση με έναν ειδικό μπορεί να μας βοηθήσει σημαντικά στο να δούμε τι είναι αυτό που μας διακινείται όταν κάποιο άτομο εκφράζει αρνητικά συναισθήματα, πώς νιώθουμε, τι αντιδράσεις υιοθετούμε και πώς να θέτουμε υγιή όρια. Παράλληλα, μέσα από αυτή τη διαδικασία μπορούμε να επεξεργαστούμε και τις ενοχές που συχνά αναδύονται από τη θέσπιση των προσωπικών ορίων.
Τι μπορούμε να κάνουμε στις περιπτώσεις που ο ένας γονιός αντιδρά απότομα ενώ ο άλλος με ηρεμία στο παιδί;2025-02-18T12:02:54+03:00

Είναι πολύ λογικό να μας επηρεάζουν διαφορετικά κάποιες καταστάσεις, και ως εκ τούτου να μην μπορούμε να διαχειριστούμε τόσο εύκολα τα συναισθήματα μας και τις αντιδράσεις μας ορισμένες φορές. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και όταν είμαστε ζευγάρι και γονείς. Ειδικότερα, οι γονείς κάποιες φορές δυσκολεύονται να τηρήσουν κοινή γραμμή απέναντι στο παιδί, π.χ. για τον έναν μπορεί να είναι πιο εύκολο να διατηρήσει τα όρια, ενώ ο άλλος να δυσκολεύεται. Αντίστοιχα, μπορεί να έχουν διαφορετική αντίληψη για την εκάστοτε κατάσταση και συμπεριφορά του παιδιού τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργείται χάσμα μεταξύ των γονέων, γεγονός που προκαλεί παράλληλα μία σύγχυση στο παιδί σε σχέση με το ποια είναι τα όρια, την επικοινωνία, τους κανόνες, ή την έκφραση συναισθημάτων. Παράλληλα, μπορεί να δημιουργήσει μία διάσπαση (splitting), όπου το παιδί μπορεί να προσκολληθεί στον έναν γονέα και να αποσυνδεθεί από τον άλλο. Συνεπώς, είναι σημαντικό να συζητάμε μεταξύ μας ως γονείς εκ των προτέρων, προκειμένου να υπάρχει μία κοινή γραμμή απέναντι στο παιδί. Ειδικότερα, ακόμα κι αν δεν υπάρχει απόλυτη και πλήρης ταύτιση μεταξύ μας, το οποίο είναι και αναμενόμενο καθώς είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι, μπορούμε να προσπαθήσουμε να έχουμε κοινές αντιδράσεις και να διατηρούμε κοινή γραμμή απέναντι στο παιδί. Στη μεταξύ μας συζήτηση και ως ενήλικες, μπορούμε να δώσουμε περισσότερο χώρο να αναλύσουμε τις δυσκολίες μας, τα συναισθήματα που μας διακινούνται, όπως επίσης και να συμφωνήσουμε σε ένα κοινό πλάνο δράσης σε ορισμένες περιπτώσεις ή σε περιπτώσεις έντονης διαφωνίας ή κρίσης. Σε περίπτωση που δυο γονείς δυσκολεύονται να βρούνε μια κοινή γραμμή σε σημαντικά θέματα που αφορούν το παιδί, μια διαδικασία συμβουλευτικής με έναν ειδικό μπορεί να είναι πολύ βοηθητική και χρήσιμη τόσο για τους ίδιους, όσο και για το παιδί.

Υπάρχουν χειριστικές συμπεριφορές σε παιδιά και εφήβους;2025-02-18T12:02:14+03:00

Τα παιδιά και οι έφηβοι δεν προσπαθούν να χειριστούν τους γονείς συνειδητά. Ο χειρισμός απαιτεί επίγνωση, πρόθεση και σχεδιασμό. Τα παιδιά δεν έχουν αναπτύξει αυτόν τον ενήλικο τρόπο σκέψης. Λειτουργούν μέσα από τα συναισθήματα. Παράλληλα,  λόγω της ανωριμότητας του εγκεφάλου τους, ψάχνουν να βρουν τρόπους, πολλές φορές δυσλειτουργικούς, ώστε να καλυφθεί μια ανάγκη, μια επιθυμία, να τραβήξουν τη προσοχή μας, να εκφράσουν ένα συναίσθημα ή να εκφράσουν κάτι που δε μπορούν να πουν με λόγια. Είναι σημαντικό να αναρωτηθούμε μήπως κάποιος ενήλικας λειτουργεί με αντίστοιχο τρόπο μέσα στο σπίτι ή στην οικογένεια (π.χ. να εκδηλώνει εκβιαστική συμπεριφορά ή να κρατά μούτρα). Τα παιδιά πολλές φορές μπορεί να εμφανίζουν συμπεριφορές μιμούμενα τη συμπεριφορά ενηλίκων.

Τι μπορούμε ως γονείς να κάνουμε σε περιπτώσεις που θεωρούμε ότι το παιδί εμφανίζει μία τέτοια συμπεριφορά;

  • Να καθησυχάσουμε και να διαχειριστούμε το δικό μας συναίσθημα εκνευρισμού ή καχυποψίας
  • Να υπενθυμίσουμε στον εαυτό μας ότι η μάχη δεν είναι ανάμεσα στο παιδί και εμάς, αλλά ανάμεσα στο παιδί και τον εαυτό που θεωρούμε καλό να χτίσουμε στο παιδί μας μελλοντικά
  • Να επεξεργαστούμε και να προσπαθήσουμε να συνδεθούμε με το τι προκαλεί αυτή τη συμπεριφορά στο παιδί
  • Να δείξουμε στο παιδί πως να χειρίζεται τα συναισθήματα του και τις συμπεριφορές του με πιο λειτουργικό τρόπο
  • Να λειτουργήσουμε ως πρότυπα στο παιδί, χρησιμοποιώντας εμείς λειτουργικούς τρόπους χειρισμού των συναισθημάτων.
Σε ποιες κατηγορίες διακρίνονται τα συναισθήματα;2025-02-18T11:53:00+03:00

Τα συναισθήματα είναι καθολικά: όλοι οι άνθρωποι από τη γέννηση τους είναι προγραμματισμένοι να τα βιώνουν. Τα συναισθήματα διακρίνονται σε θετικά και αρνητικά, όχι σε καλά και κακά συναισθήματα. Συνήθη θετικά συναισθήματα είναι η χαρά, η ικανοποίηση, ο ενθουσιασμός και η ηρεμία. Στα αρνητικά συναισθήματα συγκαταλέγονται συνήθως ο φόβος, το άγχος, η λύπη, ο θυμός και η ζήλια. Μερικές φορές μεγαλώνουμε μαθαίνοντας ότι τα αρνητικά συναισθήματα είναι κακά και ότι πρέπει να τα κρύβουμε ή να τα αποφεύγουμε. Έτσι, μπορεί να καταλήγουμε να μην νιώθουμε καλά όταν τα βιώνουν και τα ίδια μας τα παιδιά και να προσπαθούμε να τα απομακρύνουμε από αυτά, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Τα αρνητικά συναισθήματα, όταν δε βιώνονται σε υπερβολικό βαθμό, έχουν ουσιαστική σημασία για την ανάπτυξή μας. Ποια είναι λοιπόν η χρησιμότητα τους; Ο φόβος μας προστατεύει από κινδύνους και μπορεί να μας προετοιμάζει για δράση, ενώ το άγχος ενισχύει την εγρήγορση, τη συγκέντρωση και την επίτευξη στόχων. Η λύπη μας δείχνει ότι κάτι δεν πάει καλά και μπορεί να μας κινητοποιήσει για αλλαγές. Ο θυμός από την άλλη πλευρά, μας βοηθά να θέσουμε όρια και να εκφράσουμε τις ανάγκες μας. Τέλος, η ζήλια, που μπορεί να αναδυθεί συνήθως και μέσω της σύγκρισης με άλλους, μπορεί να μας βοηθήσει να προσδιορίσουμε τα σημεία που θα θέλαμε να αλλάξουμε και να μας παρακινήσει για αυτοβελτίωση. Τα παιδιά έρχονται στη ζωή με προίκα τα συναισθήματα τους, αλλά λόγω της ανωριμότητας του εγκεφάλου τους, χωρίς κανένα εργαλείο για το πως να τα διαχειριστούν. Η μόνη λύση λοιπόν είναι να εκπαιδεύσουμε εμείς οι ενήλικες τα παιδιά στη διαχείριση των συναισθημάτων τους, ώστε να μάθουν να τα χειρίζονται με λειτουργικό τρόπο καθώς μεγαλώνουν. Για να το κάνουμε αυτό, είναι σημαντικό να μη φοβόμαστε τα αρνητικά συναισθήματα, να τους δίνουμε χώρο και να μάθουμε να τα αναγνωρίζουμε πρώτα στον ίδιο μας τον εαυτό και στη συνέχεια στα παιδιά μας.

Πώς αντιμετωπίζουμε την άρνηση των γονέων να δεχτούν παρέμβαση για το παιδί τους;2025-01-14T14:27:42+03:00

Η άρνηση από την πλευρά των γονέων είναι μια φυσική αντίδραση, που συχνά πηγάζει από φόβο, άγχος ή έλλειψη πληροφόρησης. Για να τους βοηθήσουμε:

Να είμαστε σύμμαχοι: Οι δάσκαλοι και οι θεραπευτές πρέπει να προσεγγίζουν τους γονείς με κατανόηση, όχι επικριτικά.

Υποστηρικτική συμβουλευτική: Με τη βοήθεια ειδικών, οι γονείς μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα την κατάσταση και τα οφέλη μιας παρέμβασης.

Μικρά βήματα: Εξηγήστε τους τι μπορεί να κερδίσει το παιδί από την υποστήριξη, εστιάζοντας στα θετικά αποτελέσματα.

Με υπομονή και ενσυναίσθηση, οι γονείς συνήθως αισθάνονται πιο έτοιμοι να δεχτούν βοήθεια.

Οι γονείς μπορούν να πάνε μόνοι τους στο ΚΕΔΑΣΥ ή πρέπει να τους παραπέμψει το σχολείο;2025-01-14T14:27:02+03:00

Οι γονείς μπορούν να απευθυνθούν στο ΚΕΔΑΣΥ και μόνοι τους, χωρίς απαραίτητα να υπάρχει παραπομπή από το σχολείο. Το ΚΕΔΑΣΥ (Κέντρο Διάγνωσης, Αξιολόγησης και Υποστήριξης) είναι ένας φορέας που παρέχει καθοδήγηση και στήριξη για τις ανάγκες του παιδιού στο σχολικό περιβάλλον. Αν παρατηρείτε δυσκολίες στο παιδί σας, μη διστάσετε να κάνετε αυτό το βήμα. Είναι σημαντικό να νιώθετε ότι έχετε πρόσβαση στις υπηρεσίες που μπορούν να σας βοηθήσουν.

Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ένα παιδί με αναπτυξιακή διαταραχή, όταν βρίσκεται σε τάξη χωρίς παράλληλη στήριξη. Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση, ώστε να μην αναστατώνεται ολόκληρη η τάξη;2025-01-14T14:26:31+03:00

Η διαχείριση ενός παιδιού με αναπτυξιακές δυσκολίες μέσα στην τάξη χωρίς παράλληλη στήριξη μπορεί να είναι πρόκληση, αλλά υπάρχουν τρόποι να το υποστηρίξουμε:

Συνεργασία με θεραπευτές και γονείς: Ο/Η δάσκαλος/δασκάλα μπορεί να συζητήσει με τους θεραπευτές και τους γονείς του παιδιού για να μάθει τι το βοηθά να παραμένει συγκεντρωμένο και οργανωμένο.

Προσαρμοσμένες παρεμβάσεις: Για παράδειγμα, αισθητηριακά παιχνίδια, όπως μαλακά μπαλάκια ή μασητικά, μπορούν να βοηθήσουν το παιδί να ηρεμήσει.

Συχνά διαλείμματα: Το παιδί μπορεί να έχει την ευκαιρία να βγαίνει για λίγο έξω, να πίνει νερό ή να πηγαίνει στην τουαλέτα για να ανακουφιστεί από την ένταση.

Γωνιά ηρεμίας: Ένας μικρός χώρος μέσα στην τάξη, με μαξιλάρια ή ήρεμα παιχνίδια, όπου το παιδί μπορεί να καταφύγει όταν αισθάνεται πίεση, είναι συχνά πολύ αποτελεσματικός.

Η προσαρμογή του περιβάλλοντος στις ανάγκες του παιδιού όχι μόνο το βοηθά, αλλά δημιουργεί και ένα πιο ήρεμο κλίμα για όλη την τάξη.

Σε ποιο επίπεδο ΔΑΦ εντάσσεται ένα παιδί σε γενικό σχολείο με παράλληλη στήριξη;2025-01-14T14:26:00+03:00

Η απόφαση για το αν ένα παιδί μπορεί να ενταχθεί σε γενικό σχολείο με παράλληλη στήριξη εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Συνήθως, το παιδί πρέπει να είναι υψηλής λειτουργικότητας και να έχει αναπτύξει βασικές δεξιότητες λόγου και επικοινωνίας. Η τελική απόφαση λαμβάνεται από το ΚΕΔΑΣΥ ή τον γιατρό και την ομάδα θεραπευτών που παρακολουθούν το παιδί. Αυτοί αξιολογούν το επίπεδο ανάπτυξης του παιδιού σε γνωστικό, μαθησιακό και κοινωνικοσυναισθηματικό επίπεδο. Η συνεργασία όλων των φορέων είναι κρίσιμη για να διασφαλιστεί ότι το σχολικό περιβάλλον είναι κατάλληλο για το παιδί.

Σε ποιες εκπαιδευτικές βαθμίδες είναι διαθέσιμη η παράλληλη στήριξη;2025-01-14T14:25:29+03:00

Η παράλληλη στήριξη είναι διαθέσιμη στην υποχρεωτική εκπαίδευση, δηλαδή στο Νηπιαγωγείο, το Δημοτικό, αλλά και σε μεγαλύτερες εκπαιδευτικές βαθμίδες όπως το Γυμνάσιο και το Λύκειο. Είναι ένας σημαντικός θεσμός που έχει στόχο να βοηθήσει τα παιδιά να ενσωματωθούν στην τάξη, να συμμετέχουν στη μαθησιακή διαδικασία και να αναπτύξουν κοινωνικές δεξιότητες. Η παράλληλη στήριξη λειτουργεί ως «γέφυρα» που βοηθά το παιδί να ξεπεράσει δυσκολίες και να νιώσει ασφαλές και αποδεκτό στο σχολικό περιβάλλον.

Τι γίνεται στην περίπτωση των παιδιών που δεν έχουν αναπτύξει λόγο;2025-01-14T14:24:54+03:00

Όταν ένα παιδί δεν έχει αναπτύξει λόγο, η επικοινωνία εξακολουθεί να είναι εφικτή μέσα από εναλλακτικά συστήματα επικοινωνίας. Για παράδειγμα:

Εικονοκάρτες: Το παιδί μπορεί να χρησιμοποιεί κάρτες για να εκφράζει τις ανάγκες και τα συναισθήματά του.

Εφαρμογές ή συσκευές επικοινωνίας: Οι τεχνολογικές λύσεις μπορούν να βοηθήσουν το παιδί να συμμετέχει σε συζητήσεις.

Παράλληλα, είναι σημαντικό να δουλέψουμε δεξιότητες όπως η «Θεωρία του Νου» – η κατανόηση ότι οι άλλοι έχουν διαφορετικές σκέψεις και συναισθήματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι θεραπευτές μπορεί να χρησιμοποιήσουν δραστηριότητες που περιλαμβάνουν ερωτήσεις με εναλλακτικές απαντήσεις. Για παράδειγμα, δείχνοντας στο παιδί κάρτες με διαφορετικές επιλογές, μπορούμε να το ενθαρρύνουμε να επιλέξει την κατάλληλη απάντηση.

Τι μπορούμε να κάνουμε όταν το παιδί παρουσιάζει εμμονές;2025-01-14T14:24:22+03:00

Οι εμμονές είναι συχνές στα παιδιά με ΔΑΦ, αλλά δεν πρέπει να τις βλέπουμε πάντα ως πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, μπορούν να γίνουν μια γέφυρα επικοινωνίας και συνεργασίας με το παιδί. Αντί να προσπαθούμε να «κόψουμε» τις εμμονές, μπορούμε να τις προσαρμόσουμε ώστε να γίνουν πιο λειτουργικές. Για παράδειγμα:

Αν ένα παιδί έχει εμμονή με τα αυτοκίνητα, μπορούμε να το βοηθήσουμε να μάθει χρώματα ή αριθμούς μέσω παιχνιδιών με αυτοκίνητα.

Αν του αρέσουν οι δεινόσαυροι, μπορούμε να το ενθαρρύνουμε να διαβάσει βιβλία ή να συμμετέχει σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με αυτό το ενδιαφέρον.

Η κατανόηση και η υπομονή είναι το κλειδί για να μετατρέψουμε τις εμμονές σε ευκαιρίες μάθησης και σύνδεσης με το παιδί.

Στην περίπτωση παιδιού με διάγνωση ΔΕΠΥ, μέχρι ποια ηλικία πρέπει να δέχεται θεραπευτική προσέγγιση;2025-01-14T14:23:07+03:00

Η θεραπευτική προσέγγιση δεν έχει προκαθορισμένο χρονικό όριο, γιατί κάθε παιδί εξελίσσεται με διαφορετικό ρυθμό. Ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε παιδιού, η υποστήριξη μπορεί να συνεχιστεί στην εφηβεία ή ακόμα και στην ενήλικη ζωή. Για παράδειγμα:

Στην παιδική ηλικία, η θεραπεία μπορεί να επικεντρωθεί στη βελτίωση της συγκέντρωσης και της συμπεριφοράς στο σχολείο.

Στην εφηβεία, μπορεί να περιλαμβάνει στρατηγικές για τη διαχείριση της οργάνωσης και του άγχους.

Στην ενήλικη ζωή, μπορεί να αφορά στην υποστήριξη για επαγγελματικούς ή κοινωνικούς στόχους.

Η πρόοδος του κάθε ατόμου παρακολουθείται από τον γιατρό και τους θεραπευτές, οι οποίοι συνεργάζονται με τους γονείς για να αποφασίσουν πότε έχει επιτευχθεί ο στόχος της θεραπείας ή αν χρειάζονται επιπλέον παρεμβάσεις.

Πότε συστήνεται φαρμακοθεραπεία σε ένα παιδί με ΔΕΠΥ;2025-01-14T14:22:31+03:00

Η φαρμακοθεραπεία είναι μια επιλογή που εξετάζεται μόνο όταν τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας) επηρεάζουν σοβαρά την ποιότητα ζωής του παιδιού. Για παράδειγμα:

Όταν το παιδί δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί και να ολοκληρώσει σχολικές εργασίες.

Όταν οι σχέσεις του με φίλους και οικογένεια επηρεάζονται αρνητικά.

Όταν η συμπεριφορά του δημιουργεί έντονο άγχος ή δυσκολίες στην καθημερινότητά του.

Ο γιατρός που παρακολουθεί το παιδί σας, συνήθως ένας αναπτυξιολόγος παιδίατρος ή παιδοψυχίατρος, θα αξιολογήσει προσεκτικά τις ανάγκες του και θα σας προτείνει φαρμακευτική αγωγή μόνο αν κρίνει ότι είναι απαραίτητη. Η φαρμακοθεραπεία συνήθως συνδυάζεται με άλλες παρεμβάσεις, όπως συμβουλευτική, εκπαιδευτική υποστήριξη ή συμπεριφορική θεραπεία, για να είναι πιο ολοκληρωμένη και αποτελεσματική.

Σε παιδί με ΔΑΦ υψηλής λειτουργικότητας προσχολικής ηλικίας (3 ετών), η λογοθεραπεία και η εργοθεραπεία θα βοηθήσουν στη βελτίωση των δεξιοτήτων του;2025-01-14T14:16:40+03:00

Η πρώιμη παρέμβαση είναι μια από τις πιο αποτελεσματικές στρατηγικές για την υποστήριξη παιδιών με ΔΑΦ (Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος). Στα πρώτα χρόνια της ζωής, ο εγκέφαλος έχει απίστευτη ικανότητα προσαρμογής και ανάπτυξης, κάτι που ονομάζεται «πλαστικότητα του εγκεφάλου». Η λογοθεραπεία και η εργοθεραπεία μπορούν να βοηθήσουν το παιδί να αναπτύξει βασικές δεξιότητες, όπως:

Επικοινωνία: Να βελτιώσει την ικανότητά του να εκφράζεται και να κατανοεί τους άλλους.

Κοινωνική αλληλεπίδραση: Να μάθει πώς να παίζει, να συνεργάζεται και να συνδέεται με συνομηλίκους.

Αυτονομία: Να αποκτήσει δεξιότητες που θα το βοηθήσουν να διαχειρίζεται καθημερινές δραστηριότητες.

Αυτό που είναι πολύ σημαντικό είναι το πρόγραμμα θεραπείας να προσαρμόζεται στις ανάγκες και στις ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού, καθώς κάθε παιδί είναι μοναδικό, και το πλάνο υποστήριξης πρέπει να αντικατοπτρίζει αυτή τη μοναδικότητα. Εξίσου σημαντικό είναι να δουλεύετε μαζί με τους θεραπευτές και τον γιατρό του παιδιού για να παρακολουθείτε την πρόοδό του και να κάνετε τις απαραίτητες προσαρμογές όταν χρειάζεται.

Οι ενήλικες που μπορούν να απευθυνθούν για δική τους διάγνωση;2025-01-14T14:15:54+03:00

Πολλοί ενήλικες παρατηρούν δυσκολίες που τους θυμίζουν τις περιγραφές διαταραχών όπως ΔΕΠΥ ή ΔΑΦ. Για παράδειγμα, μπορεί να δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν, να ολοκληρώσουν στόχους ή να κατανοήσουν κοινωνικούς κανόνες. Αν αναγνωρίσετε τέτοια σημάδια στον εαυτό σας ή σε κάποιον άλλον, το πρώτο βήμα είναι να απευθυνθείτε σε έναν ψυχίατρο ενηλίκων που έχει εμπειρία στις νευροαναπτυξιακές διαταραχές. Η διάγνωση στην ενήλικη ζωή δεν είναι μόνο εφικτή αλλά και ιδιαίτερα βοηθητική, καθώς μπορεί να ανοίξει το δρόμο για κατάλληλη υποστήριξη και εκπαίδευση σε στρατηγικές αντιμετώπισης

Πώς συνδυάζεται η ΔΕΠΥ με τον αυτισμό ως συννοσηρότητα;2025-01-14T14:14:22+03:00

Όταν ένα άτομο πληροί τα κριτήρια τόσο για ΔΕΠΥ όσο και για ΔΑΦ, τότε μιλάμε για συννοσηρότητα. Αυτό σημαίνει ότι το άτομο μπορεί να έχει δυσκολίες στη συγκέντρωση, στην προσοχή ή στην παρορμητικότητα (λόγω ΔΕΠΥ), ενώ παράλληλα παρουσιάζει δυσκολίες στην κοινωνική επικοινωνία και επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές (λόγω ΔΑΦ). Αυτή η συννοσηρότητα μπορεί να κάνει την καθημερινότητα πιο απαιτητική και συχνά απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση στη θεραπεία και την υποστήριξη.

Ποια είναι η διαφορά ΔΕΠ και ΔΕΠΥ; Θα μπορούσε να διαγνωστεί και σε ενήλικα;2025-01-14T14:13:41+03:00

Η ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας) είναι ένας ευρύς όρος που περιλαμβάνει τρεις διαφορετικούς τύπους:

ΔΕΠ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής): Σε αυτή την περίπτωση, το κυρίαρχο σύμπτωμα είναι η δυσκολία συγκέντρωσης. Το άτομο μπορεί να ξεχνά εύκολα, να χάνει αντικείμενα, να δυσκολεύεται να οργανώσει το χρόνο του και να ολοκληρώσει εργασίες.

Υπερκινητικός/Παρορμητικός Τύπος: Το άτομο δείχνει υπερκινητικότητα, δυσκολία να μείνει ήσυχο και έντονη παρορμητικότητα, π.χ., να απαντά χωρίς σκέψη ή να διακόπτει τους άλλους.

Συνδυασμένος Τύπος: Το άτομο παρουσιάζει συμπτώματα και από τις δύο παραπάνω κατηγορίες.

Η ΔΕΠ είναι ο τύπος της ΔΕΠΥ όπου η υπερκινητικότητα δεν εμφανίζεται.

Όσο για τους ενήλικες, η διάγνωση είναι δυνατή και σημαντική, καθώς τα συμπτώματα συχνά συνεχίζονται, αν και μπορεί να εκφράζονται διαφορετικά. Ένας ενήλικας με ΔΕΠΥ μπορεί να δυσκολεύεται να τηρεί προθεσμίες, να οργανώνει την καθημερινότητά του ή να συγκεντρώνεται στη δουλειά.

Τι σημαίνει η διάγνωση «Άτυπος Αυτισμός»;2025-01-14T14:05:55+03:00

Ο όρος «Άτυπος Αυτισμός» χρησιμοποιείται για να περιγράψει περιπτώσεις που δεν καλύπτουν πλήρως τα διαγνωστικά κριτήρια για τον αυτισμό της παιδικής ηλικίας, σύμφωνα με το ICD-10 (ένα διαγνωστικό σύστημα που χρησιμοποιείται και στην Ελλάδα). Υπάρχουν δύο βασικές διαφορές:

Τα συμπτώματα εμφανίζονται αργότερα, μετά την ηλικία των τριών ετών.

Το παιδί δεν παρουσιάζει και τα τρία βασικά διαγνωστικά κριτήρια (δυσκολία στην κοινωνική αλληλεπίδραση, περιορισμένη επικοινωνία και στερεότυπες συμπεριφορές).

Η διάγνωση «Άτυπος Αυτισμός» βοηθά τους ειδικούς να περιγράψουν καλύτερα την εικόνα ενός παιδιού που έχει δυσκολίες αλλά δεν ανήκει πλήρως στις κλασικές διαγνωστικές κατηγορίες. Ωστόσο, η ανάγκη για υποστήριξη, εκπαίδευση και παρέμβαση παραμένει ίδια.

Ο λόγος που παρατηρείται αύξηση στον αριθμό των παιδιών με ΔΑΦ είναι η βελτίωση των διαγνωστικών μεθόδων;2025-01-14T14:03:31+03:00

Η αλήθεια είναι ότι η βελτίωση στις διαγνωστικές μεθόδους έχει παίξει σημαντικό ρόλο. Παλαιότερα, πολλά παιδιά με ΔΑΦ (Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος) δεν λάμβαναν διάγνωση ή η διάγνωσή τους γινόταν αργά. Σήμερα, οι ειδικοί διαθέτουν πιο σύγχρονα εργαλεία που επιτρέπουν την έγκαιρη και ακριβή ανίχνευση των συμπτωμάτων. Παράλληλα, οι γονείς είναι καλύτερα ενημερωμένοι, και η κοινωνία προσφέρει περισσότερη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, κάτι που διευκολύνει τις διαγνώσεις. Ωστόσο, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με σιγουριά αν αυτός είναι ο λόγος που έχουν αυξηθεί τα ποσοστά της ΔΑΦ ή αν υπάρχει πραγματική αύξηση των ατόμων που διαγιγνώσκονται με ΔΑΦ.

Τι ποσοστό συμπτωμάτων ΔΑΦ χρειάζεται να έχει ένα παιδί για να ανησυχήσουν οι γονείς;2025-01-14T14:02:47+03:00

Δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο «ποσοστό» συμπτωμάτων που να καθορίζει πότε πρέπει να ανησυχήσουν οι γονείς. Η ουσία είναι να παρατηρήσετε τη συνολική εικόνα του παιδιού. Εάν βλέπετε συμπεριφορές όπως δυσκολία στο να συνδεθεί με άλλα παιδιά, έντονες εμμονές ή επαναλαμβανόμενες κινήσεις και στερεοτυπίες, τότε αυτά είναι ενδείξεις που αξίζουν προσοχής. Επιπλέον, η έλλειψη ευελιξίας στις δραστηριότητες και η επιμονή σε ρουτίνες μπορεί να είναι ένα ακόμη σημάδι. Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι κάθε παιδί είναι διαφορετικό και μπορεί να παρουσιάζει μοναδικά χαρακτηριστικά. Η έγκαιρη επικοινωνία με ειδικούς, όπως παιδίατρους που ειδικεύονται στις αναπτυξιακές διαταραχές ή παιδοψυχολόγους, είναι καθοριστική για τη σωστή εκτίμηση.

Πώς διαχειριζόμαστε παιδιά που επιδεικνύουν τα γεννητικά τους όργανα;2025-01-08T17:35:42+03:00

Η διαχείριση παιδιών που επιδεικνύουν τα γεννητικά τους όργανα είναι ένα ζήτημα που απαιτεί ευαισθησία και βαθιά κατανόηση της παιδικής ανάπτυξης. Είναι σημαντικό να προσεγγίζουμε τέτοιες συμπεριφορές με ηρεμία και χωρίς επικριτική διάθεση, ώστε να προστατεύουμε την αυτοεκτίμηση του παιδιού, ενισχύοντας παράλληλα την κατανόησή του για τα κοινωνικά όρια.

Αρχικά, πρέπει να κατανοήσουμε το πλαίσιο στο οποίο συνέβη η συμπεριφορά. Για ένα μικρό παιδί, η περιέργεια για το σώμα του είναι φυσιολογική και αποτελεί μέρος της εξερεύνησης του εαυτού του. Αυτό που φαίνεται ακατάλληλο στους ενήλικες μπορεί να είναι για εκείνο απλώς μια αθώα πράξη. Γι’ αυτό, η αντίδρασή μας χρειάζεται να είναι ήρεμη και προσαρμοσμένη στο επίπεδο κατανόησης του παιδιού. Σε κάθε περίπτωση, εξετάζουμε αν η συμπεριφορά ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό ή αν επαναλαμβάνεται, καθώς και αν συνέβη σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο.

Η αντιμετώπιση πρέπει να αποφεύγει την τιμωρία ή τον εκφοβισμό, καθώς τέτοιες αντιδράσεις ενδέχεται να δημιουργήσουν αισθήματα ντροπής ή φόβου. Αντίθετα, μπορούμε να εξηγήσουμε στο παιδί με απλό και κατανοητό τρόπο τη διαφορά ανάμεσα σε αυτό που είναι «ιδιωτικό» και «δημόσιο». Η εκπαιδευτική προσέγγιση με ιστορίες ή παραδείγματα από την καθημερινότητα μπορούν να είναι χρήσιμα εργαλεία για την κατανόηση αυτών των εννοιών.

Αν διαπιστωθεί ότι η συμπεριφορά είναι επαναλαμβανόμενη ή φαίνεται να υποδηλώνει άγχος, έλλειψη κατανόησης των κοινωνικών κανόνων ή ακόμα και τραύμα, τότε είναι απαραίτητη μια βαθύτερη διερεύνηση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η βοήθεια από έναν ειδικό ψυχικής υγείας είναι κρίσιμη, ώστε να κατανοήσουμε τυχόν υποκείμενες αιτίες και να υποστηρίξουμε κατάλληλα το παιδί. Αν η κατάσταση το απαιτεί, η παραπομπή σε παιδοψυχολόγο μπορεί να προσφέρει στο παιδί και στην οικογένεια πολύτιμη υποστήριξη.

Η προσέγγιση αυτού του θέματος απαιτεί λεπτότητα με στόχο να ενισχύσουμε την ευημερία του παιδιού, να το εκπαιδεύσουμε στους κοινωνικούς κανόνες και να το στηρίξουμε, αποφεύγοντας κάθε μορφή στιγματισμού.

Μέχρι ποια ηλικία μπορούν αδερφάκια διαφορετικού φύλου να κάνουν μαζί μπάνιο;2025-01-08T17:34:36+03:00

Το μπάνιο με τα αδέρφια μπορεί να είναι μια διασκεδαστική και όμορφη συνήθεια, ιδιαίτερα όταν τα παιδιά είναι μικρά. Είναι μια ευκαιρία για παιχνίδι, δέσιμο και στιγμές γέλιου, ενώ παράλληλα διευκολύνει τους γονείς, εξοικονομώντας χρόνο και ενέργεια. Ωστόσο, καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, πολλοί γονείς αναρωτιούνται πότε είναι η κατάλληλη στιγμή να σταματήσει αυτή η πρακτική, ειδικά όταν τα αδέρφια είναι διαφορετικού φύλου.

Σε μικρή ηλικία, το μπάνιο μαζί δεν ενέχει κανένα πρόβλημα, εφόσον υπάρχει πάντα επίβλεψη από ενήλικα. Είναι μάλιστα μια καλή στιγμή για τους γονείς να εισαγάγουν σταδιακά συζητήσεις σχετικά με το σώμα, τις διαφορές των φύλων και τη συναίνεση. Μέσα από τέτοιες στιγμές, τα παιδιά μπορούν να μάθουν να προστατεύουν το σώμα τους, να θέτουν όρια και να σέβονται τα όρια των άλλων, κάτι που αποτελεί θεμέλιο για τη συναισθηματική τους ασφάλεια και υγεία.

Καθώς τα παιδιά πλησιάζουν την προεφηβεία, γύρω στα 8-10 χρόνια, αρχίζουν συχνά να εκφράζουν την ανάγκη για περισσότερη ιδιωτικότητα. Αυτό μπορεί να εμφανιστεί με διάφορους τρόπους, όπως το να ζητούν να είναι μόνα τους στο μπάνιο ή να μην αισθάνονται άνετα με την παρουσία άλλων χωρίς ρούχα. Τα κορίτσια συνήθως ζητούν ιδιωτικότητα νωρίτερα από τα αγόρια, καθώς οι αλλαγές της εφηβείας εμφανίζονται νωρίτερα. Σε αυτό το στάδιο, είναι σημαντικό οι γονείς να αφουγκραστούν τις ανάγκες των παιδιών και να σεβαστούν τις επιθυμίες τους.

Πέρα από την ηλικία, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν πότε πρέπει να σταματήσει το κοινό μπάνιο. Για παράδειγμα, σε οικογένειες όπου η γυμνότητα αντιμετωπίζεται ως κάτι φυσικό, τα παιδιά μπορεί να καθυστερήσουν να εκφράσουν την ανάγκη για ιδιωτικότητα. Αντίθετα, σε πολυμελείς οικογένειες ή σπίτια με πολλούς ανθρώπους, τα παιδιά μπορεί να επιζητήσουν ιδιωτικές στιγμές νωρίτερα. Επιπλέον, όταν τα αδέρφια είναι διαφορετικού φύλου, το μεγαλύτερο παιδί συνήθως σταματά από μόνο του να θέλει να συμμετέχει σε αυτή τη συνήθεια καθώς αναπτύσσεται.

Γενικά, δεν υπάρχει μία «σωστή» ηλικία για να σταματήσει το κοινό μπάνιο. Η απόφαση εξαρτάται από τις ατομικές προτιμήσεις των παιδιών, τις οικογενειακές συνήθειες και το πώς νιώθουν τα παιδιά για το σώμα τους που αλλάζει. Το σημαντικό είναι οι γονείς να παρατηρούν τα σημάδια και να ακούνε τις ανάγκες των παιδιών τους. Αν κάποιο παιδί εκφράσει την επιθυμία του για ιδιωτικότητα, αυτή πρέπει να γίνει αμέσως σεβαστή.

Το μπάνιο με τα αδέρφια μπορεί να αποτελεί μέρος μιας τρυφερής οικογενειακής ρουτίνας, αλλά οι ανάγκες των παιδιών εξελίσσονται. Το να τους δίνουμε χώρο και να σεβόμαστε τα όρια που θέτουν για το σώμα τους, είναι μια σημαντική ευκαιρία να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθηση, τον σεβασμό και την κατανόηση που χρειάζονται για να μεγαλώσουν με υγεία και ασφάλεια.

Ποιοι είναι οι κατάλληλοι όροι όταν αναφερόμαστε στα γεννητικά όργανα σε μικρά παιδιά;2025-01-08T17:32:02+03:00

Η επιλογή των σωστών όρων για τα γεννητικά όργανα όταν μιλάμε με μικρά παιδιά μπορεί να φαίνεται δύσκολη για πολλούς γονείς, όμως είναι πιο σημαντική από όσο νομίζουμε. Η χρήση ακριβών, ανατομικών όρων, όπως «πέος» και «αιδοίο», όχι μόνο βοηθά τα παιδιά να κατανοήσουν το σώμα τους, αλλά τα ενδυναμώνει με γνώσεις που τα προστατεύουν και τα βοηθούν να αναπτύξουν αυτοπεποίθηση και σεβασμό για τον εαυτό τους. Αποφεύγοντας ευφημισμούς ή αργκό, δημιουργούμε ένα περιβάλλον όπου το σώμα αντιμετωπίζεται με φυσικότητα, χωρίς ντροπή ή ταμπού.

Όταν μιλάμε για το σώμα, είναι καλό να δείχνουμε ότι όλα τα μέρη του είναι φυσιολογικά και εξίσου σημαντικά. Με απλή, θετική γλώσσα, διδάσκουμε στα παιδιά μας ότι το σώμα τους είναι μοναδικό και αξίζει φροντίδα και σεβασμό. Ένα παιδί που μεγαλώνει μαθαίνοντας ότι δεν υπάρχει ντροπή γύρω από το σώμα του, αναπτύσσει υγιή αυτοεκτίμηση και μια φυσική άνεση στο να μιλά για αυτό. Για παράδειγμα, μπορούμε να πούμε: «Αυτά είναι οι λέξεις που χρησιμοποιούμε για τα γεννητικά μας όργανα. Είναι φυσιολογικό και σημαντικό να τις ξέρεις».

Η χρήση σωστών όρων δεν είναι μόνο ζήτημα κατανόησης, αλλά και ασφάλειας. Όταν τα παιδιά γνωρίζουν τις ακριβείς λέξεις για το σώμα τους, μπορούν να επικοινωνήσουν καλύτερα σχετικά με αυτό. Ένα παιδί που ξέρει πώς να περιγράψει με ακρίβεια το σώμα του είναι λιγότερο ευάλωτο σε κακοποιητικές συμπεριφορές και μπορεί να εκφραστεί με σαφήνεια στους γονείς του ή σε άλλους έμπιστους ενήλικες. Αυτή η γνώση λειτουργεί σαν ασπίδα προστασίας, δίνοντάς του τη δύναμη να μιλήσει αν χρειαστεί.

Επίσης, η χρήση των σωστών όρων διευκολύνει την επικοινωνία. Ένα παιδί που ξέρει να μιλά για το σώμα του χωρίς ντροπή μπορεί να κάνει ερωτήσεις ή να εκφράσει ανησυχίες με άνεση. Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο όταν χρειάζεται να συζητήσουμε θέματα υγιεινής, ιατρικής φροντίδας ή, αργότερα, αλλαγές που συνδέονται με την εφηβεία. Οι συζητήσεις αυτές είναι απαραίτητες για τη σωστή ανάπτυξη, και η καλή επικοινωνία από μικρή ηλικία δημιουργεί τις βάσεις για πιο σύνθετες και ειλικρινείς συζητήσεις στο μέλλον.

Συνολικά, η χρήση σωστών, ανατομικά ακριβών όρων είναι ένας απλός, αλλά πολύ ισχυρός τρόπος να προωθήσουμε την υγιή ανάπτυξη, την αυτοπεποίθηση και την ασφάλεια των παιδιών μας. Δημιουργεί ένα περιβάλλον ανοιχτής επικοινωνίας, ενισχύει την κατανόηση του σώματος και καταρρίπτει τα κοινωνικά ταμπού.

Πώς αντιμετωπίζουμε την αυτοερωτική συμπεριφορά/αυνανισμό σε μικρά παιδιά;2025-01-08T17:31:13+03:00

Η αυτοερωτική συμπεριφορά, ή αυνανισμός, στα μικρά παιδιά είναι μια φυσιολογική διαδικασία και αποτελεί φυσική έκφραση της ανακάλυψης του σώματός τους, ιδιαίτερα κατά την πρώιμη παιδική ηλικία. Πρόκειται για μέρος της φυσιολογικής ανάπτυξης, χωρίς να έχει τη σεξουαλική διάσταση που κατανοούν οι ενήλικες, και συνήθως δεν αποτελεί λόγο ανησυχίας. Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία εξερευνούν το σώμα τους για να κατανοήσουν τις λειτουργίες και τις αισθήσεις του, κάτι που είναι απολύτως αναμενόμενο.

Η διαχείριση αυτής της συμπεριφοράς απαιτεί ευαισθησία και κατανόηση. Όταν οι γονείς παρατηρούν τέτοιες εκδηλώσεις, είναι σημαντικό να τις αντιμετωπίζουν με ηρεμία και φυσικότητα, χωρίς να εκφράζουν έκπληξη ή αποδοκιμασία. Η πρώτη τους αντίδραση επηρεάζει σημαντικά το πώς θα αισθανθεί το παιδί για το σώμα του και τη συμπεριφορά του. Είναι καλό να εξηγήσουμε στο παιδί ότι η εξερεύνηση του σώματος είναι φυσιολογική, αλλά υπάρχει και η έννοια της ιδιωτικότητας. Για παράδειγμα, μπορούμε να πούμε με απλά λόγια: «Είναι φυσιολογικό να θέλεις να εξερευνήσεις το σώμα σου, αλλά αυτό είναι κάτι που κάνουμε στον προσωπικό μας χώρο, όπως το δωμάτιό μας».

Παράλληλα, είναι σημαντικό να δίνεται έμφαση στην αποδοχή του σώματος, ενισχύοντας την αυτοεκτίμηση του παιδιού. Μπορείτε να ενθαρρύνετε τη θετική εικόνα σώματος λέγοντας: «Το σώμα σου είναι μοναδικό και υπέροχο, και είναι φυσιολογικό να το ανακαλύπτεις». Αυτή η προσέγγιση βοηθά τα παιδιά να νιώθουν άνετα με τον εαυτό τους και τις φυσικές τους λειτουργίες, χωρίς να αισθάνονται ντροπή ή αμηχανία.

Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις που ενδεχομένως είναι ανησυχητικές. Αν η αυτοερωτική συμπεριφορά είναι υπερβολικά συχνή, επηρεάζει την καθημερινή ζωή του παιδιού, εκδηλώνεται με εμμονικό τρόπο ή συνοδεύεται από συναισθηματική δυσφορία, είναι καλό να αναζητηθεί η γνώμη ενός ειδικού. Επιπλέον, αν υπάρχει υποψία ότι το παιδί έχει εκτεθεί σε ακατάλληλο περιεχόμενο ή καταστάσεις, όπως σεξουαλική επαφή ή τραυματικά γεγονότα, η παρέμβαση ενός παιδοψυχολόγου ή άλλου ειδικού είναι απαραίτητη.

Πώς διαχειριζόμαστε την περιέργεια ενός παιδιού για το σώμα του αντίθετου φύλου;2025-01-08T17:09:16+03:00

Κατά την πρώιμη παιδική ηλικία, περίπου από 3 έως 6 ετών, είναι φυσιολογικό τα παιδιά να αναπτύσσουν περιέργεια για το σώμα τους και για τα σώματα των άλλων. Οι γονείς συχνά αναρωτιούνται πώς να διαχειριστούν αυτές τις στιγμές περιέργειας, ώστε να υποστηρίξουν την υγιή ανάπτυξη του παιδιού, χωρίς να δημιουργήσουν αμηχανία ή ενοχές. Αυτή η περιέργεια είναι μέρος της φυσικής εξερεύνησης που χαρακτηρίζει αυτή την ηλικία και σχετίζεται με την ανάγκη του παιδιού να κατανοήσει τον εαυτό του και τον κόσμο γύρω του.

Όταν τα παιδιά κάνουν ερωτήσεις ή επιδεικνύουν ενδιαφέρον για το σώμα, είναι σημαντικό να προσεγγίζουμε τις στιγμές αυτές με κατανόηση και ειλικρίνεια. Η επικοινωνία πρέπει να είναι απλή και κατάλληλη για την ηλικία τους. Ένα παιδί αυτής της ηλικίας δεν χρειάζεται περίπλοκες εξηγήσεις. Αντ’ αυτού, απαντήσεις όπως “Τα αγόρια και τα κορίτσια έχουν κάποιες διαφορές στο σώμα τους, και αυτό είναι φυσιολογικό” είναι αρκετές για να καλύψουν την περιέργεια.

Παράλληλα, είναι σημαντικό να τους διδάσκουμε την έννοια των προσωπικών ορίων και του σεβασμού προς τον εαυτό τους και τους άλλους. Εξηγήστε τους ποιες περιοχές του σώματος είναι ιδιωτικές και γιατί δεν είναι σωστό να αγγίζουμε τα σώματα άλλων ή να δείχνουμε το δικό μας σώμα εκτός συγκεκριμένων περιστάσεων, όπως μια επίσκεψη στον γιατρό παρουσία γονέα. Αυτή η συζήτηση δεν πρέπει να συνοδεύεται από φόβο ή ντροπή αλλά από αίσθηση φροντίδας και προστασίας.

Η δική σας στάση και το παράδειγμα που δίνετε παίζουν καθοριστικό ρόλο. Τα παιδιά μαθαίνουν πολλά παρατηρώντας τους ενήλικες στη ζωή τους. Όταν δείχνετε σεβασμό για το σώμα σας και για τα σώματα των άλλων, δίνετε έμπρακτα μαθήματα σεβασμού και αυτοεκτίμησης. Αν το παιδί εκφράσει ενδιαφέρον για τις διαφορές μεταξύ αγοριών και κοριτσιών, είναι μια ευκαιρία να ενισχύσετε την αποδοχή της διαφορετικότητας, εξηγώντας ότι όλα τα σώματα είναι μοναδικά και εξίσου πολύτιμα.

Σε περιπτώσεις που η περιέργεια εκδηλώνεται με έντονο τρόπο που σας ανησυχεί, μην διστάσετε να ζητήσετε συμβουλές από έναν ειδικό, όπως έναν παιδίατρο ή ψυχολόγο, οι οποίοι μπορούν να σας παρέχουν καθοδήγηση για το πώς να διαχειριστείτε τέτοιες καταστάσεις με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Πως διαβάζουμε τις ετικέτες τροφίμων;2024-12-27T11:30:37+03:00

Η σωστή ανάγνωση των ετικετών τροφίμων είναι πολύ σημαντική για να κατανοήσουμε την ποιότητα και τη διατροφική αξία του προϊόντος που καταναλώνουμε. Ακολουθούν τα βασικά σημεία που πρέπει να προσέξετε όταν διαβάζετε μια ετικέτα τροφίμου:

Λίστα συστατικών

  • Οι πρώτες ύλες αναγράφονται με φθίνουσα σειρά, από την πιο κοινή (ή αυτή με τη μεγαλύτερη ποσότητα) προς την πιο σπάνια. Έτσι, αν το πρώτο συστατικό είναι η “ζάχαρη”, τότε το προϊόν έχει μεγάλη ποσότητα ζάχαρης.
  • Ελέγξτε για την παρουσία συστατικών που επιθυμείτε να αποφύγετε, όπως πρόσθετα, συντηρητικά ή αλκοόλ.

Διατροφική αξία

  • Η διατροφική αξία είναι μία από τις πιο σημαντικές ενότητες και παρέχει πληροφορίες για την ποσότητα των βασικών θρεπτικών συστατικών ανά 100g ή ανά μερίδα.
  • Οι βασικοί δείκτες που πρέπει να παρακολουθείς είναι:
    • Ενέργεια (σε θερμίδες ή kcal)
    • Λιπαρά (με ή χωρίς κορεσμένα λιπαρά, gr)
    • Υδατάνθρακες (με ή χωρίς σάκχαρα, gr)
    • Πρωτεΐνες (gr)
    • Αλάτι (ή νάτριο, gr)
  • Κάποιες ετικέτες μπορεί να περιλαμβάνουν πληροφορίες για την περιεκτότητα του τροφίμου σε φυτικές-εδώδιμες ίνες καθώς σε βιταμίνες ή ανόργανα στοιχεία (π.χ. σίδηρος, ασβέστιο).

 Περιεκτικότητα σε ζάχαρη

  • Τα προϊόντα μπορεί να περιέχουν απλούς ή σύνθετους υδατάνθρακες. Ειδικά η ζάχαρη μπορεί να αναγράφεται στα συστατικά με πολλούς τρόπους, π.χ. ως “γλυκόζη”, “σιρόπι καλαμποκιού”, “σιρόπι αγαύης”. Επίσης, προσοχή χρειάζεται στην αναγραφόμενη ποσότητα ζάχαρης ανά μερίδα, γιατί αυτή μπορεί να είναι υψηλή, ακόμα κι αν το προϊόν φαίνεται «υγιεινό».

 Ημερομηνία λήξης και όροι αποθήκευσης

  • Βεβαιώσου ότι το προϊόν δεν έχει λήξει και ότι αποθηκεύεται σύμφωνα με τις οδηγίες για να διατηρείται φρέσκο ή ασφαλές προς κατανάλωση.

Περιεκτικότητα σε αλλεργιογόνα

  • Ορισμένα τρόφιμα περιέχουν αλλεργιογόνα, όπως γλουτένη, γάλα, αυγά, ξηρούς καρπούς κ.ά. Αν έχετε αλλεργίες ή ευαισθησία σε κάποιο συστατικό, είναι σημαντικό να ελέγχετε αυτή την πληροφορία. Αυτή η ένδειξη είναι συχνά σε ξεχωριστό πλαίσιο για να είναι εύκολα ορατή.

Ειδικές σημειώσεις ή ισχυρισμοί

  • Μερικά προϊόντα μπορεί να περιέχουν ισχυρισμούς όπως «χωρίς ζάχαρη», «χαμηλό σε λιπαρά», «πλούσιο σε πρωτεΐνη». Αυτοί οι ισχυρισμοί μπορεί να είναι χρήσιμοι, αλλά δεν θα πρέπει να αντικαθιστούν την προσεκτική ανάγνωση των πληροφοριών της διατροφικής ετικέτας .

Συμβουλές για υγιεινές επιλογές:

  • Προτίμησε προϊόντα με χαμηλότερη ποσότητα κορεσμένων λιπαρών και ζάχαρης.
  • Επιλέξτε προϊόντα που περιέχουν φυσικά συστατικά και έχουν λιγότερα πρόσθετα. Με αυτόν τον τρόπο μπορείτε να μειώσετε την κατανάλωση των υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων.
  • Δώστε προσοχή και αποφύγετε τρόφιμα που έχουν υψηλή περιεκτικότητα νατρίου (αλάτι).
Η στέβια επιτρέπεται στους εφήβους;2024-12-27T11:29:40+03:00

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA), η κατανάλωση γλυκαντικών στην παιδική και εφηβική ηλικία είναι ασφαλής όταν αυτά καταναλώνονται εντός του Ανώτατου Αποδεκτού Ορίου (Acceptable Daily Intake, ADI) που ορίζεται ως κατώφλι. Ειδικά για τη στέβια, πρόκειται για ένα φυσικό γλυκαντικό το οποίο δεν προσφέρει θερμίδες ενώ έχει 200-300 φορές μεγαλύτερη γλυκύτητα από τη ζάχαρη. Το ADI για τη στέβια τόσο για ενήλικες όσο και για παιδιά/εφήβους, είναι στα 4mg ισοδύναμα στεβιολής ανά κιλό σωματικού βάρους το οποίο αντιστοιχεί σε περίπου 12mg υψηλής καθαρότητας εκχυλισμάτων στέβιας ανά κιλό σωματικού βάρους. Σύμφωνα με μελέτες της EFSA το συγκεκριμένο όριο δεν φαίνεται να ξεπερνάται σε μία τυπική δίαιτα τόσο ενηλίκων όσο και παιδιών/εφήβων λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα προϊόντα με στέβια στη βιομηχανία τροφίμων. Ωστόσο, τα τελευταία δεδομένα στη βιβλιογραφία για τη χρήση των γλυκαντικών – συμπεριλαμβανομένης και της στέβιας – οδήγησαν τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) σε μία νέα οδηγία για τη χρήση τους (ΠΟΥ, 2023). Σύμφωνα με την οδηγία αυτή, τα γλυκαντικά χωρίς ή με ελάχιστες θερμίδες δεν πρέπει να συστήνονται για τη διαχείριση του βάρους και της υπερβαρότητας σε ενήλικες ή/και παιδιά/εφήβους, ενώ παράλληλα υπάρχουν ενδείξεις για συσχέτιση της μακροχρόνιας κατανάλωσης γλυκαντικών με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 και άλλα καρδιομεταβολικά νοσήματα στους ενήλικες. Επιπλεόν, η χρήση γλυκαντικών έχει συνδεθεί με ενίσχυση της προτίμησης στην γλυκιά γεύση. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να διατηρηθεί ισορροπία στη διατροφή παιδιών/εφήβων. Τα γλυκαντικά, όπως η στέβια, δεν πρέπει να υποκαθιστούν την ανάγκη για φυσικές και θρεπτικές τροφές.

Θα μπορούσατε να προτείνετε συνδυασμούς τροφών για το πρωινό;2024-12-27T11:28:47+03:00

Το πρωινό είναι πολύ σημαντικό γεύμα της ημέρας, καθώς προσφέρει την απαραίτητη ενέργεια και τα θρεπτικά συστατικά για να ξεκινήσει το παιδί την ημέρα του με ενέργεια και συγκέντρωση. Για το σχολείο, το πρωινό πρέπει να είναι ισορροπημένο, συνδυάζοντας πρωτεΐνες, υδατάνθρακες και καλά λιπαρά, ώστε το παιδί να παραμένει χορτάτο και να έχει ενέργεια.

Ακολουθούν μερικοί υγιεινοί συνδυασμοί τροφών που μπορούν να καταναλωθούν ως πρωινό στο σχολείο:

 Σάντουιτς με ψωμί ολικής άλεσης, τυρί και φρούτα

  • Τρόφιμα: Ψωμί ολικής άλεσης, φέτα τυρί χαμηλών λιπαρών (όπως φέτα ή ανθότυρο), φρέσκα φρούτα ή φρουτοσαλάτα.
  • Οφέλη: Το ψωμί ολικής άλεσης προσφέρει φυτικές ίνες και βιταμίνες του συμπλέγματος Β, ενώ το τυρί είναι πηγή πρωτεΐνης και ασβεστίου. Τα φρούτα παρέχουν βιταμίνες και αντιοξειδωτικά, ενώ τα φυσικά σάκχαρα από τα φρούτα προσδίδουν  γλυκύτητα χωρίς επεξεργασμένη ζάχαρη.

 Γιαούρτι με μέλι, καρύδια και βρώμη

  • Τρόφιμα: Γιαούρτι φυσικό ή στραγγιστό, μέλι, καρύδια ή αμύγδαλα, βρώμη.
  • Οφέλη: Το γιαούρτι παρέχει πρωτεΐνη και προβιοτικά για την ενίσχυση του πεπτικού συστήματος, ενώ η βρώμη είναι πηγή φυτικών ινών και υδατανθράκων με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, που διατηρούν τα επίπεδα ενέργειας σταθερά. Τα καρύδια προσφέρουν καλά λιπαρά και ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, τα οποία είναι απαραίτητα για την εγκεφαλική λειτουργία.

 Ομελέτα με λαχανικά και ψωμί ολικής άλεσης

  • Τρόφιμα: 2 αυγά, λαχανικά (π.χ. ντομάτα, πιπεριά, σπανάκι), 1 φέτα ψωμί ολικής άλεσης.
  • Οφέλη: Η ομελέτα είναι πηγή πρωτεΐνης και βιταμινών του συμπλέγματος Β. Τα λαχανικά προσφέρουν βιταμίνες και φυτικές ίνες, ενώ το ψωμί ολικής άλεσης παρέχει σύνθετους υδατάνθρακες και ενέργεια. Είναι ένα πλήρες πρωινό που καλύπτει τις ανάγκες για πρωτεΐνη, ενέργεια και βιταμίνες.

Smoothie με φρούτα, γάλα ή φυτικό ρόφημα και σπόρους

  • Τρόφιμα: Φρούτα (π.χ. μπανάνα, φράουλες, μύρτιλλα), γάλα ή φυτικό ρόφημα (π.χ. αμυγδάλου, βρώμης), σπόροι chia ή λιναρόσπορος.
  • Οφέλη: Τα φρούτα είναι πλούσια σε βιταμίνες και αντιοξειδωτικά, το γάλα ή το φυτικό ρόφημα προσφέρουν ασβέστιο και πρωτεΐνη, και οι σπόροι chia ή λιναρόσπορος προσφέρουν καλά λιπαρά και φυτικές ίνες. Το smoothie είναι μια εύκολη και γρήγορη επιλογή, κατάλληλη για το πρωινό στο σχολείο.

Τοστ με αβοκάντο και αυγό

  • Τρόφιμα: 1 φέτα ψωμί ολικής άλεσης, επάλειψη με αβοκάντο, 1 αυγό.
  • Οφέλη: Το αβοκάντο είναι πηγή υγιεινών λιπαρών και βιταμίνης E, το αυγό προσφέρει πρωτεΐνη και βιταμίνες B, ενώ το ψωμί ολικής άλεσης παρέχει φυτικές ίνες και ενέργεια. Αυτός ο συνδυασμός είναι ιδανικός για σταθερή ενέργεια το πρωί και βελτιώνει τη συγκέντρωση του παιδιού στο σχολείο.

 Μπάρες δημητριακών σπιτικής παρασκευής

  • Τρόφιμα: Σπιτικές μπάρες δημητριακών με βρώμη, ξηρούς καρπούς, σπόρους και μέλι.
  • Οφέλη: Αυτές οι μπάρες είναι γεμάτες από φυτικές ίνες, υγιή λίπη και πρωτεΐνη. Είναι εύκολες να ετοιμαστούν από το βράδυ και να πάρει το παιδί στο σχολείο ως γρήγορο πρωινό. Προτιμήστε να φτιάξετε τις μπάρες μόνοι σας, ώστε να ελέγχετε τα συστατικά και την ποσότητα της ζάχαρης.

Γενικές συμβουλές για ένα θρεπτικό πρωινό:

  • Προτιμήστε τροφές ολικής άλεσης : Όπως ψωμί ολικής άλεσης, βρώμη και καστανό ρύζι.
  • Ενσωματώστε πρωτεΐνη: Από αυγά, γάλα, γιαούρτι, ξηρούς καρπούς ή όσπρια.
  • Φρέσκα φρούτα και λαχανικά: Παρέχουν βιταμίνες, αντιοξειδωτικά και φυσική γλυκύτητα.
  • Αποφύγετε τα επεξεργασμένα τρόφιμα: Όπως τα γλυκά, τα σφολιατοειδή και τα έτοιμα δημητριακά που περιέχουν πολλή ζάχαρη.
Συμπληρώματα διατροφής στην εφηβεία. Τι πρέπει να προσέχουμε;2024-12-27T11:26:47+03:00

Η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής στην εφηβεία είναι ένα θέμα που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, καθώς πρόκειται για περίοδο έντονης σωματικής, ψυχικής και αναπτυξιακής αλλαγής. Σε αυτή την ηλικία, το σώμα έχει αυξημένες ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά για να υποστηρίξει την ανάπτυξη των οστών, τη μυϊκή ανάπτυξη, τις ορμονικές αλλαγές και τη γενικότερη υγεία. Ενώ η ιδανική προσέγγιση είναι να καλύπτονται αυτές οι ανάγκες μέσω της υγιεινής και ισορροπημένης διατροφής, σε κάποιες περιπτώσεις τα συμπληρώματα διατροφής μπορεί να είναι απαραίτητα.

Ας δούμε μερικές βασικές παραμέτρους για το πότε και γιατί μπορεί να χρειαστούν τα συμπληρώματα στην εφηβεία, καθώς και τους κινδύνους από τη μη σωστή χρήση τους.

Πότε είναι απαραίτητα τα συμπληρώματα διατροφής στην εφηβεία;

Τα συμπληρώματα διατροφής στην εφηβεία μπορεί να είναι χρήσιμα σε περιπτώσεις που το παιδί δεν καταναλώνει μια υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή ή έχει αυξημένες ανάγκες σε κάποιο θρεπτικό συστατικό, όπως:

Ανεπάρκεια βιταμινών ή ανόργανα στοιχεία: Όταν το παιδί έχει διαπιστωμένα χαμηλά επίπεδα κάποιων βιταμινών ή μετάλλων (π.χ. βιταμίνη D, σίδηρος, ασβέστιο, φολικό οξύ), ειδικά εάν η διατροφή του είναι περιορισμένη σε ορισμένα τρόφιμα ή ομάδες τροφίμων. Για παράδειγμα, οι έφηβοι με αυστηρές χορτοφαγικές ή vegan διατροφές μπορεί να χρειάζονται συμπληρώματα βιταμινών B12, D, σιδήρου και ασβεστίου.

Αύξηση στις διατροφικές ανάγκες: Κατά την εφηβεία, υπάρχουν αυξημένες ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά π.χ. σε περίπτωση απώλειας σιδήρου σε ορισμένες έφηβες κατά την έμμηνο ρύση ή σε παιδιά με έντονη αθλητική δραστηριότητα. Τα συμπληρώματα μπορεί να είναι χρήσιμα για να καλύψουν τις επιπλέον ανάγκες σε βιταμίνη D, ασβέστιο, σίδηρο και ψευδάργυρο, που είναι σημαντικά για την ανάπτυξη των οστών, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων.

Περιορισμένες διατροφικές συνήθειες: Σε περιπτώσεις όπου το παιδί είναι επιλεκτικό με το φαγητό ή ακολουθεί περιοριστικές δίαιτες πχ. λόγω αλλεργίας ή πάθησης (π.χ. αποφυγή γαλακτοκομικών, αποφυγή γλουτένης), τα συμπληρώματα μπορεί να χρειάζονται για να καλύψουν τυχόν διατροφικές ελλείψεις.

Ποιες είναι οι κίνδυνοι από τη χρήση συμπληρωμάτων;

Υπερβολική δόση: Η λήψη υπερβολικών ποσοτήτων συμπληρωμάτων μπορεί να οδηγήσει σε τοξικότητα ή άλλες αρνητικές συνέπειες για την υγεία. Ορισμένες βιταμίνες, όπως οι βιταμίνες Α, D, E και K (οι λιποδιαλυτές βιταμίνες) και ανόργανα στοιχεία όπως ο σίδηρος, το ασβέστιο και ο ψευδάργυρος, μπορεί να είναι τοξικά σε υψηλές ποσότητες. Ορισμένα συμπληρώματα που συνδυάζουν πολλά θρεπτικά συστατικά σε μεγάλες δόσεις (π.χ. πολυβιταμίνες) πρέπει να χορηγούνται με προσοχή.

Μη ισορροπημένη διατροφή: Εάν το παιδί βασίζεται υπερβολικά σε συμπληρώματα για να καλύψει τις διατροφικές του ανάγκες, μπορεί να παραμελήσει την ανάγκη για ποικιλία και ισορροπία στη διατροφή. Η διατροφή πρέπει πάντα να είναι η κύρια πηγή θρεπτικών συστατικών, και τα συμπληρώματα δεν πρέπει να υποκαθιστούν μια υγιεινή διατροφή.

Επίδραση στις άλλες θεραπείες: Ορισμένα συμπληρώματα μπορεί να αλληλεπιδράσουν με φάρμακα ή άλλες θεραπείες (π.χ. φάρμακα για την αντιμετώπιση του άσθματος ή άλλων χρόνιων παθήσεων). Είναι σημαντικό να ενημερώνονται οι γιατροί ή οι διατροφολόγοι πριν τη χρήση οποιουδήποτε συμπληρώματος, ειδικά εάν το παιδί ακολουθεί κάποια φαρμακευτική αγωγή.

Ανεπαρκής έλεγχος της ποιότητας των συμπληρωμάτων: Στην αγορά συμπληρωμάτων υπάρχει μεγάλη ποικιλία και σε κάποιες περιπτώσεις τα προϊόντα μπορεί να μην περιέχουν την ποσότητα ή την ποιότητα των συστατικών που αναγράφονται στην ετικέτα. Επίσης, κάποια συμπληρώματα μπορεί να περιέχουν επιβλαβείς ουσίες ή πρόσθετα.

Υψηλό κόστος: Τα περισσότερα συμπληρώματα διατροφής έχουν ένα αυξημένο κόστος.

Ποιες είναι οι καλύτερες πρακτικές για τη χρήση συμπληρωμάτων στην εφηβεία;

  • Συμβουλή από ειδικούς: Πριν τη χορήγηση οποιουδήποτε συμπληρώματος, είναι σημαντικό να συμβουλευτείτε έναν γιατρό ή έναν διατροφολόγο, ο οποίος θα αξιολογήσει τις ανάγκες του παιδιού και θα καθορίσει εάν είναι απαραίτητο το συμπλήρωμα και σε ποια δόση.
  • Στόχος η διατροφή: Η προτεραιότητα πρέπει πάντα να είναι η υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή. Τα συμπληρώματα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο όταν υπάρχει αποδεδειγμένη ανάγκη (μέσω σχετικών εξετάσεων) και να υποστηρίζουν τις ελλείψεις που δεν καλύπτονται μέσω της διατροφής.
  • Συνεχής παρακολούθηση: Η παρακολούθηση των θρεπτικών συστατικών στο αίμα (όπως ο σίδηρος, η βιταμίνη D, το ασβέστιο) μπορεί να βοηθήσει στην αξιολόγηση των αναγκών του εφήβου και να προσαρμοστούν τα συμπληρώματα εάν είναι απαραίτητο.

Συνοψίζοντας:

Τα συμπληρώματα διατροφής στην εφηβεία δεν είναι απαραίτητα για όλα τα παιδιά, και σε πολλές περιπτώσεις η σωστή και ισορροπημένη διατροφή είναι αρκετή. Ωστόσο, σε περιπτώσεις ανεπάρκειας ή αυξημένων αναγκών, τα συμπληρώματα μπορούν να είναι χρήσιμα. Είναι κρίσιμο να γίνεται σωστή καθοδήγηση από επαγγελματίες υγείας, καθώς η μη ορθή χρήση τους μπορεί να προκαλέσει προβλήματα.

Η συνήθεια κατανάλωσης ανθρακούχου νερού με γεύσεις καθημερινά, είναι επιβλαβής;2024-12-27T11:19:41+03:00

Η συνήθεια του παιδιού να πίνει καθημερινά ανθρακούχο νερό (είτε σκέτο είτε με γεύσεις π.χ. λεμόνι) δεν είναι απαραίτητα επιβλαβής, αλλά εξαρτάται από ορισμένους παράγοντες που σχετίζονται με την ποσότητα και τη συχνότητα της κατανάλωσης, καθώς και τη σύνθεση του προϊόντος.

Ας δούμε τα πιθανά πλεονεκτήματα και τα σημεία που χρειάζονται προσοχή:

Πιθανά πλεονεκτήματα:

Ενυδάτωση: Αν το παιδί καταναλώνει ανθρακούχο νερό ως αντικατάσταση για ζαχαρούχα ποτά, αυτό είναι θετικό, καθώς το νερό (ακόμα κι αν είναι ανθρακούχο) βοηθά στην ενυδάτωση χωρίς πρόσθετες θερμίδες ή ζάχαρη.

Αναζωογονητική γεύση: Η γεύση λεμονιού μπορεί να κάνει το νερό πιο ελκυστικό για τα παιδιά, ενθαρρύνοντάς τα να πίνουν περισσότερο νερό, κάτι που είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για τα παιδιά που δυσκολεύονται να πίνουν αρκετό νερό κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Σημεία που χρειάζονται προσοχή:

Ανθρακικό οξύ και πεπτικό σύστημα: Η κατανάλωση ανθρακούχων ποτών μπορεί να προκαλέσει φούσκωμα, αέρια ή κοιλιακή δυσφορία σε μερικά παιδιά. Αυτό οφείλεται στο διοξείδιο του άνθρακα που περιέχεται στα ανθρακούχα ποτά.

Οξύτητα από το λεμόνι: Ο χυμός λεμονιού ή τα αρώματα λεμονιού που περιέχονται στα ανθρακούχα ποτά μπορούν να είναι όξινα. Η υπερβολική οξύτητα μπορεί να προκαλέσει:

Ερεθισμό του στομάχου: Στα παιδιά με ευαίσθητο πεπτικό σύστημα ή παιδιά που είναι επιρρεπή σε καούρες, η κατανάλωση οξέων (όπως το λεμόνι) μπορεί να προκαλέσει δυσφορία ή ερεθισμό.

Φθορά των δοντιών: Η οξύτητα αυτών των ποτών μπορεί να ενισχύσει τη διάβρωση του σμάλτου των δοντιών, ειδικά όταν το παιδί καταναλώνει τακτικά τέτοια ποτά. Αυτό ισχύει ακόμα κι αν δεν περιέχουν ζάχαρη, γιατί η οξύτητα από τα εσπεριδοειδή μπορεί να καταστρέψει το σμάλτο.

Ζάχαρη και πρόσθετα: Εάν το ανθρακούχο νερό με γεύση λεμονιού περιέχει πρόσθετη ζάχαρη ή τεχνητά γλυκαντικά, τότε η κατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολική πρόσληψη ζάχαρης. Αυτό μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για την υγεία του παιδιού, όπως αύξηση του κινδύνου για παχυσαρκία, σακχαρώδη διαβήτη και προβλήματα με τα δόντια (τερηδόνα).

Συμβουλές:

Ελέγξτε τα συστατικά: Είναι σημαντικό να ελέγξετε τα συστατικά του ανθρακούχου νερού. Αν περιέχει ζάχαρη ή τεχνητά γλυκαντικά, καλό είναι να περιοριστεί η κατανάλωση.

Εναλλαγή με απλό νερό: Ενθαρρύνετε το παιδί να καταναλώνει και απλό νερό εκτός από το ανθρακούχο, για να μειώσετε την κατανάλωση οξέων και να αποφύγετε τη συχνή επαφή των δοντιών με όξινα ποτά. Εναλλακτικά, αραιώστε το ανθρακούχο νερό με απλό νερό.

Περιορισμένη κατανάλωση: Αν το παιδί καταναλώνει καθημερινά ανθρακούχο νερό με γεύση λεμόνι, ίσως να είναι καλό να το περιορίσετε σε μερικές φορές την εβδομάδα, όχι καθημερινά, και σε μικρότερη ποσότητα, για να προστατέψετε τη στοματική του υγιεινή και να μειώσετε την έκθεσή του οργανισμού σε οξύ.

Παρακολούθηση δοντιών: Εάν το παιδί καταναλώνει συχνά τέτοια ποτά, μπορεί να είναι χρήσιμο να επισκέπτεστε τακτικά τον παιδοδοντίατρο για να παρακολουθείτε την υγεία των δοντιών του και να συμβουλεύεστε για τον καλύτερο τρόπο προστασίας από τη διάβρωση του σμάλτου.

Συνοψίζοντας:

Η κατανάλωση ανθρακούχου νερού με γεύση λεμόνι δεν είναι επιβλαβής από μόνη της, αρκεί να τηρείται σε μέτρο και να αποφεύγονται τα προϊόντα με ζάχαρη ή τεχνητά γλυκαντικά. Επίσης, η υγιεινή του στόματος και η συνολική ενυδάτωση πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά.

Τι είναι η επιλεκτική διατροφή; Τι κάνουμε όταν η διατροφή περιορίζεται σε συγκεκριμένες τροφές και αποφεύγονται ολόκληρες ομάδες τροφών;2024-12-27T11:18:58+03:00

Η επιλεκτική διατροφή στα παιδιά, ή αλλιώς “διατροφική επιλεκτικότητα”, είναι μια συμπεριφορά κατά την οποία τα παιδιά επιλέγουν να καταναλώσουν μόνο έναν περιορισμένο αριθμό τροφών, αποφεύγοντας άλλες. Αυτό το φαινόμενο μπορεί να εμφανιστεί από την προσχολική ή την παιδική ηλικία και να συνεχιστεί έως την ηλικία των 12 ετών ή και αργότερα.

Αιτίες της επιλεκτικής διατροφής

Οι αιτίες της επιλεκτικής διατροφής στα παιδιά μπορεί να είναι ποικίλες:

Γευστικές προτιμήσεις: Σε πολλά παιδιά, η επιλεκτικότητα στις τροφές είναι μέρος της φυσιολογικής διαδικασίας ανάπτυξης. Από τη βρεφική ηλικία, τα παιδιά εξερευνούν διάφορες γεύσεις και υφές. Συχνά, είναι πιο επιλεκτικά και προτιμούν τροφές που τους είναι γνωστές ή οικείες.

Αισθητηριακή ευαισθησία: Ορισμένα παιδιά μπορεί να είναι πιο ευαίσθητα σε υφές, γεύσεις ή μυρωδιές τροφών. Αυτή η ευαισθησία μπορεί να τα κάνει να αποφεύγουν ορισμένες τροφές ή ομάδες τροφών, όπως οι λαχανικά ή οι τροφές με έντονη γεύση.

Ψυχολογικοί παράγοντες: Στρες, άγχος ή έντονες καταστάσεις οικογενειακής ή σχολικής φύσης μπορεί να επηρεάσουν τη διατροφή του παιδιού. Τα παιδιά μπορεί να αναπτύξουν αρνητική σχέση με το φαγητό ως απάντηση σε αυτές τις συναισθηματικές καταστάσεις.

Επιρροές από το περιβάλλον: Οι διατροφικές συνήθειες των γονέων/φροντιστών, οι διατροφικές συνήθειες των συνομηλίκων και η εκπαίδευση γύρω από το φαγητό μπορούν να επηρεάσουν το ποιο φαγητό προτιμά το παιδί. Τα παιδιά είναι συχνά πιο επιλεκτικά όταν υπάρχει πίεση ή προσδοκία από το περιβάλλον τους.

Τι γίνεται όταν η διατροφή περιορίζεται σε συγκεκριμένες τροφές;

Όταν η διατροφή ενός παιδιού περιορίζεται σε λίγες τροφές ή αποφεύγονται ολόκληρες ομάδες τροφών (π.χ. λαχανικά, φρούτα, γαλακτοκομικά ή δημητριακά), μπορεί να υπάρξουν κάποια ζητήματα:

Διατροφική ανεπάρκεια: Εάν το παιδί αποφεύγει, για μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλές διαφορετικές ομάδες τροφών, μπορεί να υπάρχει κίνδυνος διατροφικών ελλείψεων. Η έλλειψη βιταμινών, μετάλλων, ινών ή άλλων θρεπτικών ουσιών μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και τη συνολική υγεία. Για αυτό ακολουθούμε τις οδηγίες του γιατρού και τον συμβουλευόμαστε, ώστε να δράσουμε εγκαίρως σε τυχόν ελλείψεις.

Περιορισμένη ποικιλία γεύσεων και υφών: Η επιλεκτική διατροφή μπορεί να περιορίσει την ανάπτυξη του γευστικού φάσματος του παιδιού, με αποτέλεσμα να έχει δυσκολία να αποδεχτεί νέες γεύσεις και υφές στο μέλλον.

Κίνδυνος εμφάνισης παχυσαρκίας: Αν το παιδί τρώει μόνο ανθυγιεινά, μη θρεπτικά τρόφιμα π.χ. γλυκά μπορεί να εμφανιστούν προβλήματα υγείας όπως παχυσαρκία, τερηδόνα και υψηλή χοληστερόλη.

Τι να κάνουμε σε περίπτωση επιλεκτικής διατροφής;

Συνεχιζόμενη υποστήριξη και ενθάρρυνση: Είναι σημαντικό να προσπαθούμε να ενθαρρύνουμε το παιδί να δοκιμάσει νέες τροφές με ήπιο τρόπο, χωρίς πίεση ή κριτική. Το παιδί χρειάζεται χρόνο και υπομονή για να αποδεχτεί νέες γεύσεις.

Διατροφική ποικιλία: Όσο το παιδί δέχεται συγκεκριμένες τροφές, είναι σημαντικό να προσπαθούμε να διασφαλίσουμε ότι μέσω της επιλεκτικής διατροφής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Για παράδειγμα, εάν το παιδί τρώει μόνο ρύζι ή ζυμαρικά, μπορούμε να προσθέσουμε σταδιακά νέα τρόφιμα, όπως κρέας, ψάρι, λαχανικά ή λιπαρά (όπως ελαιόλαδο), μαζί με το αγαπημένο τρόφιμο του παιδιού για να καλύψουμε τις διατροφικές ανάγκες.

Εξοικείωση με νέες τροφές: Η προσφορά νέων τροφών πολλές φορές χωρίς πίεση και με μια θετική προσέγγιση μπορεί να βοηθήσει στην αποδοχή τους. Η συμμετοχή του παιδιού στην προετοιμασία του φαγητού ή η παρουσίαση των τροφών με διαφορετικό τρόπο μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη και ωφέλιμη.

Οι γονείς ως πρότυπα: Είναι σημαντικός ο ρόλος των γονέων τόσο ως παρόχων της τροφής όσο και ως προτύπως. Φροντίστε να τρώτε όλοι μαζί ως οικογένεια, ακολουθώντας μια ισορροπημένη διατροφή και περιλαμβάνοντας όλα τα τρόφιμα στο οικογενειακό τραπέζι.

Όταν ο γιατρός λέει “ας φάει ό,τι θέλει”

Εάν το παιδί είναι υγιές και ο γιατρός δεν ανησυχεί για την ανάπτυξή του και ως εκ τούτου για τη διατροφή του, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για σοβαρές ελλείψεις ή ιατρικά προβλήματα. Ωστόσο, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, είναι σημαντικό να παρακολουθούνται οι διατροφικές του συνήθειες και να γίνονται προσπάθειες για να αυξηθεί η ποικιλία των τροφών που καταναλώνει. Αν η επιλεκτική διατροφή είναι συνεχής και περιορίζει σημαντικά την ποικιλία, μπορεί να προκύψουν προβλήματα αργότερα στην ανάπτυξη ή στην υγεία του παιδιού.

Η ιδανική προσέγγιση είναι να είμαστε υπομονετικοί και να προσπαθούμε να αυξήσουμε την ποικιλία στη διατροφή του παιδιού σταδιακά, διατηρώντας τη θετική στάση και την ενθάρρυνση για νέες εμπειρίες με το φαγητό. Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να συμβουλευτούμε έναν ειδικό που θα μας καθοδηγήσει στοχευμένα και εξατομικευμένα.

Πώς μπορούν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να βοηθήσουν τα παιδιά που δυσκολεύονται να καταναλώσουν φαγητό μπροστά σε άλλους;2024-12-20T15:23:05+03:00

Πολλές φορές μπορεί να παρατηρούμε, ειδικά στα μικρά παιδιά, έναν δισταγμό να καταναλώσουν φαγητό με την παρουσία άλλων, ιδιαίτερα στο σχολικό περιβάλλον. Τα παιδιά αυτά συχνά φαίνεται να μην αντιμετωπίζουν την ίδια δυσκολία στο σπίτι ή σε άλλα περιβάλλοντα, στα οποία αισθάνονται περισσότερο άνετα. Ορισμένες από τις αιτίες για τη συμπεριφορά αυτή μπορεί να είναι η αμηχανία ή το άγχος που τα παιδιά βιώνουν σε νέα περιβάλλοντα με πολλά μη γνώριμα ερεθίσματα, όπως είναι το σχολείο. Αυτή η αμηχανία μπορεί να τα οδηγήσει σε αποθυμία να καταναλώσουν το φαγητό τους ή ακόμη και να μιλήσουν, καθώς μπορεί να ανησυχούν μήπως οι άλλοι – συμμαθητές ή/και εκπαιδευτικοί – τα παρατηρούν και μπορεί να τα κρίνουν.

Τόσο ως γονείς όσο και ως εκπαιδευτικοί μπορούμε να συνεισφέρουμε σημαντικά στην άμβλυνση της συμπεριφοράς αυτής. Η σταδιακή έκθεση των παιδιών σε μικρές ομάδες ή σε πιο ήσυχα περιβάλλοντα μπορεί να βοηθήσει στην οικοδόμηση της αυτοπεποίθησής τους. Ενδεικτικά, στο πλαίσιο του σχολείου, η δυνατότητα να μπορούν τα παιδιά να κάθονται σε μια ήσυχη γωνιά ή παρέα με λιγότερα παιδιά της τάξης τους την ώρα του φαγητού, θα συνέβαλε σταδιακά στην εξοικείωση με την κατανάλωση τροφής, συντροφιά με άλλους. Ειδικά στις πρώτες τάξεις του σχολείου, τα παιδιά μπορεί να χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να προσαρμοστούν στην καθημερινή ρουτίνα. Η ήπια και διακριτική ενθάρρυνση τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των γονέων, αλλά και η συνέπεια αυτής, μπορεί να διευκολύνει σημαντικά την μετάβαση αυτή. Επιπλέον, η σταδιακή ενθάρρυνση μικρών, θετικών κοινωνικών αλληλεπιδράσεων με συμμαθητές, μπορεί να βοηθήσει το παιδί να αισθανθεί ασφάλεια αλλά και ως ισότιμο μέλος μιας ομάδας. Τέλος, εάν η συμπεριφορά παραμένει, τότε η υποστήριξη από παιδοψυχολόγο μπορεί να είναι χρήσιμη για την καθοδήγηση των γονέων για την ενδυνάμωση του παιδιού.

Με ποιους τρόπους μπορούμε να διαχειριστούμε το άγχος υγείας που επηρεάζει τις διατροφικές συνήθειες των παιδιών και των εφήβων;2024-12-20T15:16:41+03:00

Το άγχος ασθένειας ή αλλιώς, άγχος υγείας, περιλαμβάνει την υπερβολική ανησυχία για την ύπαρξη ή την ανάπτυξη μιας σοβαρής ασθένειας. Πολλές φορές μπορεί να παρατηρούμε πώς το παιδί ή ο έφηβος ανησυχεί πολύ για την κατάσταση της υγείας του και ως εκ τούτου, να προσπαθεί να τρώει μόνο θρεπτικές τροφές, να καταναλώνει πολλούς χυμούς, να αποφεύγει χώρους με πολλά άτομα ή να παρερμηνεύει κοινές σωματικές αισθήσεις (π.χ. πονοκέφαλο ή στομαχόπονο) ως σημάδια σοβαρής ασθένειας.

Μια ασθένεια σε ένα μέλος της οικογένειας ή σε κάποιον συνομήλικο ή η έκθεση σε δυσάρεστες ειδήσεις που σχετίζονται με την υγεία, ιδίως γύρω από επιδημίες ή ευρέως διαδεδομένες ασθένειες, μπορεί να αυξήσει το άγχος αυτό. Τα παιδιά μπορεί να μην έχουν τα εργαλεία για να πλαισιώσουν αυτές τις πληροφορίες, με αποτέλεσμα να πιστεύουν ότι διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο.

Η διαχείριση του άγχους για την υγεία στα παιδιά και τους εφήβους, ιδίως όταν αυτό επηρεάζει τις διατροφικές τους συνήθειες, απαιτεί τόσο κατανόηση όσο και στρατηγικές υποστήριξης. Πιο συγκεκριμένα είναι σημαντικό να:

Παρέχουμε ακριβείς πληροφορίες. Εξηγούμε τις έννοιες της υγείας και της ασθένειας με όρους κατάλληλους για την ηλικία του παιδιού, διορθώνοντας τις παρανοήσεις που μπορεί να προκαλούν υπερβολικό φόβο. Παραδείγματος χάριν, μπορούμε να εξηγήσουμε ότι οι ασθένειες μπορούν να αντιμετωπιστούν και η διατήρηση μιας ισορροπημένης διατροφής μπορεί να μας βοηθήσει να διατηρήσουμε ένα δυνατό ανοσοποιητικό σύστημα.

Δημιουργούμε μια ρουτίνα στο φαγητό. Η συνέπεια στις ώρες των γευμάτων και των σνακ μπορεί να προσφέρει μια αίσθηση ασφάλειας, η οποία μειώνει το άγχος. Το να επιτρέπουμε στα παιδιά να επιλέγουν αυτό που θα καταναλώσουν, μεταξύ κάποιων θρεπτικών επιλογών, μπορεί επίσης να λειτουργήσει ενδυναμωτικά. Επιπλέον, είναι σημαντικό να επαναφέρουμε την προσοχή και στην απόλαυση του φαγητού, παρατηρώντας την οσμή, τη γεύση και την υφή του.

Παροτρύνουμε τη συζήτηση γύρω από τα συναισθήματα. Μιλάμε συχνά για αυτά που νιώθουμε και μοιραζόμαστε τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς και τους φόβους. Συζητάμε ανοιχτά για αυτούς και αναγνωρίζουμε τη σημασία που έχουν για τα παιδιά, λέγοντας, για παράδειγμα, «Καταλαβαίνω ότι ανησυχείς μήπως αρρωστήσεις, αλλά να θυμάσαι ότι πολλά από αυτά τα συμπτώματα είναι συνηθισμένα και δεν σημαίνουν κάτι σοβαρό». Εάν το άγχος επηρεάζει σημαντικά τη διατροφή ή οδηγεί σε περιοριστικές διατροφικές συνήθειες, μπορούμε να απευθυνθούμε σε κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας.

Γινόμαστε παράδειγμα προς μίμηση. Τα παιδιά και οι έφηβοι συχνά καθρεφτίζουν τη στάση των ενηλίκων απέναντι στις συμπεριφορές που σχετίζονται με την υγεία. Διατηρούμε μια ήρεμη και υγιή στάση απέναντι στο φαγητό, δίνοντας έμφαση στις θρεπτικές και όχι στις περιοριστικές συνήθειες.

Περιορίζουμε την έκθεση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η συνεχής έκθεση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορεί να αυξήσει το άγχος για την υγεία. Ενθαρρύνουμε την αναζήτηση πληροφοριών από έμπιστες πηγές ενημέρωσης, συζητώντας μαζί τις πληροφορίες αυτές και βοηθώντας τα παιδιά να καταλάβουν ότι τα μέσα ενημέρωσης συχνά εστιάζουν στα άκρα.

Πώς μπορούμε να ενθαρρύνουμε την λήψη επαγγελματικής υποστήριξης όταν παρατηρούμε σημάδια διατροφικών διαταραχών στο παιδί/έφηβο;2024-12-20T15:15:55+03:00

Όταν ένας έφηβος επιδεικνύει συμπεριφορές που μπορεί να υποδηλώνουν μια διατροφική διαταραχή, είναι σημαντικό ως γονείς να προσεγγίσουμε την κατάσταση με κατανόηση και ενσυναίσθηση. Πολλές φορές, τόσο λόγω της ανησυχίας αλλά και λόγω του στίγματος που συνεχίζει να υπάρχει, είναι πιθανό οι έφηβοι να αρνούνται κατηγορηματικά να δεχτούν υποστήριξη από κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας. Ως γονείς, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι:

  • Ο έφηβος μπορεί να μην έχει αναγνωρίσει ακόμη τη σοβαρότητας της κατάστασης. Αυτό είναι ιδιαίτερα πιθανό με τις διατροφικές διαταραχές, όπου η συμπεριφορά μπορεί να μοιάζει με μια μορφή ελέγχου ή αυτοβελτίωσης. Προσεγγίζουμε την κατάσταση με ενσυναίσθηση, αναγνωρίζοντας ότι είναι δύσκολο και χρειάζεται υπομονή να απαλλαγεί ο έφηβος από τις συμπεριφορές αυτές.
  • Παρότι ο έφηβος αρνείται, προσωρινά ή μη, τη θεραπεία, είναι υψίστης σημασίας να διατηρήσουμε ως γονείς μια ανοιχτή, μη επικριτική επικοινωνία μαζί του. Μπορούμε να μοιραστούμε την ανησυχία που βιώνουμε για την ευημερία του, προκειμένου να αισθανθεί ότι “ακούγεται” και παρά την απόφασή του, εμείς διατηρούμε τον σεβασμό και την εκτίμησή μας απέναντί του.
  • Η πίεση, ή και ο καταναγκασμός, μπορεί να φέρει αντίθετα αποτελέσματα. Είναι σημαντικό να υπενθυμίζουμε στον έφηβο, ότι ακόμα και αν είναι μια επιλογή που απορρίπτει αυτή τη στιγμή, η επαγγελματική βοήθεια είναι πάντοτε διαθέσιμη, όταν ο ίδιος νιώσει έτοιμος. Επιπλέον, είναι σημαντικό να υπενθυμίζουμε ότι αποτελεί μια λύση που στοχεύει στην βελτίωση της σχέσης μας με τον εαυτό μας συνολικά, και δεν αποτελεί τιμωρία ή καταναγκαστική πράξη.
  • Ακόμη και αν ο έφηβος είναι κοντά στην ενηλικίωση, συνεχίζουμε να λειτουργούμε ως πρότυπα. Έτσι, λοιπόν, μπορούμε πρώτοι εμείς να επισκεφθούμε έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας, προκειμένου να υπενθυμίζουμε ότι όταν αντιμετωπίζουμε μια δυσκολία είναι σημαντικό να αναζητούμε τη βοήθεια που χρειαζόμαστε. Άλλωστε, η αντιμετώπιση μιας διατροφικής διαταραχής ενός εφήβου μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για τους γονείς. Αναζητούμε υποστήριξη μέσω ομάδων γονέων ή ατομικής θεραπείας, ώστε να εμπλουτίσουμε τις ιδέες μας για το πώς να υποστηρίξουμε καλύτερα το παιδί μας, ενισχύοντας παράλληλα τη δική μας ψυχική υγεία.

Ωστόσο δεν αφήνουμε πολύ χρόνο να περάσει και παρακολουθούμε συστηματικά την κατάσταση. Εάν η διατροφική διαταραχή φαίνεται να εξελίσσεται και να επηρεάζει σημαντικά τη σωματική και ψυχική υγεία του παιδιού, ίσως χρειάζεται να κάνουμε πιο άμεσα βήματα ως προς την αναζήτηση επαγγελματικής βοήθειας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να είναι απαραίτητο να κλείσουμε ένα ραντεβού με έναν επαγγελματία υγείας κατά το οποίο θα ζητήσουμε καθοδήγηση για το πώς να παρέμβουμε με υποστηρικτικό τρόπο.

Ως εκπαιδευτικός, πώς μπορώ να προσεγγίσω με εποικοδομητικό τρόπο την οικογένεια, εάν έχω παρατηρήσει προειδοποιητικά σημάδια διαταραχών πρόσληψης τροφής;2024-12-20T15:15:11+03:00

Ως εκπαιδευτικοί ερχόμαστε σε καθημερινή επαφή με τα παιδιά και τους εφήβους, και ως εκ τούτου, είναι πιθανό να παρατηρήσουμε σημάδια που υποδηλώνουν την ύπαρξη μιας διαταραχής πρόσληψης τροφής. Στην περίπτωση αυτή, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προσεγγίσουμε και να συνεργαστούμε με το οικογενειακό περιβάλλον του εφήβου/παιδιού, με ευαισθησία.

Εάν έχουμε ήδη αναπτύξει μια σχέση εμπιστοσύνης με τον/την έφηβο/η, μπορούμε να συζητήσουμε απευθείας μαζί τους, προσεγγίζοντάς τους με ήρεμο και μη επικριτικό τρόπο, διασφαλίζοντας την ιδιωτικότητα που απαιτείται για μια τέτοιου είδους συζήτηση. Χρησιμοποιούμε φράσεις που δείχνουν την ανησυχία αλλά και την υποστήριξή μας και αποφεύγουμε να ονοματίζουμε τις συμπεριφορές που παρατηρούμε ως διατροφικές διαταραχές. Έχουμε στο μυαλό μας ότι μια τέτοια συζήτηση μπορεί να προκαλέσει αμηχανία στους εφήβους. Μπορούμε να τους προετοιμάσουμε και να τους ενημερώσουμε από πριν ότι θα θέλαμε να συζητήσουμε μαζί τους για κάτι σημαντικό που αφορά την υγεία τους, ορίζοντας μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και μέρος για τη συζήτηση αυτή. Επιπλέον, δεν απογοητευόμαστε εάν ο/η έφηβος/η δεν μοιραστεί απευθείας μαζί μας τυχόν δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζει, αλλά τονίζουμε ότι θα προσφέρουμε τον χρόνο και την προσοχή μας, εάν και όποτε επιθυμούν να συζητήσουν σχετικά με αυτό μαζί μας.

Πριν επικοινωνήσουμε την ανησυχία μας στους γονείς, είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε τη συμπεριφορά του εφήβου, προκειμένου να αισθανόμαστε σίγουροι για όσα θέλουμε να μοιραστούμε. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης με τους γονείς, προσπαθούμε να τους προσεγγίσουμε με ενσυναίσθηση και με τρόπο μη συγκρουσιακό. Επικεντρωνόμαστε στο να εκφράσουμε την ανησυχία μας για την ευημερία του παιδιού, αποφεύγοντας να κάνουμε υποθέσεις και προσφέροντας πραγματικά παραδείγματα, τα οποία μπορούν να διευκολύνουν τους γονείς να διαμορφώσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα των ανησυχητικών συμπεριφορών του εφήβου. Παρότι, μπορεί οι συμπεριφορές για τις οποίες θέλουμε να συζητήσουμε με τους γονείς να μας ανησυχούν ιδιαιτέρως, προσέχουμε τη χρήση της γλώσσας και αποφεύγουμε να χαρακτηρίσουμε αμέσως τη συμπεριφορά ως διατροφική διαταραχή. Περιγράφουμε τις συγκεκριμένες συμπεριφορές που παρατηρούμε, όπως η απροθυμία του εφήβου να φάει, μια αξιοσημείωτη αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες ή η αποφυγή του φαγητού με άλλους. Αποφεύγουμε να κάνουμε εμείς διαγνώσεις και, αντίθετα, ενθαρρύνουμε την οικογένεια να αναζητήσει επαγγελματική βοήθεια αν πιστεύει ότι το πρόβλημα μπορεί να είναι σοβαρό.

Είναι ωφέλιμο να ενημερώσουμε την οικογένεια ότι παραμένουμε δίπλα τους, καθώς η ευημερία του εφήβου αποτελεί πάντοτε προτεραιότητα. Προσπαθούμε να διατηρούμε μια ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας για να διασφαλίζουμε ότι το παιδί συνεχίζει να λαμβάνει υποστήριξη τόσο στο σπίτι όσο και στο σχολείο. Τέλος, εφόσον είναι εφικτό, καθώς η αντιμετώπιση διαταραχών πρόσληψης τροφής αποτελεί μια ιδιαίτερα απαιτητική “μάχη” που πρέπει να δώσει όλη η οικογένεια, γινόμαστε σύμμαχοι και συνεισφέρουμε πρακτικά, με προτάσεις και παραπομπές σε σχολικούς συμβούλους ή επαγγελματίες ψυχικής υγείας που ειδικεύονται στις διαταραχές πρόσληψης τροφής, εφόσον κρίνουμε ότι μπορεί να είναι χρήσιμο για την οικογένεια και το παιδί.

Ποιοι μπορεί να είναι οι λόγοι που παρατηρούνται αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των παιδιών και των εφήβων; Ποια μέτρα μπορούν να λάβουν οι γονείς;2024-12-20T15:12:30+03:00

Οι αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες ενός παιδιού, όπως το να τρώει λιγότερο, να αρνείται το σπιτικό φαγητό, να προτιμά τα έτοιμα γεύματα ή να αποφεύγει να τρώει σε κοινωνικές εκδηλώσεις, μπορεί να οφείλονται σε διάφορες αιτίες και δεν είναι απαραιτήτως ένδειξη κάποιας διαταραχής πρόσληψης τροφής. Πιο συγκεκριμένα:

  • Οι προτιμήσεις των παιδιών εξελίσσονται και μπορεί να διαμορφωθούν προτιμήσεις για συγκεκριμένες γεύσεις ή υφές.
  • Το να τρώνε λιγότερο ή καθόλου μπροστά σε φίλους μπορεί να αντανακλά ανησυχίες για το πώς «τα βλέπουν» οι άλλοι.
  • Η προτίμηση έτοιμων γευμάτων μπορεί να είναι ένας τρόπος για έναν έφηβο να εκφράσει την ανάγκη για αυτονομία στις επιλογές του φαγητού του.
  • Το στρες, το άγχος, οι κοινωνικές πιέσεις ή η χαμηλή αυτοεκτίμηση μπορούν συχνά να επηρεάσουν τις διατροφικές συνήθειες. Το φαγητό μπορεί να χρησιμοποιείται ως ένα μέσο παρηγοριάς ή ελέγχου κατά τη διάρκεια δύσκολων περιόδων.
  • Ορισμένες ιατρικές καταστάσεις, όπως πεπτικά προβλήματα, αλλεργίες ή ορμονικές αλλαγές, μπορεί να επηρεάσουν την όρεξη και την ανοχή στα τρόφιμα.

Ως γονείς, για να βοηθήσουμε τα παιδιά και τους εφήβους να οικοδομήσουν μια θετική, ισορροπημένη σχέση με το φαγητό υπάρχουν διάφορα βήματα που μπορούμε να ακολουθήσουμε. Αρχικά, παρατηρούμε με ηρεμία τυχόν νέα μοτίβα, όπως αλλαγές στην όρεξη, στις προτιμήσεις τροφίμων ή στις συμπεριφορές κατά τη διάρκεια του γεύματος. Η καταγραφή του πότε και πώς συμβαίνουν αυτές οι αλλαγές μπορεί να προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες εάν αργότερα χρειαστεί να αναζητήσουμε επαγγελματική συμβουλή. Επιπλέον, μπορούμε να ξεκινήσουμε μια ανοιχτή συζήτηση για να κατανοήσουμε την οπτική του παιδιού/εφήβου. Μπορούμε να κάνουμε ερωτήσεις όπως: «Παρατήρησα ότι δεν φαίνεται να απολαμβάνεις τόσο πολύ τα γεύματα. Θα ήθελες να μιλήσουμε γι’ αυτό;». Είναι σημαντικό να μην αντιδράμε με απογοήτευση ή κριτική, καθώς αυτό μπορεί να αυξήσει το άγχος τους. Αντ’ αυτού, παραμένουμε ήρεμοι και υποστηρικτικοί, δίνοντας βάση στην κατανόηση των αιτιών πίσω από τις παρατηρούμενες αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες. Συνεχίζουμε να ενθαρρύνουμε τη ρουτίνα φαγητού, όπως είναι για παράδειγμα, τα οικογενειακά γεύματα, καθώς καλλιεργούν ένα προβλέψιμο και ασφαλές περιβάλλον. Επιπλέον, φροντίζουμε να υπάρχει διαθέσιμη ποικιλία τροφίμων χωρίς να επιβάλλουμε συγκεκριμένες επιλογές. Η παρουσίαση των επιλογών με ελκυστικό τρόπο επιτρέπει στα παιδιά (ιδιαίτερα σε αυτά μικρότερης ηλικίας) να εξερευνήσουν χωρίς πίεση, γεγονός που μπορεί να διευρύνει σταδιακά την άνεσή τους με διαφορετικά τρόφιμα. Φυσικά, είναι σημαντικό να αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε φράσεις που σχετίζονται με την κουλτούρα της δίαιτας ή αυστηρούς κανόνες γύρω από το φαγητό, αλλά να επικεντρωνόμαστε στην ισορροπία, την ποικιλία και την απόλαυση του φαγητού.

Εάν παρατηρούμε συνεχιζόμενες συμπεριφορές, όπως ο περιορισμός ορισμένων τροφίμων, η ακραία επιλεκτικότητα ή η εμμονή με την «υγιεινή» διατροφή, τότε είναι σημαντικό να διερευνήσουμε και τυχόν άλλα σημάδια, όπως σημαντικές αλλαγές στο βάρος, αποφυγή γευμάτων ή απόκρυψη τροφίμων. Εάν οι αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες επιμένουν ή εντείνονται, είναι σημαντικό να απευθυνθούμε σε παιδίατρο, ψυχολόγο, και διατροφολόγο που ειδικεύονται στην υγεία των παιδιών και των εφήβων. Η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να προσφέρει πολύτιμη υποστήριξη και να αποτρέψει την ανάπτυξη πιο σοβαρών προβλημάτων.

 

Ποια ηθικά διλήμματα εμφανίζονται κατά τη φροντίδα των ηλικιωμένων γονέων και πώς τα αντιμετωπίζουμε;2024-10-01T12:23:55+03:00

Η φροντίδα των ηλικιωμένων μπορεί να θέσει διάφορα ηθικά διλήμματα που απαιτούν την προσεκτική εξέταση και τη λήψη αποφάσεων για την επίλυσή τους. Αρχικά, τα ενήλικα παιδιά μπορεί να βιώνουν αμφιθυμία ή αντικρουόμενα συναισθήματα, όπως είναι το αίσθημα ευθύνης, η ενοχή και η δυσαρέσκεια, σχετικά με την ανάληψη του ρόλου του φροντιστή των ηλικιωμένων γονέων τους. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι σημαντικό να αναζητούμε στήριξη από μέλη της οικογένειας, φίλους ή ομάδες υποστήριξης για να μπορέσουμε να ανακουφιστούμε, να συζητήσουμε για τα αμφιθυμικά αισθήματα, να τα επεξεργαστούμε αλλά και να πάρουμε ιδέες για την ανάπτυξη στρατηγικών αντιμετώπισης.

Επιπλέον, μεγάλες διαφορές προκύπτουν στις αξίες, τις πεποιθήσεις και τις προσδοκίες μεταξύ γενεών που μπορεί να οδηγήσουν σε συγκρούσεις ως προς τον τρόπο που επιλέγουν είτε οι μεγαλύτεροι είτε οι νεότεροι να ζήσουν, αλλά και συγκρούσεις ως προς τη λήψη αποφάσεων για θέματα όπως η φροντίδα υγείας ή η ανατροφή των παιδιών. Χαρακτηριστικό και συχνό παράδειγμα που αφορά στην φροντίδα ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία ένα ενήλικο παιδί επιθυμεί να μετακομίσει ο γονέας του στο σπίτι του ή σε μια μονάδα μακροχρόνιας φροντίδας, καθώς με αυτόν τον τρόπο θεωρεί ότι θα λαμβάνει την απαραίτητη φροντίδα και θα παραμένει ασφαλής, καθώς θα διαμένει σε ένα πιο προστατευμένο και εποπτευόμενο περιβάλλον. Σε αντίθεση με αυτό, το άτομο μεγαλύτερης ηλικίας που επιθυμεί και αξιολογεί ως σημαντική την ανεξαρτησία και την αυτονομία του, αντιτίθεται στην άποψη του ενήλικου παιδιού. Ο ανοιχτός διάλογος, ο σεβασμός και η αλληλοκατανόηση μπορούν να θεωρηθούν απαραίτητα χαρακτηριστικά ώστε να επιλυθούν οι συγκρούσεις αυτές. Είναι ωφέλιμο να μην ξεχνάμε ότι η προοπτική του άλλου έχει αξία για τον ίδιο και βασίζεται στο αξιακό πλαίσιο μέσα στο οποίο το άτομο αυτό έμαθε να λειτουργεί. Έτσι, για την επίλυση των συγκρούσεων σημαντική τακτική είναι η προσπάθεια να αυξήσουμε τη συμφωνία μεταξύ γενεών, βρίσκοντας κοινό έδαφος και κάνοντας συμβιβασμούς, οι οποίοι όμως δεν έρχονται καθέτως ενάντια  σε όσα είναι σημαντικά για εμάς ή για το άλλο άτομο.

Πώς διαμορφώνονται οι αξίες και οι προσδοκίες στο πλαίσιο της οικογένειας όσον αφορά στη φροντίδα των ηλικιωμένων μελών;2024-10-01T12:20:20+03:00

Αναφορικά με τον ρόλο των μελών μεγαλύτερης ηλικίας αλλά και τη φροντίδα τους, ο πολιτισμικός παράγοντας διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Στην Ελλάδα, κυριαρχούσε και συνεχίζει να είναι εδραιωμένο, σε μεγάλο βαθμό, το μοντέλο της εκτεταμένης οικογένειας, όπου τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας κατέχουν μια ουσιαστική θέση στο οικογενειακό πλαίσιο. Τα ίδια τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας συμμετείχαν και συμμετέχουν στην ανατροφή των νεότερων, και αντίστοιχα η φροντίδα των ίδιων αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί αρμοδιότητα κυρίως της μεσαίας γενιάς. Αυτή η διαδικασία «δούναι και λαβείν» χαρακτηρίζεται από τις αξίες της αλληλοβοήθειας, του σεβασμού απέναντι στους μεγαλύτερους και της αποδοχής τους αλλά και σε μια πίστη αναφορικά με τη δύναμη και την αδιαφιλονίκητη αξία του θεσμού της οικογένειας.

Οι διαπροσωπικές σχέσεις εντός της οικογένειας και η ενίσχυση της διαγενεακής επικοινωνίας και συνεργασίας παραμένει καίριας σημασίας στη διατήρηση και ενίσχυση της υγείας και της ευημερίας των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας σε μια οικογένεια. Παράλληλα, η ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ των γενεών είναι σημαντικό στοιχείο για την προώθηση της αμοιβαίας κατανόησης, υποστήριξης και σύνδεσης μεταξύ των μελών μιας οικογένειας. Συνεπώς, προκειμένου να ενισχυθούν οι σχέσεις είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας ότι:

  • Η οργάνωση κοινών δραστηριοτήτωνή και ευκαιριών για συνάντηση μεταξύ των μελών της οικογένειας είναι σημαντική για να καλλιεργηθούν οι σχέσεις. Η σύνδεση, ιδιαίτερα, με την αφορμή κοινών ενδιαφερόντων και χόμπι, μπορεί να διευκολύνει τη διαγενεακή επικοινωνία. Επιπλέον, η ενθάρρυνση δραστηριοτήτων που προάγουν τη συνεργασία και τη διαγενεακή μάθηση, όπως το μαγείρεμα, μπορεί να είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες.
  • Η αφήγηση ιστοριώναπό τα μεγαλύτερα μέλη της οικογένειας, στις οποίες μπορούν να μοιραστούν τις ιστορίες της ζωής τους, τις εμπειρίες και τη σοφία τους με τις νεότερες γενιές, μπορεί να συνδέσει τα μέλη μιας οικογένειας. Η ενθάρρυνση των παιδιών να κάνουν ερωτήσεις και να δείξουν γνήσιο ενδιαφέρον για να μάθουν για την οικογενειακή ιστορία και τις παραδόσεις, είναι, επίσης, σημαντικό να προωθείται.
  • Το διαγενεακό χάσμα πολλές φορές μπορεί να φέρει συγκρούσεις ή και να διακόψει τη σύνδεση μεταξύ των μελών της οικογένειας. Συνεπώς, είναι χρήσιμο να προωθείται η ιδέα του σεβασμού για όλα τα μέλη της οικογένειας, με την εκτίμηση των απόψεων ο ένας του άλλου, ανεξάρτητα από τις διαφορές που μπορεί να προκύπτουν.
  • Η ιδέα της αλληλοϋποστήριξης εντός της οικογένειας, όπου τα μέλη διαφορετικών γενεών μπορούν να βασίζονται ο ένας στον άλλον για βοήθεια και καθοδήγηση καλλιεργεί τις ευκαιρίες διαγενεακής επαφής. Ένα εργαλείο που μπορεί να ενισχύσει την κουλτούρα της αλληλοβοήθειας εντός της οικογένειας, μπορεί να είναι και η τεχνολογία, με την εκμάθηση των βασικών διαδικασιών από τους νεότερους προς τους μεγαλύτερους.
  • Ο συλλογικός εορτασμός των οροσήμωναλλά και των παραδόσεων της οικογένειας αποτελεί σπουδαία ευκαιρία για τη σύνδεση της οικογένειας. Τα γενέθλια, οι γιορτές, τα πολιτιστικά αλλά και τα θρησκευτικά γεγονότα μπορούν να φέρουν κοντά τις γενιές, ενισχύοντας την αίσθηση της ενότητας της οικογένειας.

Η επίλυση των συγκρούσεων που προκύπτουν, με εποικοδομητικό τρόπο, ενθαρρύνει την ανοιχτή επικοινωνία, τον σεβασμό αλλά και την ανάπτυξη υγιών στρατηγικών διαχείρισης συγκρούσεων από τις οποίες μπορούν να ωφεληθούν όλες οι γενιές της οικογένειας.

Πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν οι γονείς καταστάσεις όπου συμπεριφορές, όπως το κάπνισμα, μοιάζουν να παρέχουν ανακούφιση/μείωση του άγχους;2024-10-01T12:18:51+03:00

Οι γονείς πρέπει να προσεγγίσουν τις καταστάσεις όπου οι νέοι εμπλέκονται σε συμπεριφορές όπως το κάπνισμα με ευαισθησία και κατανόηση. Καταρχάς, είναι ζωτικής σημασίας να συνειδητοποιήσουν ότι το κάπνισμα δημιουργεί τόσο σωματική όσο και ψυχολογική εξάρτηση. Επιπλέον, οι καπνιστές μπορεί να θεωρούν ότι το τσιγάρο τους ηρεμεί, αλλά η έρευνα δείχνει ότι συχνά αυξάνονται τα επίπεδα άγχους λόγω του καπνίσματος και το τσιγάρο είναι απαραίτητο προκειμένου να επανέλθει ο καπνιστής στα προηγούμενα επίπεδα ηρεμίας. Ειδικότερα αυτό που συμβαίνει είναι ότι με το κάπνισμα αυξάνονται τα επίπεδα νικοτίνης (που είναι εθιστική ουσία) και έτσι μειώνεται το άγχος και η νευρικότητα. Ως εκ τούτου, το κάπνισμα είναι ο τρόπος με τον οποίο ικανοποιείται ο εθισμός στη νικοτίνη, ενώ η απόλαυση που νιώθει ο καπνιστής είναι αποτέλεσμα της ικανοποίησης αυτού του εθισμού.

Κατανοώντας ότι η προσπάθεια εγκατάλειψης του καπνίσματος είναι δύσκολη λόγω των σωματικών και ψυχολογικών επιπτώσεων, οι γονείς μπορούν να προσφέρουν στήριξη και ενθάρρυνση. Μερικές πρακτικές συμβουλές που μπορούμε να ακολουθήσουμε ως γονείς περιλαμβάνουν τα εξής:

  • Δημιουργούμε ένα ανοιχτό περιβάλλον για να συζητάμε με τα παιδιά μας. Ακούμε τις ανησυχίες τους, και δεν κρίνουμε αυστηρά. Ο διάλογος βοηθάει στην κατανόηση των αιτιών πίσω από τις συγκεκριμένες συμπεριφορές.
  • Παρέχουμε έγκυρες πληροφορίες και ενημερωτικό υλικό σχετικά με τους κινδύνους του καπνίσματος και τις επιπτώσεις στην υγεία και ενισχύουμε την ευαισθησία των παιδιών μας σε αυτά τα θέματα.
  • Προωθούμε εναλλακτικές δραστηριότητες και χόμπι που μπορούν να λειτουργήσουν ως υγιείς αντικαταστάτες του καπνίσματος. Ενθαρρύνουμε τη συμμετοχή τους σε ομαδικές δραστηριότητες που προωθούν την υγιή κοινωνική αλληλεπίδραση.
  • Βοηθούμε τα παιδιά μας να αντιμετωπίσουν το άγχος και το στρες με υγιείς τρόπους. Αναζητούμε μαζί τους εναλλακτικές λύσεις για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους χωρίς να καταφεύγουν στο κάπνισμα.
  • Σε περιπτώσεις που η συμπεριφορά συνδέεται με συναισθηματικά ή ψυχολογικά ζητήματα, η ψυχολογική υποστήριξη μπορεί να είναι χρήσιμη. Συνεργαζόμαστε με ειδικούς ψυχολόγους ή συμβούλους που μπορούν να παρέχουν εξειδικευμένη βοήθεια.

Συνολικά, η επικοινωνία, η κατανόηση και η παροχή στήριξης είναι κρίσιμοι παράγοντες για την αντιμετώπιση του θέματος του καπνίσματος στο πλαίσιο της οικογενειακής δυναμικής.

Πώς μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν τους εφήβους να μειώσουν τη χρήση του Διαδικτύου, αποφεύγοντας πιέσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αντίσταση;2024-10-01T12:18:14+03:00

Η συζήτηση με τα παιδιά και τους εφήβους σχετικά με τη χρήση του διαδικτύου δεν αποτελεί μια μονοδιάστατη διαδικασία. Είναι ένας συνεχής διάλογος, καθώς πρέπει να ελέγχουμε τακτικά τη διαδικτυακή συμπεριφορά των παιδιών μας και να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί.

Για να βοηθήσουμε τους εφήβους να αντιμετωπίζουν υπεύθυνα τη χρήση του διαδικτύου, μπορούμε να υιοθετήσουμε διάφορες στρατηγικές.

Καταρχάς, παρέχουμε ένα πρότυπο υγιούς χρήσης του Διαδικτύου, δείχνοντας με το παράδειγμα μας μια ισορροπημένη χρήση και θέτοντας όρια στη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας στο σπίτι μας γενικά. Κρατάμε την τεχνολογία μακριά από το υπνοδωμάτιο, απενεργοποιώντας τις οθόνες τουλάχιστον 30 με 60 λεπτά πριν τον ύπνο. Αντικαθιστούμε τη νυχτερινή χρήση του υπολογιστή με χρόνο ψηφιακής αποτοξίνωσης, όπως μια χαλαρωτική ρουτίνα ύπνου που περιλαμβάνει οικογενειακό χρόνο.

Επιπλέον, θεσπίζουμε κανόνες που καθορίζουν ότι η χρήση του Διαδικτύου δεν είναι ιδιωτική για ανηλίκους. Ενημερώνουμε τα παιδιά μας ότι έχουμε το δικαίωμα να ελέγχουμε τη χρήση τους στο Διαδίκτυο, συμπεριλαμβανομένων των συνδέσεών τους με άλλους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, προκειμένου να διασφαλίσουμε την ασφάλειά τους στο διαδίκτυο, ενώ παράλληλα χρησιμοποιούμε εφαρμογές γονικού ελέγχου για να ενισχύσουμε την ασφαλή και υπεύθυνη χρήση του Διαδικτύου. Επιπλέον φροντίζουμε να έχουμε κοινές διαδικτυακές δραστηριότητες, να βλέπουμε δηλαδή με τι ασχολούνται τα παιδιά, τι βλέπουν κλπ., και να συζητάμε σχετικά με αυτές τις δραστηριότητες.

Με βάση τα παραπάνω, λοιπόν, συμμετέχουμε ενεργά σε ανοιχτές συζητήσεις σχετικά με τη διαδικτυακή ζωή τους και παρακολουθούμε στενά τις πιο πρόσφατες διαδικτυακές απειλές. Προσεγγίζουμε αυτές τις συζητήσεις ως μέρος της καθημερινής ρουτίνας μας, μειώνοντας έτσι την αντίσταση των παιδιών.

Συνδέονται οι εξαρτήσεις με έλλειψη αγάπης στην παιδική ηλικία;2024-10-01T12:17:29+03:00

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, φαίνεται να υπάρχει σύνδεση μεταξύ των εξαρτήσεων και της έλλειψης αγάπης και φροντίδας στην παιδική ηλικία. Ειδικότερα, τα άτομα που έχουν υποστεί τραύματα, όπως σωματική ή συναισθηματική παραμέληση κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας, εμφανίζουν συχνά υψηλά ποσοστά κατάθλιψης, άγχους και θυμού. Επιπλέον, οι αντιδράσεις τους σε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα τείνουν να είναι παρορμητικές και μπορεί να οδηγήσουν σε συμπεριφορές όπως η κατάχρηση ουσιών, συμπεριλαμβανομένης της κατανάλωσης αλκοόλ ή ναρκωτικών, ως μέσο για να αντιμετωπίσουν αυτά τα δυσάρεστα συναισθήματα που βιώνουν.

Κατά την εξέταση των λόγων για την ανάπτυξη αυτής της παρορμητικότητας, οι μελέτες δείχνουν αλλαγές στις περιοχές του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες για τη συναισθηματική ισορροπία, τον έλεγχο των παρορμήσεων και την εγωκεντρική σκέψη σε παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση. Ως αποτέλεσμα, όσοι έχουν υποστεί παιδική παραμέληση μπορεί να αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο να εμπλακούν σε κατάχρηση ουσιών λόγω δυσκολιών στον έλεγχο των παρορμήσεων και στη λήψη ορθολογικών αποφάσεων.

Πέραν των αλλαγών στον εγκέφαλο, η σχέση μεταξύ δυσμενών εμπειριών στην παιδική ηλικία και της μετέπειτα κατάχρησης ουσιών βασίζεται στο ότι τα άτομα που παραμελήθηκαν ως παιδιά μπορεί να αισθάνονται μοναξιά και απομόνωση ως ενήλικες. Επιπλέον, μπορεί να βιώνουν θλίψη σχετικά με την απώλεια αγάπης και στοργής που τους έλειπε από πολύ μικρή ηλικία.

Η κατανόηση της σύνδεσης μεταξύ αυτών των ζητημάτων είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη στοχευμένων παρεμβάσεων για την πρόληψη της εξέλιξης της κατάχρησης ναρκωτικών ή αλκοόλ. Επιπλέον, η αναγνώριση του τρόπου με τον οποίο συνδέονται η παιδική κακοποίηση και η κατάχρηση ουσιών μπορεί να βοηθήσει στην προσαρμογή των προγραμμάτων θεραπείας για επιτυχή αποκατάσταση.

Πώς προσεγγίζουμε τα παιδιά όταν θεωρούν αστείο να χρησιμοποιούν λέξεις που αφορούν τη σεξουαλική αγωγή;2024-07-10T17:02:31+03:00

Είναι σημαντικό να διατηρούμε μια ισορροπία μεταξύ του να αντιμετωπίζουμε το θέμα με σοβαρότητα και ταυτόχρονα να διατηρούμε μια ανοιχτή και φιλική προσέγγιση. Καλούμε τα παιδιά σε ανοιχτή συζήτηση χωρίς επικρίσεις ή ντροπή. Ρωτάμε για τους λόγους που θεωρούν αστείο το θέμα και ακούμε προσεκτικά τις απόψεις τους.

Κατανοούμε ότι τα παιδιά μπορεί να χρησιμοποιούν το χιούμορ ως τρόπο να αντιμετωπίσουν τo άγνωστο. Εξηγούμε ότι η εκπαίδευση για τη σεξουαλικότητα είναι σημαντική για την υγεία και την καλή σχέση με το σώμα.

Χρησιμοποιούμε εκπαιδευτικά βιβλία, εικονογραφημένα υλικά ή παιχνίδια για πιο ενδιαφέρουσα εκπαίδευση. Ενσωματώνουμε την εκπαίδευση για τη σεξουαλικότητα στην καθημερινή ζωή, για να γίνει φυσικό και να αποφεύγεται η εντύπωση ότι πρόκειται για αστείο θέμα. Συνεργαζόμαστε με τους εκπαιδευτικούς για να διασφαλίσουμε ότι η σεξουαλική εκπαίδευση καλύπτεται επαρκώς στο σχολείο. Συνεχίζουμε να ενθαρρύνουμε την ανοιχτή συζήτηση και την καλλιέργεια της υγιούς κατανόησης για τη σεξουαλικότητα, προσφέροντας έτσι ένα ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον για τα παιδιά μας.

Πώς μιλάμε στα παιδιά σχετικά με την σεξουαλικότητα?2024-07-10T17:01:03+03:00

Ξεκινούμε να μιλάμε με τα παιδιά μας για τη σεξουαλικότητα από πολύ νωρίς, διασφαλίζοντας ότι οι συζητήσεις είναι προσαρμοσμένες στην ηλικία τους. Μιλάμε για την ανάπτυξη του ανθρώπου, τις σωματικές αλλαγές και την ανατομία του γεννητικού συστήματος. Παρέχουμε γνώσεις σχετικά με τη σύλληψη, τη γέννηση, την οικογένεια, τη φιλία, τον έρωτα, την αγάπη, την αντισύλληψη και τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.

Σε αυτές τις συζητήσεις, δεν παραλείπουμε να εξετάζουμε τις σχέσεις, τα συναισθήματα και την ενδυνάμωση της αυτοπεποίθησης. Θυμόμαστε ότι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι συνδεδεμένη με τη συνολική αγωγή του παιδιού και επηρεάζεται από την στάση με την οποία το διδάσκουμε σε όλους τους τομείς της ζωής του.

Για τα παιδιά ηλικίας 0-4 ετών, επικεντρωνόμαστε στη σημασία της ορθής ονομασίας των εξωτερικών μερών του σώματος, εξηγούμε τις σωματικές διαφορές και ξεκινούμε συζητήσεις για την ανάγκη προστασίας από ανεπιθύμητες επαφές.

Για τα παιδιά ηλικίας 4-6 ετών, συζητάμε την προέλευση των μωρών με απλή γλώσσα, ορίζουμε κοινωνικά αποδεκτή γλώσσα και συμπεριφορά, καθορίζουμε όρια για τον χειρισμό του σώματος και ενισχύουμε την έννοια του σεβασμού προς τον εαυτό και τους άλλους.

Για παιδιά 6-9 ετών, μιλάμε για τις διαφορές μεταξύ φύλων, εξηγούμε τον μηχανισμό της αναπαραγωγής με περισσότερες λεπτομέρειες, τονίζουμε τον σεβασμό προς τα προσωπικά όρια και συζητάμε θέματα αυτοσεβασμού, κοινωνικών ταμπού και στερεοτύπων φύλων.

Για παιδιά 9-12 ετών, αναφερόμαστε σε σωματικές και συναισθηματικές αλλαγές, συζητάμε θέματα που απασχολούν τους προεφήβους, αναφέρουμε σχέσεις, φιλίες, αγάπη και στερεότυπα φύλων, θέτουμε νέες βάσεις για τη σχέση μας με σκοπό να διατηρηθεί ανοικτή κατά τη διάρκεια της εφηβείας.

Για παιδιά 13-18 ετών, είμαστε δίπλα τους, έτοιμοι να ακούσουμε και να συμβουλεύσουμε, διατηρούμε ανοικτή επικοινωνία σχετικά με σωματικές αλλαγές και εμπειρίες, συζητάμε για την αυτοεικόνα, σχέσεις και τις πρώτες σεξουαλικές επαφές.

Οι παραπάνω συμβουλές προσφέρουν ένα ευρύ φάσμα πρακτικών για την επικοινωνία σχετικά με τη σεξουαλικότητα με τα παιδιά. Η υπομονή, η αγάπη, η αποδοχή, η ενθάρρυνση, η εκπαίδευση, η ευαισθησία, η ειλικρίνεια και η κατανόηση της συναισθημάτων του παιδιού είναι θεμελιώδεις αρχές για επιτυχημένη επικοινωνία.

Είναι σωστό να εμφανιζόμαστε γυμνοί μπροστά στα παιδιά μας;2024-07-10T16:59:42+03:00

Η ερώτηση αν είναι σωστό να εμφανίζεται κανείς γυμνός μπροστά στα παιδιά του είναι περίπλοκη και οι απόψεις των ειδικών ποικίλλουν. Πολλοί γονείς ενδέχεται να αποδεχθούν την ιδέα να επιτρέπουν στα παιδιά τους να είναι γυμνά στο σπίτι, αλλά λιγότεροι αισθάνονται άνετα να κάνουν το ίδιο οι ίδιοι. Αυτή η δυσφορία μπορεί να προέρχεται από ανησυχίες σχετικά με την προσωπική εικόνα του σώματος, ανησυχίες για πιθανή αρνητική επίδραση στα παιδιά τους και φόβους κοινωνικής κρίσης.

Ενώ ορισμένοι ειδικοί συμφωνούν ότι η θέα γυμνών γονέων μπορεί να συμβάλει θετικά σε ένα υγιές οικογενειακό περιβάλλον, υπάρχει διαφοροποίηση απόψεων σχετικά με το πότε πρέπει να επανεξεταστεί αυτή η πρακτική. Γύρω στην ηλικία των 5-6 ετών, τα παιδιά μπορεί φυσικά να αναπτύξουν μια τάση να αποφεύγουν να βλέπουν τους γονείς τους γυμνούς, ωθώντας ορισμένους ψυχολόγους να συστήσουν στους γονείς να σεβαστούν αυτή τη μετατόπιση στο επίπεδο άνεσης του παιδιού. Η προσαρμογή αυτή στη γονική συμπεριφορά έχει ως στόχο να βοηθήσει στη διαμόρφωση της αίσθησης ιδιωτικότητας του παιδιού και στην πρόληψη πιθανής δυσφορίας ή σύγχυσης σχετικά με το γυμνό σώμα.

Οι γονείς ενθαρρύνονται να είναι συντονισμένοι με τις αντιδράσεις του παιδιού τους, να επικοινωνούν ανοιχτά και να προσαρμόζουν την προσέγγισή τους βάσει της άνεσης και του αναπτυξιακού σταδίου του παιδιού. Η αναζήτηση καθοδήγησης από παιδοψυχολόγους ή οικογενειακούς συμβούλους μπορεί να παρέχει εξατομικευμένες συμβουλές ευθυγραμμισμένες με τις μοναδικές ανάγκες και τη δυναμική κάθε οικογένειας.

Πότε είναι κατάλληλο για ένα παιδί να κοιμάται αυτόνομα χωρίς τους γονείς;2024-07-10T16:56:10+03:00

Η απόφαση για το πότε ένα παιδί θα πρέπει να αρχίσει να κοιμάται μόνο του είναι υποκειμενική και θα πρέπει να εξατομικεύεται, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες ανάγκες και περιστάσεις κάθε οικογένειας. Παράγοντες όπως ο διαθέσιμος χώρος, οι προτιμήσεις των γονέων και οι ανησυχίες για την ασφάλεια του παιδιού  θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνιστά την κοινή χρήση δωματίου χωρίς κοινή χρήση κρεβατιού για τους πρώτους έξι έως δώδεκα μήνες, προκειμένου να προωθηθούν ασφαλείς πρακτικές ύπνου και να μειωθεί ο κίνδυνος του συνδρόμου του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν επίσης ότι τα μωρά μπορεί να κοιμούνται περισσότερο όταν βρίσκονται στα δωμάτιά τους από περίπου τέσσερις μήνες. Η διαβούλευση με έναν επαγγελματία υγείας μπορεί να παρέχει εξατομικευμένη καθοδήγηση βάσει της μοναδικής κατάστασης κάθε οικογένειας, προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα ασφαλές και κατάλληλο περιβάλλον ύπνου για το παιδί.

Πόσο σημαντικό είναι να θέτουμε όρια κατά τη διάρκεια των πρώτων δυο ετών της παιδικής ηλικίας; Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να επιτύχουμε αυτό;2024-05-16T15:35:20+03:00

Η θέσπιση ορίων αποτελεί μια πολύτιμη διαδικασία για την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών, δεν λείπουν, ωστόσο, οι πολλαπλές προκλήσεις. Ως γονείς και εκπαιδευτικοί πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας ότι η ηλικία των παιδιών και το  στάδιο ανάπτυξης στο οποίο βρίσκονται, καθορίζουν και τα εκάστοτε όρια που θέτουμε.

Για παράδειγμα, κατά το πρώτο έτος της ζωής του παιδιού, το βρέφος εξαρτάται αποκλειστικά από τους φροντιστές του και συνήθως τον ρόλο του βασικού φροντιστή αναλαμβάνει η μητέρα. Κατά την περίοδο αυτή, ο φροντιστής στοχεύει στην κάλυψη των αναγκών και στην προσέγγιση του βρέφους με αγάπη και ζεστασιά, καθώς είναι η περίοδος που το ίδιο πρωτογνωρίζει τον κόσμο και διαμορφώνει μια σχέση εμπιστοσύνης και ασφάλειας με τα βασικά άτομα φροντίδας. Συνεπώς, η φάση αυτή δεν αποτελεί κατάλληλη περίοδο καθορισμού ορίων για τους γονείς.

Έπειτα, κατά το δεύτερο έτος της ζωής, που το παιδί σταδιακά εντάσσεται στη νηπιακή ηλικία, ξεκινά να ανακαλύπτει τον κόσμο γύρω του αλλά και να αποζητά μια πρώιμη μορφή αυτονομίας. Έτσι, τα παιδιά στην ηλικία αυτή μαθαίνουν να κάνουν επιλογές σχετικά με το φαγητό που προτιμούν, με τα παιχνίδια που τους αρέσει περισσότερο να παίζουν αλλά και με τη χρήση της τουαλέτας, αναπτύσσοντας σταδιακά τις δεξιότητες αυτονόμησης και ανεξαρτησίας. Το δεύτερο έτος ζωής, λοιπόν, συνήθως είναι η στιγμή που οι γονείς κάνουν τα πρώτα βήματα για τη θέσπιση ορίων ως προς τη συμπεριφορά των παιδιών. Για την χρονική αυτή περίοδο είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι όσο πιο μικρό ηλικιακά είναι ένα παιδί, τόσο πιο ξεκάθαρα, σύντομα και λιτά πρέπει να γίνει η διαδικασία της οριοθέτησης.

Για τα παιδιά μεγαλύτερα των 2 ετών, και καθώς τα ίδια αποκτούν σταδιακά όλο και μεγαλύτερη ανάγκη αυτονόμησης και εντάσσονται σε επιπλέον κοινωνικά πλαίσια, πέραν της οικογένειας, τόσο πιο σύνθετη γίνεται η διαδικασία της θέσπισης ορίων, και πλέον περιλαμβάνει τον διάλογο με το παιδί αλλά και τις εξηγήσεις για τα όρια και τις συνέπειες της συμπεριφοράς του. Η πολυπλοκότητα στη θέσπιση ορίων κλιμακώνεται για πολλές οικογένειες κατά την εφηβεία, όπου η ανάγκη για αυτονόμηση και ανεξαρτητοποίηση είναι μεγάλη και η διαδικασία αυτή φέρνει πολλές συγκρούσεις.

Γιατί πρέπει να βάζουμε όρια, ποια η χρησιμότητά τους;2024-05-16T15:34:14+03:00

Αναφορικά με τη χρησιμότητα των ορίων σε οποιαδήποτε ηλικία και κυρίως για τα παιδιά και τους εφήβους, μπορούμε να αναφέρουμε ότι τα όρια προσφέρουν:

  • Ασφάλεια: Τα όρια κρατούν τα παιδιά ασφαλή και τα προστατεύουν, μιας και γνωρίζουν τι είναι ασφαλές να κάνουν και τι όχι, αλλά και ότι μπορούν να λάβουν περαιτέρω καθοδήγηση και υποστήριξη από τους γονείς, εφόσον το χρειαστούν.
  • Προβλεψιμότητα: Η θέσπιση και η διατήρηση των ορίων προσφέρει ένα δομημένο περιβάλλον όπου τα παιδιά αισθάνονται ασφάλεια και αυτοπεποίθηση για να εξερευνήσουν και να μάθουν.
  • Κοινωνικοποίηση: Η θέσπιση ορίων διδάσκει στα παιδιά με ποιον τρόπο μπορούν να αλληλεπιδρούν με κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους, προωθώντας την κοινωνικοποίησή τους.
  • Αυτονομία & Ανεξαρτησία: Κατανοώντας τι αναμένεται από τα παιδιά και ποιοι είναι οι κανόνες συμπεριφοράς, τα παιδιά μπορούν με αυτοπεποίθηση να κάνουν επιλογές εντός των ορίων, γεγονός που ενισχύει το αίσθημα αυτονομίας αλλά και τη σταδιακά αυξανόμενη ανεξαρτησία.
  • Διαχείριση συναισθημάτων & συμπεριφοράς: Μέσα από τα όρια τα παιδιά μπορούν να αντιληφθούν σταδιακά τα συναισθήματά τους. Παράλληλα, όταν τα παιδιά μαθαίνουν από νωρίς να αντιλαμβάνονται και να σέβονται όρια, μπορούν να προσαρμοστούν καλύτερα στα όρια που θα προκύψουν καθώς μεγαλώνουν.
  • Σεβασμός στους άλλους: Τα όρια διδάσκουν στα παιδιά ότι οι πράξεις τους μπορούν να έχουν επίδραση σε άλλους ανθρώπους, ενισχύοντας, έτσι, την ενσυναίσθηση και τον σεβασμό προς τρίτους.
  • Ενίσχυση της σχέσης γονέα – παιδιού: Όταν τα όρια τίθενται και διατηρούνται με συνέπεια, ενισχύεται ο δεσμός μεταξύ γονέα και παιδιού, καθώς το παιδί γνωρίζει τι να περιμένει από τον φροντιστή του.
Πώς μπορούμε να ενθαρρύνουμε τη θετική συμπεριφορά και να ανακατευθύνουμε τις αρνητικές ενέργειες, κατά την οριοθέτηση;2024-05-16T15:33:05+03:00

Όταν προσπαθούμε να θέσουμε αλλά και να διατηρήσουμε σαφή και ρεαλιστικά όρια είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου τα εξής:

  • Θέτουμε προτεραιότητες και προσπαθούμε να εστιάσουμε την προσοχή μας στις συμπεριφορές που θέλουμε να οριοθετήσουμε πρώτα.
  • Έχουμε ρεαλιστικές προσδοκίες και προσπαθούμε να κατανοήσουμε τι είναι αναπτυξιακά κατάλληλο για το παιδί.
  • Εξηγούμε τους λόγους και τον σκοπό πίσω από τους κανόνες, ακόμα και αν τα παιδιά είναι πολύ μικρά. Όταν τα παιδιά είναι μεγαλύτερα μπορούμε να ζητήσουμε να συμμετέχουν στη διαδικασία διαμόρφωσης των ορίων.
  • Χρησιμοποιούμε θετική γλώσσα για να δηλώσουμε τόσο τα όρια όσο και τις συνέπειες που πρόκειται να εφαρμοσθούν στην περίπτωση που τα παιδιά δεν τα ακολουθήσουν – αντί για “Μην τρέχεις!” μπορούμε να πούμε “Σε παρακαλώ, περπάτα λίγο πιο αργά”
  • Παραμένουμε συνεπείς, εφαρμόζουμε τα όρια και τις συνέπειες των ορίων, ώστε τα παιδιά να γνωρίζουν τι να περιμένουν. Ωστόσο, δεν είμαστε αδιάλλακτοι, και επιτρέπουμε την προσαρμογή των ορίων μετά από συζήτηση.

Προκειμένου να ενθαρρύνουμε τις θετικές συμπεριφορές έναντι των αρνητικών από τα παιδιά στοχεύουμε στο να:

  • Επαινούμε τα παιδιά όταν συμπεριφέρονται εντός των ορίων που έχουμε θεσπίσει, με τρόπους που έχουν νόημα για το παιδί με βάση την ηλικία του (π.χ. αγκαλιά, όμορφα λόγια, κ.ο.κ.)
  • Παρέχουμε ένα περιβάλλον όπου το παιδί έχει τις ευκαιρίες να επιτύχει στη διατήρηση των ορίων
  • Αφιερώνουμε ποιοτικό χρόνο ώστε τα παιδιά να έχουν την ευκαιρία να εξερευνούν με ασφάλεια τα όρια και να ζητούν καθοδήγηση και επεξηγήσεις, εφόσον χρειαστούν
  • Αποσπούμε ή ανακατευθύνουμε την προσοχή εάν τα παιδιά υπερβαίνουν τα όρια, καθοδηγώντας τα σε μια πιο κατάλληλη δραστηριότητα, ιδιαίτερα όταν είναι μικρότερα
  • Συζητάμε γύρω από τα όρια αλλά και τα συναισθήματα των παιδιών, όταν αυτά υπερβαίνουν τα όρια, αντί να προσφύγουμε σε τιμωρία
  • Προσφέρουμε επιλογές, προκειμένου να ενισχύσουμε το αίσθημα της αυτονομίας και της ευθύνης που έχουν τα παιδιά, παραμένοντας εντός των ορίων που έχουμε θέσει αλλά και για την αποκλιμάκωση πιθανής έντασης.
Πώς μπορούμε να θέσουμε όρια στους εφήβους, ειδικά αν δεν έχουν καθοριστεί κατά την παιδική ηλικία; Ποιες είναι οι πιο αποτελεσματικές πρακτικές για την επικοινωνία και τη στήριξη;2024-05-16T15:37:19+03:00

Τα όρια που τίθενται στα παιδιά και τους εφήβους παραμένουν μεταβλητά ανάλογα με την ηλικία τους αλλά και τις ανάγκες τους. Η οριοθέτηση στους εφήβους πολλές φορές μπορεί να αποδεικνύεται μια απαιτητική διαδικασία, ιδιαίτερα αν δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια οριοθέτησης στο παρελθόν. Στις περιπτώσεις αυτές θα μπορούσαμε να ζητήσουμε τη βοήθεια ειδικού ώστε να μας κατευθύνει κατά τη διαδικασία οριοθέτησης. Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να κατανοούμε ότι:

  • Οι έφηβοι έχουν ανάγκη για σταδιακή αύξηση των επιπέδων ανεξαρτησίας και ιδιωτικότητάς τους, και άρα είναι σημαντικό να προσαρμόζουμε τα όρια σύμφωνα με την ηλικίας τους, διατηρώντας ξεκάθαρες προσδοκίες.
  • Το ειλικρινές μας ενδιαφέρον στις σκέψεις και τα συναισθήματά τους είναι απαραίτητο προκειμένου να μπορέσουμε να αφουγκραστούμε τις ανάγκες τους και να συνδιαμορφώσουμε τα όρια, καθώς όταν τα ίδια τα παιδιά συμμετέχουν στη διαδικασία θέσπισης των ορίων, είναι πιο πιθανό να τα ακολουθήσουν.
  • Ο αναστοχασμός των εφήβων αποτελεί σημαντική διαδικασία προκειμένου να εντοπίσουν τις δικές τους ανάγκες και προσωπικά όρια, ώστε τα όρια που θα συνδιαμορφώσουμε να ανταποκρίνονται επακριβώς σε αυτές.
  • Προσπαθούμε να αποτελούμε, όσο είναι εφικτό,  οι ίδιοι υγιή πρότυπα για τους εφήβους, μιας και η μίμηση από μικρή ηλικία αποτελεί σπουδαία πηγή μάθησης. Είναι, επίσης, σημαντικό να εμπλέξουμε άτομα του στενού μας περιβάλλοντος που μπορούν και εκείνοι να αποτελέσουν πρότυπα για συγκεκριμένες συμπεριφορές.
  • Τέλος, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η εφηβεία είναι μια απαιτητική περίοδος για τα ίδια τα παιδιά και χαρακτηρίζεται από πολλαπλές αλλαγές στις οποίες οι έφηβοι προσπαθούν να προσαρμοστούν. Συνεπώς, οφείλουμε να τα προσεγγίζουμε με ενσυναίσθηση, κατανόηση και υπομονή, προκειμένου να τα βοηθήσουμε να πλοηγηθούν στην εξέταση, τη δοκιμασία και, εν τέλει, την εφαρμογή των ορίων.

Οι τεχνικές επικοινωνίας που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διαμόρφωση των ορίων με τους εφήβους μπορούν να διευκολύνουν σημαντικά τη διαδικασία αυτή. Κάποιες από αυτές τις τεχνικές μπορεί να είναι οι εξής:

  • Διατήρηση ήρεμου τόνου φωνής και ήπιων κινήσεων σώματος
  • Διατήρηση βλεμματικής επαφής, για να εμπνεύσουμε σιγουριά και αυτοπεποίθηση σχετικά με όσα συζητούνται
  • Εστίαση σε μια πληροφορία κάθε φορά για να δώσουμε σε κάθε επιθυμητή συμπεριφορά τη σημασία που της αρμόζει
  • Αποφυγή χρήσης απειλών στον λόγο μας
  • Αποφυγή δημιουργίας ενοχών στους εφήβους
  • Αποφυγή χρήσης ταμπέλων με αρνητικό πρόσημο για τον έφηβο
  • Εστίαση στην επιθυμητή συμπεριφορά και όχι σε αυτήν που θέλουμε να αποφύγει ο έφηβος
  • Χρήση φράσεων κατάφασης και όχι ερωτήσεις σχετικά με τη διατήρηση ορίων.
Ποιοι είναι οι αποτελεσματικοί τρόποι διαχείρισης του θυμού στα παιδιά; Πώς μπορούμε να ενθαρρύνουμε την έκφραση των συναισθημάτων τους με θετικό τρόπο;2024-05-16T15:30:28+03:00

Η διαχείριση του θυμού στα παιδιά και η ενθάρρυνσή τους να εκφράζουν με θετικό τρόπο τα συναισθήματά τους αποτελούν κρίσιμες πτυχές της συναισθηματικής τους ανάπτυξης. Ο θυμός μπορεί να είναι ένα σύνηθες συναίσθημα όταν τίθενται όρια για τη συμπεριφορά τους από το οικογενειακό περιβάλλον. Όταν ένα παιδί βιώνει έντονα αισθήματα θυμού, τότε είναι σημαντικό να:

  • Παραμένουμε ήρεμοι. Τα παιδιά συχνά αντικατοπτρίζουν τις συναισθηματικές αντιδράσεις των γύρω τους, και έτσι μπορούμε να βοηθήσουμε το παιδί να ηρεμήσει.
  • Αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά του, αλλά χωρίς να ενδώσουμε. Μπορούμε να πούμε “Καταλαβαίνω ότι είσαι πολύ αναστατωμένος τώρα”.
  • Δεν προσπαθούμε να κάνουμε διάλογο, δίνοντας χρόνο στο παιδί να ηρεμήσει αλλά και σε εμάς να ανασυνταχθούμε και να σκεφτούμε με ψυχραιμία πώς θέλουμε να διαχειριστούμε την κατάσταση.

Προκειμένου να ενθαρρύνουμε τη θετική έκφραση των συναισθημάτων του παιδιού, και έπειτα από κάποια ενδεχόμενη έκρηξη θυμού:

  • Αναγνωρίζουμε και κατανοούμε το «δύσκολο» συναίσθημα του παιδιού, επισημαίνοντας τα ακριβή συναισθήματα που πιστεύουμε ότι βιώνει (απογοήτευση, θυμός, κτλ), καθώς είναι το πρώτο βήμα για τη διαχείρισή τους.
  • Δείχνουμε ενσυναίσθηση στο παιδί και στο αρνητικό συναίσθημα που βιώνει, παρότι μπορεί να μην συμφωνούμε με τη συμπεριφορά του, προκειμένου να αισθανθεί ασφαλές αλλά και ότι γίνεται κατανοητό.
  • Υπενθυμίζουμε γιατί είναι σημαντικό να διατηρηθούν τα όρια και που εξυπηρετούν. Ιδιαίτερα για τα μικρότερα παιδιά, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητή η σύνδεση της σημασίας των ορίων, των πράξεών τους και των συνεπειών της συμπεριφοράς τους.
  • Επιβραβεύουμε για κάθε προσπάθεια που κάνουν τα παιδιά να εκφράσουν τα συναισθήματά τους με πιο εποικοδομητικό τρόπο και ενθαρρύνουμε να μιλούν για αυτά πριν φτάσουν σε σημείο που δεν μπορούν να τα διαχειριστούν.
Πώς η συνέπεια στην επιβολή των ορίων σχετίζεται με τον κανόνα που δεν έχει τηρηθεί; Ποια είναι η σημασία της συνέπειας στην ανατροφή;2024-05-16T14:52:25+03:00

Η συνέπεια στην θέσπιση των ορίων αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη τακτική προκειμένου να διατηρηθούν τα όρια. Αρχικώς, όταν τα παιδιά γνωρίζουν τι να περιμένουν όσον αφορά στις συνέπειες των πράξεών τους, αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια. Η συνέπεια διδάσκει στα παιδιά ότι τα όρια πρέπει να γίνονται σεβαστά. Ενισχύει την αντίληψη ότι οι κανόνες δεν είναι αυθαίρετοι αλλά θεσπίζονται για την ασφάλεια, την ευημερία τους και για την ομαλή λειτουργία της οικογένειας, του σχολείου, ή της κοινωνίας. Παράλληλα, η προβλεψιμότητα τα βοηθά να κατανοήσουν τη σχέση μεταξύ της συμπεριφοράς τους και των αποτελεσμάτων της, καθιστώντας το πιο πιθανό να ακολουθήσουν τους κανόνες που έχουν θεσπιστεί. Από την άλλη, η ασυνέπεια στην επιβολή των ορίων αποδυναμώνει τη σύνδεση των πράξεων που παρεμβαίνουν τα όρια με τις συνέπειές τους, και έτσι, τα παιδιά δεν μπορούν να γνωρίζουν με σιγουριά ότι κάθε πράξη τους που είναι ασύμφωνη με τους κανόνες, έχει συνέπειες. Εάν ένα όριο επιβάλλεται σποραδικά, τα παιδιά μπορεί να αναμένουν ότι το όριο αυτό δεν θα επιβάλλεται πάντα, οδηγώντας σε περισσότερες περιπτώσεις παραβίασης των ορίων.

Γίνεται κατανοητό ότι η έννοια της συνέπειας για τη γονεϊκότητα αποτελεί κεντρική αρχή. Πιο συγκεκριμένα, η συνέπεια:

  • Βοηθά στο χτίσιμο της εμπιστοσύνης μεταξύ παιδιού – γονέα, καθώς τα παιδιά εμπιστεύονται ότι οι γονείς θα φερθούν με προβλέψιμο τρόπο, γεγονός που είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια που αισθάνονται.
  • Ενισχύει το αίσθημα της αυτοπειθαρχίας, καθώς τα παιδιά “εσωτερικεύουν” τη φωνή του γονέα, που έχει ξεκάθαρες προσδοκίες και σταδιακά μαθαίνουν να κάνουν επιλογές που ευθυγραμμίζονται με τις προσδοκίες αυτές.
  • Ενδυναμώνει τις δεξιότητες λήψης αποφάσεων και την αυτονομία, καθώς τα παιδιά μαθαίνουν να αναγνωρίζουν τη σχέση αιτίου – αποτελέσματος (εννοώντας τη σχέση πράξης που ξεπερνά τα όρια – συνεπειών), μαθαίνουν να προβλέπουν τα αποτελέσματα που έχουν οι πράξεις τους,  και σταδιακά εκπαιδεύονται στην ορθή λήψη αποφάσεων.
Τι γίνεται όταν κατά τη διάρκεια του διαζυγίου, τα παιδιά αλλάζουν γνώμη για τον έναν γονέα και υιοθετούν την άποψη που έχει ο άλλος γονέας;2024-04-19T11:14:51+03:00

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του διαζυγίου, μπορεί να παρατηρηθεί το να μεταφέρουν τα παιδιά τη στήριξή τους από τον έναν γονιό στον άλλο, γεγονός που μπορεί να σχετίζεται με διάφορους παράγοντες. Είναι φυσιολογικό για τα παιδιά να αναπτύσσουν τις δικές τους απόψεις καθώς μεγαλώνουν και διαμορφώνουν την ταυτότητά τους. Στα οικογενειακά θέματα, οι απόψεις τους ενδέχεται να επηρεάζονται από τις εμπειρίες τους, τις σχέσεις τους με τους γονείς και γενικότερα από το περιβάλλον τους.

Ένας γονιός μπορεί επίσης να επηρεάζει, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα το παιδί, ώστε να υιοθετήσει μια αρνητική άποψη για τον άλλο γονέα. Αυτό μπορεί να πηγάζει από ανεπίλυτες συγκρούσεις, πικρία ή προσπάθεια να κερδίσει τη συμπαράσταση του παιδιού.

Η υποστήριξη μόνο του ενός γονιού μπορεί να παρέχει σταθερότητα και ασφάλεια σε ένα κατά τα άλλα ταραγμένο περιβάλλον. Επιπλέον, μπορεί να λειτουργήσει ως ένας τρόπος για το παιδί να διατηρήσει μια σύνδεση με τον προτιμώμενο γονιό. Το παιδί μπορεί ακόμα να αντιλαμβάνεται αυτήν την προτίμηση ως έναν τρόπο συναισθηματικής υποστήριξης του συγκεκριμένου γονέα.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, το παιδί μπορεί να αισθάνεται υποχρεωμένο να υποστηρίξει έναν γονιό έναντι του άλλου, κουβαλώντας συναισθηματικά βάρη που υπερβαίνουν τις αναπτυξιακές του ικανότητες. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν ο ένας γονέας εκφράζει έμμεσα ή άμεσα την αγανάκτηση ή τις προσδοκίες του στο παιδί.

Η συνεργασία μεταξύ των γονέων, επικεντρωμένη στην ανοικτή επικοινωνία, μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία ενός πιο σταθερού και υποστηρικτικού περιβάλλοντος για το παιδί κατά τη διάρκεια του διαζυγίου. Είναι ουσιώδες να αποφεύγονται αρνητικές συζητήσεις για τον άλλο γονιό και να προωθείται μια υγιής σχέση συν-γονεϊκότητας.

Επιπλέον, η προτεραιότητα στην ευημερία και στην κάλυψη των συναισθηματικών αναγκών του παιδιού είναι εξαιρετικά σημαντική. Αυτό περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου το παιδί αισθάνεται ελεύθερο να διαμορφώσει τις δικές του απόψεις και να διατηρήσει υγιείς σχέσεις και με τους δύο γονείς.

Τέλος, η υποστήριξη ειδικού (ψυχολόγου ή οικογενειακού θεραπευτή) μπορεί να παράσχει ένα ασφαλές περιβάλλον για το παιδί να εκφράσει τα συναισθήματά του και τις ανησυχίες του. Επιπλέον, επιτρέπει στους γονείς να αναγνωρίσουν μη επιθυμητές συμπεριφορές από την πλευρά τους, και να κατανοήσουν τα ζητήματα που συντελούν στην αλλαγή της αντίληψης του παιδιού.

Πώς ανακοινώνουμε το διαζύγιο στα παιδιά, όταν τα παιδιά έχουν διαφορετική ηλικία (είναι δηλαδή αδέρφια διαφορετικών ηλικιών);2024-04-19T11:13:28+03:00

Στην ερώτηση αν η ανακοίνωση του διαζυγίου πρέπει να γίνει και στα δύο αδέλφια ταυτόχρονα και από τους δύο γονείς, η απάντηση είναι ναι. Μιλήστε στα παιδιά σας μαζί. Αυτό μπορεί να είναι δύσκολο, αλλά επιτρέπει στα παιδιά σας να γνωρίζουν ότι είστε αφοσιωμένοι στη συνεργασία ως γονείς τους. Είναι επίσης σημαντικό τα παιδιά σας να ακούσουν αυτά τα νέα ταυτόχρονα και απευθείας από τη μαμά και τον μπαμπά. Όχι από τον αδελφό/ή που το άκουσε πρώτος/η.

Ένα ενιαίο μήνυμα και από τους δύο γονείς είναι ζωτικής σημασίας στην πρώτη ανακοίνωση του διαζυγίου για τα παιδιά όλων των ηλικιών. Ωστόσο, χρειάζεται και οι δυο γονείς να είναι ψύχραιμοι κατά την  ανακοίνωση. Εάν κάποιος από τους δυο νιώθει πικρία και δεν μπορεί να εκφραστεί με έναν ενήλικο τρόπο (χωρίς κλάματα/κατηγορίες προς τον άλλο γονέα ) καλό είναι να το πει αυτός που έχει την ετοιμότητα και τη συναισθηματική ωριμότητα να το εκφράσει. Σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε της στιγμή της ανακοίνωσης να γίνεται αντιστροφή ρόλων και να φροντίζει τελικά το παιδί τον  γονιό.

Εάν τα παιδιά σας έχουν διαφορετικές ηλικίες, σχεδιάστε να μοιραστείτε τις βασικές πληροφορίες με όλα τα παιδιά μαζί. Αργότερα μπορείτε να επικοινωνήσετε με τα μεγαλύτερα παιδιά κατά τη διάρκεια μιας ξεχωριστής συνομιλίας.

Χρησιμοποιώντας απλή γλώσσα, διαβεβαιώστε τα για την αγάπη σας και εκφράστε στοργή, δίνοντας έμφαση σε μια συλλογική προσπάθεια να περάσετε μαζί τις αλλαγές. Διευκρινίστε ότι το διαζύγιο δεν είναι δική τους ευθύνη και ενθαρρύνετέ τα να αναγνωρίσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και τις ανησυχίες τους, προωθώντας ένα μη επικριτικό και υποστηρικτικό περιβάλλον. Αποφύγετε να τους αναθέσετε ρόλους ως υποστηρικτές ή συμμάχους. Ενθαρρύνετε τις συνδέσεις με συνομηλίκους που μπορεί να μοιράζονται παρόμοιες εμπειρίες.

Για τους εφήβους, ηλικίας 13-18 ετών, δώστε περαιτέρω έμφαση στη δημιουργία χώρου για την έκφραση συναισθημάτων και ανησυχιών, συμμετέχοντας σε ανοιχτές και ειλικρινείς συζητήσεις σχετικά με πρακτικά ζητήματα όπως οι αλλαγές στη ρουτίνα και τις ρυθμίσεις διαβίωσης. Σεβαστείτε την ανάγκη τους για αυτονομία, υπενθυμίζοντάς τους ότι οι γονείς θα λάβουν τις τελικές αποφάσεις, παρέχοντας παράλληλα σαφή όρια. Αποφύγετε την εμπλοκή τους σε συγκρούσεις και βεβαιωθείτε ότι οι ευθύνες είναι κατάλληλες για την ηλικία τους. Επιπλέον, προσφέρετε υποστήριξη όσον αφορά στη διατήρηση φιλιών και τη συμμετοχή σε δραστηριότητες που παρέχουν μια αίσθηση κανονικότητας κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου.

Ποιες είναι οι πιθανές αντιδράσεις ενός παιδιού ηλικίας έως 3 ετών στο διαζύγιο; Εμφανίζεται και σε αυτές τις ηλικίες ο φόβος εγκατάλειψης από έναν γονέα;2024-04-19T11:11:40+03:00

Σε παιδιά ηλικίας έως 3 ετών, οι αντιδράσεις στο διαζύγιο μπορούν να εκδηλωθούν με διάφορους τρόπους. Ενώ μπορεί να μην κατανοούν την περίπλοκη κατάσταση ενός διαζυγίου, είναι σε θέση να αισθανθούν αλλαγές στο περιβάλλον και τις σχέσεις τους. Πιθανές αντιδράσεις περιλαμβάνουν:

  • Φόβος εγκατάλειψης: Τα παιδιά αυτής της ηλικιακής ομάδας μπορεί να βιώσουν φόβο εγκατάλειψης από έναν ή και τους δύο γονείς. Η διακοπή της ρουτίνας τους μπορεί να προκαλέσει άγχος και αγωνία.
  • Καθυστερήσεις στην ανάπτυξη ή παλινδρόμηση: Το άγχος που σχετίζεται με το διαζύγιο μπορεί να συμβάλει σε καθυστερήσεις στα αναπτυξιακά ορόσημα ή ακόμα και σε παλινδρόμηση σε προηγούμενα στάδια ανάπτυξης. Αυτό μπορεί να παρατηρηθεί σε τομείς όπως η ομιλία, οι κινητικές δεξιότητες ή η εκπαίδευση τουαλέτας.
  • Έντονες συναισθηματικές εξάρσεις: Συναισθηματικές εκφράσεις όπως αυξημένος θυμός, κλάμα, ξεσπάσματα ή γκρίνια μπορεί να είναι κοινές αντιδράσεις. Αυτές οι συμπεριφορές μπορεί να σημαίνουν τη δυσκολία του παιδιού να επεξεργαστεί τις αλλαγές και να εκφράσει τα συναισθήματά του λεκτικά.
  • Σωματικές ενοχλήσεις: Τα παιδιά αυτής της ηλικιακής ομάδας μπορεί να παρουσιάσουν σωματικές ενοχλήσεις, όπως στομαχόπονους ή πονοκεφάλους. Αυτά τα παράπονα μπορεί να είναι ένας τρόπος για να επικοινωνήσουν τη συναισθηματική τους δυσφορία, καθώς μπορεί να μην έχουν αναπτύξει τις γλωσσικές δεξιότητες για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους.
  • Προσχολικές προκλήσεις: Στο νηπιαγωγείο, γύρω στις ηλικίες 3-5, μπορεί να προκύψουν προκλήσεις στην ανάπτυξη κοινωνικών και γλωσσικών δεξιοτήτων. Το παιδί μπορεί να δυσκολευτεί να δημιουργήσει δεσμούς με συνομηλίκους ή ενήλικες, πιθανώς λόγω της αναστάτωσης στην οικογενειακή του δομή.
  • Απόσυρση: Μερικά παιδιά μπορεί να παρουσιάσουν συμπεριφορές απόσυρσης, να γίνουν πιο επιφυλακτικά ή απόμακρα. Αυτή η απόσυρση μπορεί να είναι ένας μηχανισμός αντιμετώπισης της συναισθηματικής αναταραχής που βιώνουν.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι κάθε παιδί είναι μοναδικό και οι αντιδράσεις μπορεί να διαφέρουν. Ο φόβος της εγκατάλειψης, ακόμη και αν δεν είναι πλήρως αρθρωμένος, μπορεί να επηρεάσει τη συναισθηματική ευημερία ενός παιδιού κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Η παροχή συνεπούς και στοργικής φροντίδας, η διατήρηση της ρουτίνας και η παροχή εξηγήσεων κατάλληλων για την ηλικία μπορούν να βοηθήσουν στην άμβλυνση των πιθανών αρνητικών επιπτώσεων του διαζυγίου στα μικρά παιδιά. Η επαγγελματική καθοδήγηση μπορεί να είναι πολύτιμη για την κατανόηση και την αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών των παιδιών αυτής της ηλικιακής ομάδας κατά τη διάρκεια της δύσκολης διαδικασίας του διαζυγίου.

Ένα κατοικίδιο θα μπορούσε να βοηθήσει ένα παιδί που βιώνει το διαζύγιο των γονιών του;2024-04-19T11:08:10+03:00

Η παρουσία ενός κατοικίδιου ζώου στη ζωή ενός παιδιού που βιώνει το διαζύγιο των γονέων μπορεί να έχει θετικές επιπτώσεις τόσο στο παιδί όσο και στους ενήλικες που εμπλέκονται στη διαδικασία. Τα κατοικίδια μπορούν να χρησιμεύσουν ως πηγές συντροφικότητας και συναισθηματικής υποστήριξης.

Για το παιδί, η ρουτίνα που σχετίζεται με τη φροντίδα των κατοικίδιων ζώων μπορεί να δημιουργήσει μια αίσθηση κανονικότητας και σταθερότητας, η οποία μπορεί να είναι ιδιαίτερα επωφελής κατά τη διάρκεια της συχνά ταραχώδους περιόδου του διαζυγίου. Επίσης, η πράξη της φροντίδας ενός κατοικίδιου καλλιεργεί μια αίσθηση ευθύνης και μπορεί να χρησιμεύσει ως απόσπαση της προσοχής από τις προκλήσεις που σχετίζονται με τη μεταβαλλόμενη δυναμική της οικογένειας.

Επιπλέον, η παρουσία του κατοικίδιου μπορεί να δημιουργήσει ευκαιρίες για κοινές δραστηριότητες και στιγμές σύνδεσης μέσα στην οικογένεια. Αυτές οι κοινές εμπειρίες μπορούν να συμβάλουν σε μια θετική και υποστηρικτική ατμόσφαιρα, προωθώντας την επικοινωνία και τη συναισθηματική σύνδεση μεταξύ των μελών της οικογένειας.

Στην ουσία, ένα κατοικίδιο ζώο έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τη δυναμική μέσα στην οικογένεια, αποτελώντας μια πηγή χαράς και σύνδεσης τόσο για το παιδί όσο και για τους ενήλικες. Η αμοιβαία φροντίδα και συντροφικότητα που προσφέρει το κατοικίδιο μπορεί να συμβάλει σε ένα πιο υποστηρικτικό και ανθεκτικό οικογενειακό περιβάλλον κατά τη διάρκεια της δύσκολης περιόδου του διαζυγίου των γονέων.

Σίγουρα όμως, χρειάζεται να έχουμε υπόψη ότι η ευθύνη της φροντίδας του κατοικίδιου (βόλτες, έξοδα, πλάνο διακοπών κλπ) θα είναι αποκλειστικά δική μας, αφού το παιδί σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εμπλακεί σε αυτήν τουλάχιστον πριν τα 12 έτη.

Πόσο καιρό διαρκούν τα «συμπτώματα» που εκδηλώνουν τα παιδιά λόγω διαζυγίου;2024-04-19T11:06:57+03:00

Η διάρκεια των «συμπτωμάτων» που μπορεί να εκδηλώσουν τα παιδιά λόγω διαζυγίου μπορεί να ποικίλει ευρέως ανάλογα με διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας του παιδιού, της ιδιοσυγκρασίας, του επιπέδου γονικής σύγκρουσης και της ποιότητας της γονικής μέριμνας μετά το διαζύγιο. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι αντιδράσεις στο διαζύγιο είναι ατομικές και μπορούν να επηρεαστούν από τους συνολικούς μηχανισμούς υποστήριξης και αντιμετώπισης που διαθέτει το παιδί.

Σε πολλές περιπτώσεις, τα παιδιά μπορεί να βιώσουν διάφορα συναισθήματα και συμπεριφορές αμέσως μετά από ένα διαζύγιο. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν θλίψη, άγχος, αλλαγές στη συμπεριφορά, ακαδημαϊκές δυσκολίες και δυσκολίες στη διαμόρφωση σχέσεων. Ωστόσο, αυτές οι αντιδράσεις τείνουν να μειώνονται για πολλά παιδιά καθώς προσαρμόζονται στη νέα δυναμική της οικογένειας.

Έρευνες δείχνουν ότι τα περισσότερα παιδιά δείχνουν ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα μακροπρόθεσμα. Για να επιτευχθεί αυτό, είναι ζωτικής σημασίας για τους γονείς και τους φροντιστές να είναι συντονισμένοι με τις ανάγκες του παιδιού και να παρέχουν συνεχή συναισθηματική υποστήριξη, ανοιχτή επικοινωνία και συνέπεια στην ανατροφή των παιδιών.

Ωστόσο, ορισμένα παιδιά μπορεί να αντιμετωπίσουν πιο παρατεταμένες προκλήσεις και ο αντίκτυπος του διαζυγίου μπορεί να παραμείνει στην εφηβεία και την ενηλικίωση. Αυτό είναι πιο πιθανό σε περιπτώσεις με συνεχιζόμενα υψηλά επίπεδα συγκρούσεων, διαφωνίες σχετικά με την ανατροφή των παιδιών ή ανεπαρκή συναισθηματική υποστήριξη. Στο «φαινόμενο του ύπνου», τα παιδιά μπορεί να ανακάμψουν γρήγορα μετά από ένα διαζύγιο λόγω μιας μορφής συναισθηματικής άρνησης στο παρόν. Ωστόσο, αυτά τα συναισθήματα μπορεί να επανεμφανιστούν αργότερα στη ζωή, ειδικά καθώς τα παιδιά μεγαλώνοντας εμπλέκονται σε σχέσεις.

Η παρέμβαση ειδικού (μέσω συμβουλευτικής ή θεραπείας), μπορεί να είναι ωφέλιμη για τα παιδιά που αντιμετωπίζουν τις συναισθηματικές επιπτώσεις του διαζυγίου. Εάν το παιδί σας βιώνει επίμονα συναισθήματα θλίψης, ενοχής, θυμού κ.λπ., που διαρκούν αρκετές εβδομάδες ή μήνες και εάν αυτά τα συναισθήματα διαταράσσουν τις συνήθεις καθημερινές του δραστηριότητες, μπορεί να χρειαστεί να συμβουλευτείτε τον παιδίατρο του παιδιού σας για να αξιολογήσετε εάν η θεραπεία είναι δικαιολογημένη. Παραδείγματα μειωμένης λειτουργικότητας μπορεί να εκδηλωθούν ως έλλειψη ενδιαφέροντος για παιχνίδι, λήθη ή απροσεξία σχετικά με την υγιεινή, μείωση της σχολικής απόδοσης, απόσυρση από κοινωνικές δραστηριότητες ή χειριστική συμπεριφορά. Συνολικά, η διάρκεια των συμπτωμάτων διαφέρει από άτομο σε άτομο και η συνεχής προσοχή στην ευημερία και τις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού είναι ζωτικής σημασίας για την υποστήριξη της υγιούς προσαρμογής με την πάροδο του χρόνου.

Μετά από ένα διαζύγιο οι γιαγιάδες και οι παππούδες συχνά αναλαμβάνουν τη φροντίδα ή τη φύλαξη του παιδιού, όπως επίσης και κομμάτια διαπαιδαγώγησης. Πώς αντιμετωπίζουμε αυτές τις περιπτώσεις;2024-04-19T11:05:34+03:00

Στον απόηχο ενός διαζυγίου, όταν οι παππούδες/γιαγιάδες αναλαμβάνουν ρόλους φροντίδας για ένα παιδί, η προώθηση μιας συνεργατικής προσέγγισης είναι το κλειδί. Η αναγνώριση και η εκτίμηση της σταθερότητας και αγάπης που παρέχουν οι παππούδες και οι γιαγιάδες είναι θεμελιώδης. Ο σαφής καθορισμός των ρόλων είναι απαραίτητος για την εξισορρόπηση των ευθυνών και την αποφυγή συγκρούσεων. Ο σεβασμός της γονικής μέριμνας, σε συνδυασμό με την αναγνώριση και την εκτίμηση του ενεργού ρόλου των παππούδων και γιαγιάδων, συμβάλλει στη δημιουργία ενός υποστηρικτικού οικογενειακού περιβάλλοντος.

Πάντα προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στην ευημερία του παιδιού. Οι συνεργατικές προσπάθειες και η ανοιχτή επικοινωνία μεταξύ γονέων και παππούδων/γιαγιάδων δημιουργούν ένα περιβάλλον φροντίδας για το παιδί μετά το διαζύγιο.

Αν το παιδί δηλώνει ότι δεν πιστεύει ότι έχουν χωρίσει οι γονείς του παρότι μένουν χωριστά πώς το αντιμετωπίζουμε;2024-04-19T11:03:47+03:00

Όταν ένα παιδί εκφράζει δυσπιστία ή άρνηση για το χωρισμό των γονιών του η επικύρωση των συναισθημάτων του είναι υψίστης σημασίας, διαβεβαιώνοντάς το ότι είναι εντάξει να αισθάνεται σύγχυση ή αβεβαιότητα για την κατάσταση.

Ενθαρρύνετε το παιδί να μοιραστεί τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Αυτός ο διάλογος μπορεί να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τις αντιλήψεις του παιδιού  και να επιτρέψει την αντιμετώπιση τυχόν ανησυχιών ή ερωτήσεων που μπορεί να υπάρχουν.

Προσφέρετε κατάλληλες για την ηλικία εξηγήσεις σχετικά με τον χωρισμό, αποφεύγοντας λεπτομέρειες, παρέχοντας όμως επαρκείς πληροφορίες ώστε το παιδί να κατανοήσει τις αλλαγές στη δυναμική της οικογένειας.

Δώστε έμφαση στη σταθερότητα και την αγάπη, διαβεβαιώνοντας το παιδί ότι, παρά τις αλλαγές, αγαπιέται και υποστηρίζεται και από τους δύο γονείς. Ενισχύστε την ιδέα ότι η αγάπη μεταξύ του παιδιού και κάθε γονέα παραμένει ακλόνητη. Διατηρήστε τη συνέπεια στις ρουτίνες για να δημιουργήσετε μια αίσθηση σταθερότητας για το παιδί, βοηθώντας το να προσαρμοστεί στις αλλαγές πιο ομαλά.

Παρακολουθήστε τη συμπεριφορά και τα συναισθήματα του παιδιού με την πάροδο του χρόνου. Εάν η άρνηση επιμένει ή εμφανίζονται σημάδια δυσφορίας, αυτό μπορεί να υποδηλώνει την ανάγκη για πρόσθετη υποστήριξη. Η υπομονή είναι ζωτικής σημασίας, καθώς η αποδοχή της κατάστασης μπορεί να πάρει χρόνο. Εάν η άρνηση του παιδιού συνεχίζεται ή φαίνεται βαθιά στενοχωρημένο, σκεφτείτε να απευθυνθείτε σε έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας, όπως έναν παιδοψυχολόγο. Οι ειδικοί μπορούν να καθοδηγήσουν το παιδί και να παρέχουν υποστήριξη για όλη την οικογένεια.

Όταν υπάρχει αγάπη και δεν υπάρχουν εντάσεις στο σπίτι, απλώς δεν υπάρχει πλέον έλξη μεταξύ των γονέων, τι μπορούμε να πούμε στο παιδί, όταν ρωτάει γιατί χωρίζουμε;2024-04-19T11:02:09+03:00

Σε ένα σπίτι γεμάτο αγάπη, αλλά όπου η ρομαντική σχέση μεταξύ των γονέων έχει ξεθωριάσει, η εξήγηση της απόφασης του χωρισμού στο παιδί απαιτεί προσεκτική επικοινωνία. Τονίστε την διαρκή αγάπη και σεβασμό μεταξύ των γονέων, διαβεβαιώνοντας το παιδί ότι η απόφαση δεν αντικατοπτρίζει τυχόν ελλείψεις ή λάθη από την πλευρά του.

Προσαρμόστε την εξήγησή σας στην ηλικία του παιδιού χρησιμοποιώντας κατανοητή γλώσσα. Μοιραστείτε τα συναισθήματά σας χωρίς να κατηγορείτε, εξηγώντας ότι οι άνθρωποι μεγαλώνουν και αλλάζουν και οι σχέσεις μπορούν να εξελιχθούν απροσδόκητα.

Φροντίστε να επισημάνετε τις θετικές πτυχές της απόφασης, δίνοντας έμφαση στην ευημερία και την ευτυχία όλων. Διαβεβαιώστε το παιδί ότι η σχέση αγάπης και με τους δύο γονείς θα συνεχιστεί και κρίσιμες πτυχές της ζωής και της καθημερινότητάς του θα παραμείνουν σταθερές.

Ενθαρρύνετε την ανοιχτή επικοινωνία, δημιουργώντας έναν ασφαλή χώρο για το παιδί να εκφράσει τις σκέψεις του χωρίς κριτική. Αποφύγετε να μοιράζεστε αρνητικές λεπτομέρειες και επικεντρωθείτε στις θετικές πτυχές της απόφασης.

Πάνω από όλα, καθησυχάστε το παιδί ότι η αγάπη που έχουν οι γονείς για αυτό είναι ακλόνητη. Τονίστε ότι ο χωρισμός σχετίζεται με τη δυναμική μεταξύ ενηλίκων και δεν αλλάζει τη σχέση γονέων-παιδιού.

Προσφέρετε συνεχή υποστήριξη και ενθαρρύνετε την ανοιχτή επικοινωνία, παραμένοντας προσεκτικοί στις ανησυχίες του παιδιού τις ημέρες και τις εβδομάδες μετά τη συζήτηση. Η προσέγγιση της συζήτησης με ειλικρίνεια, ενσυναίσθηση και εστίαση στην ευημερία του παιδιού μπορεί να του προσφέρει μια αίσθηση ασφάλειας μέσα στην πολυπλοκότητα ενός χωρισμού.

Ποιοι μπορεί να είναι οι λόγοι που ένα παιδί δεν θέλει να περνάει χρόνο με τον ένα από τους δύο γονείς σε περίπτωση διαζυγίου;2024-04-19T10:57:58+03:00

Η απροθυμία ενός παιδιού να περάσει χρόνο με τον έναν γονέα μετά από το διαζύγιο μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους. Ο συναισθηματικός αντίκτυπος του ίδιου του διαζυγίου μπορεί να κάνει το χρόνο που περνά με έναν γονέα συναισθηματικά δύσκολο για το παιδί. Μπορεί εάν υπάρχει ένταση μεταξύ των γονέων, το παιδί να αισθάνεται διχασμένο. Η προσαρμογή σε νέες ρουτίνες ή ρυθμίσεις διαβίωσης μπορεί επίσης να συμβάλει στο δισταγμό του παιδιού, καθώς τα άγνωστα περιβάλλοντα μπορεί να προκαλούν ανησυχία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αρνητική επιρροή από τον έναν γονέα μπορεί, επίσης, να συμβάλει στην απροθυμία του παιδιού.

Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης περιλαμβάνει την προώθηση ανοικτού διαλόγου με το παιδί, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία και το επίπεδο κατανόησής του. Η δημιουργία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος όπου το παιδί αισθάνεται άνετα να εκφράσει τα συναισθήματα και τις ανησυχίες του χωρίς πίεση είναι απαραίτητη.

Η διατήρηση ανοιχτής επικοινωνίας με τον πρώην σύντροφο μπορεί να είναι επωφελής εφόσον υποστηρίζει μια υγιή σχέση. Η συνεργατική συζήτηση των σκέψεων και των ανησυχιών του παιδιού μπορεί να προσφέρει ιδέες και στρατηγικές για την αντιμετώπιση της απροθυμίας του. Η πλοήγηση σε αυτές τις πολύπλοκες δυναμικές μετά από ένα διαζύγιο απαιτεί υπομονή, ενσυναίσθηση και σταθερή δέσμευση για την ευημερία του παιδιού.

Ποια η σημασία της συμβουλευτικής γονέων από κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας σε περίπτωση διαζυγίου;2024-04-19T10:56:04+03:00

Η συμβουλευτική με έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας είναι ζωτικής σημασίας για τους γονείς που αντιμετωπίζουν το διαζύγιο, προωθώντας τη συναισθηματική ευεξία και την αποτελεσματική γονική φροντίδα. Παρέχει έναν ασφαλή χώρο έκφρασης, προωθώντας την αυτογνωσία και τη συναισθηματική ρύθμιση. Επιπλέον, βοηθά στην ανάπτυξη στρατηγικών επικοινωνίας, ζωτικής σημασίας για τη συνεργατική γονική μέριμνα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ενώ αναγνωρίζουμε τη σημασία της συμβουλευτικής, δεν μπορούμε να αναγκάσουμε τον άλλο γονέα να αναζητήσει επαγγελματική βοήθεια, εφόσον δεν το επιθυμεί. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η εστίαση στην προσωπική ανάπτυξη και τις στρατηγικές αντιμετώπισης είναι πρώτιστη ανάγκη.

Πώς μπορεί να υπάρξει συνεργασία για το παιδί, σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας; Μπορούμε να ενημερώσουμε ένα παιδί μεγαλύτερης ηλικίας για τη βίαιη συμπεριφορά του πατέρα στην μητέρα;2024-04-19T10:54:49+03:00

Σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, η ενημέρωση ενός μεγαλύτερου παιδιού για τη βίαιη συμπεριφορά του ενός γονέα προς τον άλλο θα πρέπει να προσεγγίζεται προσεκτικά. Η απόφαση για την αποκάλυψη τέτοιων πληροφοριών εξαρτάται από την ηλικία, το επίπεδο ωριμότητας και την ικανότητα του παιδιού να κατανοεί πολύπλοκες συναισθηματικές δυναμικές. Εάν κριθεί σκόπιμο, η αποκάλυψη θα πρέπει να γίνει με ευαισθησία, τονίζοντας ότι το παιδί δεν είναι υπεύθυνο για την κατάσταση και παρέχοντας οδούς για την έκφραση των συναισθημάτων του.

Η συνεργασία μπορεί να περιλαμβάνει την αναζήτηση υποστήριξης από επαγγελματίες, όπως ψυχοθεραπευτές ή συμβούλους, που ειδικεύονται σε θέματα ενδοοικογενειακής βίας. Νομικές παρεμβάσεις, όπως η λήψη περιοριστικών μέτρων, μπορεί επίσης να είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση της ασφάλειας τόσο του θυματοποιημένου γονέα όσο και του παιδιού.

Τελικά και σε κάθε περίπτωση, η προτεραιότητα στην ασφάλεια και την ευημερία του παιδιού είναι υψίστης σημασίας. Η ανοιχτή επικοινωνία, η συνεργασία με επαγγελματίες και η τήρηση νομικών οδών μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός ασφαλέστερου περιβάλλοντος για το παιδί σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας.

Τι θα λέγατε για την επίκριση που δέχονται οι εκπαιδευτικοί όταν πενθούν και θέλουν να φορέσουν μαύρα;2024-01-15T19:57:20+03:00

Όταν ένας άνθρωπος πενθεί, επιλέγει μεταξύ άλλων και τις αντίστοιχες πολιτισμικές συμβολικές πρακτικές που θέλει να ακολουθήσει. Σε αυτές εντάσσονται και τα μαύρα ρούχα. Οι εκπαιδευτικοί συχνά λειτουργούν ως πρότυπο για τα παιδιά και ενδεχομένως η επίκριση ως προς την επιλογή των μαύρων ρούχων να γίνεται αντιληπτή ως τέτοια. Ωστόσο, χρειάζεται να θυμόμαστε ότι η διεργασία του πένθους αποτελεί μία πολύ προσωπική εμπειρία και μέσα σε αυτήν ο καθένας μας επιλέγει τους δικούς τρόπους να νοηματοδοτήσει αυτήν την απώλεια και να βρει το κουράγιο να διατηρήσει μια σχέση με το άτομο που έφυγε ή πέθανε. Αν νιώθουμε ασφάλεια μπορούμε να το συζητήσουμε με τους συναδέλφους και να επικοινωνήσουμε αυτή την ανάγκη μας. Παράλληλα, δε ξεχνάμε ότι οι απώλειες είναι κομμάτι της ανθρώπινης ζωής και εμπειρίας. Τα παιδιά σταδιακά όσο αναπτύσσονται έρχονται σε επαφή με αυτό, για αυτό κι εμείς ως ενήλικες και εκπαιδευτικοί χρειάζεται να μιλάμε ανοιχτά και με ειλικρίνεια για τέτοια ζητήματα.

Πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα αίσθημα ασφάλειας στο παιδί, όταν γύρω μας συμβαίνουν συχνά απώλειες λόγω φυσικών καταστροφών, δυστυχημάτων και βίας; Πώς επηρεάζονται τα παιδιά από τον καταιγισμό ειδήσεων, που αναπαριστούν απώλειες σε συλλογικό επίπεδο;2024-01-15T19:55:42+03:00

Όταν αναφερόμαστε σε απώλειες σε συλλογικό επίπεδο μιλάμε για το συλλογικό πένθος. Το συλλογικό πένθος είναι η αντίδραση και ο κοινός πόνος που βιώνει μια ομάδα ή μια κοινότητα λόγω μιας απώλειας, τραγωδίας ή καταστροφής. Συνδέεται συχνά με εκτεταμένες απώλειες, όπως φυσικές καταστροφές, μαζικές τραγωδίες ή κοινωνικές απώλειες. Η δημιουργία ενός αισθήματος ασφάλειας μετά από συλλογικές απώλειες στα παιδιά είναι βασικής σημασίας, χωρίς ωστόσο να υποτιμάμε την πραγματική δυσκολία της κατάστασης:

  • Είμαστε ειλικρινείς και ανοιχτοί. Μπορούμε να πούμε «Ξέρεις ότι πρόσφατα συνέβη μια μεγάλη τραγωδία στην πόλη μας. Αυτό προκάλεσε πολλές αλλαγές και συναισθήματα σε πολλούς ανθρώπους, όπως και σε εμάς. Θα ήθελα να μιλήσουμε γι’ αυτό και να μάθω πώς αισθάνεσαι.»
  • Δίνουμε χώρο στο παιδί και ακούμε τα συναισθήματά του. Τα συναισθήματα αυτά μπορεί να σχετίζονται μεταξύ άλλων και με τη συνεχή έκθεση σε ειδήσεις που καλύπτουν τα γεγονότα, ιδιαίτερα στα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας που έχουν ασχολούνται περισσότερο με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παράλληλα, η υπερενασχόληση με αυτά τα ζητήματα μέσα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορεί ενίοτε να πάρει χαρακτηριστικά εθισμού, εθισμού σε αρνητικές ειδήσεις. Σίγουρα υπάρχει ένα κομμάτι μας που θέλει να ενημερωθεί, ωστόσο στο πλαίσιο αυτό χρειάζεται να παίρνουμε και μία απόσταση. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να πούμε «Μου λες ότι νιώθεις λυπημένος γιατί βλέπεις συνεχώς τραγικές εικόνες στα μέσα ενημέρωσης. Είναι φυσιολογικό να νιώθεις έτσι. Καλό θα ήταν να κλείσουμε για αρκετή ώρα το κινητό και την τηλεόραση και να μιλήσουμε. Θα ήθελες να συζητήσουμε περισσότερο για το πώς νιώθεις;»
  • Δημιουργούμε μια σταθερή ρουτίνα. Λέμε στο παιδί μας π.χ., «Εμείς ό,τι και να συμβαίνει θα προσπαθήσουμε να κρατήσουμε σταθερό το πρόγραμμα μας όσο μπορούμε και να κάνουμε τις καθημερινές/αγαπημένες μας δραστηριότητες.»
  • Προσφέρουμε παρηγοριά και ασφάλεια. Αναγνωρίζουμε ότι πράγματι είναι μία δύσκολη περίοδος και του ενισχύουμε την υποστήριξή μας σε ό,τι κι αν χρειαστεί. π.χ., «Ξέρω ότι αυτή η περίοδος είναι δύσκολη, αλλά είμαι εδώ για να σε ακούσω και να σε στηρίξω. Πρέπει να ξέρεις ότι σε αγαπάω και θα είμαι εδώ για σένα όποτε με χρειαστείς.»

Στο πλαίσιο αυτό χρειάζεται να θυμόμαστε ότι το συλλογικό πένθος έχει μεγάλη σημασία καθώς ενώνει ανθρώπους και κοινότητες, ενισχύοντας την αίσθηση του ανήκειν και προάγοντας τη συνεργασία. Παράλληλα, μέσω του συλλογικού πένθους, οι άνθρωποι επιδεικνύουν αλληλεγγύη και συμπαράσταση προς τους πληγέντες και τις ομάδες που έχουν υποστεί απώλεια. Τέλος, το συλλογικό πένθος μπορεί να αυξήσει την επίγνωση για κοινωνικά ζητήματα και να ενθαρρύνει την αλλαγή και τη βελτίωση των συνθηκών.

Διαφέρει η διαχείριση μιας απώλειας όταν είναι ξαφνική σε σχέση με όταν είναι αναμενόμενη; Θα είχε νόημα να προετοιμάζουμε το παιδί μας όταν δεν πρόκειται για κάτι αιφνίδιο;2024-01-15T19:54:31+03:00

Τόσο σε έναν αιφνίδιο θάνατο όσο και σε ένα θάνατο που τον περιμένουμε, υπάρχει η εμπειρία του ψυχικού πόνου και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Ενδεχομένως πράγματι αυτό που μπορεί να διαφέρει να είναι η διαχείριση της απώλειας, χωρίς ωστόσο αυτό να ισχύει για όλους. Δεν ξεχνάμε ότι το πένθος αποτελεί μία πολύ προσωπική διεργασία για τον καθένα μας. Το αναμενόμενο πένθος συμβαίνει συνήθως όταν κάποιος έχει μία χρόνια ασθένεια και ο θάνατος είναι αναμενόμενος τόσο για τον ασθενή όσο και για τα οικεία του πρόσωπα. Η αναμονή μίας απώλειας μπορεί να είναι εξίσου επίπονη με την ίδια την απώλεια. Ωστόσο, αυτή η περίπτωση επιτρέπει στην οικογένεια να προετοιμαστεί για την επικείμενη απώλεια. Υπάρχει ενδεχομένως ο απαραίτητος χρόνος να επιλυθούν διαφωνίες και να μοιραστούν αυτά που θέλουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα, χωρίς να υπάρχει αυτή η ενοχή του «δεν πρόλαβα να του πω αυτά που ήθελα». Στο πλαίσιο αυτό μπορούμε να προετοιμάσουμε και το παιδί για την ενδεχόμενη απώλεια. Τα παιδιά ούτως ή άλλως όταν συμβαίνει κάτι τόσο σημαντικό στην οικογένεια λαμβάνουν τα μηνύματα, καταλαβαίνουν ότι κάτι συμβαίνει. Επομένως δε χρειάζεται να διατηρείται ένα μυστικό μέσα στην οικογένεια, από τη στιγμή που θα αλλάξει κάτι. Το πιο πιθανό είναι και το παιδί μας να θέλει να μοιραστεί κάποια πράγματα με το άτομο ή να περάσει χρόνο μαζί του, ιδιαίτερα αν πρόκειται για ένα πολύ κοντινό και αγαπημένο πρόσωπο. Όσον αφορά στον αιφνίδιο θάνατο, πρόκειται για απώλειες που συμβαίνουν ξαφνικά και απροσδόκητα, συνήθως λόγω κάποιου δυστυχήματος, ιατρικού ζητήματος (π.χ., καρδιακή προσβολή), μίας βίαιης επίθεσης, ενός πολέμου ή μίας φυσικής καταστροφής. Τα συμβάντα αυτά προκαλούν συνήθως ένα σοκ και μία σύγχυση. Η απώλεια σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως δε βγάζει κανένα νόημα και όσοι πενθούν συχνά έχουν πολλά ερωτήματα, για τα οποία μπορεί και να μην υπάρχει απάντηση, ή να κουβαλούν έντονα συναισθήματα ενοχής και θυμού. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διεργασία του πένθους είναι πιθανό να διαρκεί μεγαλύτερο διάστημα και να χρειάζεται επιπλέον υποστήριξη από οικεία πρόσωπα.

Πώς μπορώ να διακρίνω ότι δίνω χρόνο στο βίωμα του πένθους και πότε ότι έχω κολλήσει και επαναφέρω συνεχώς το πένθος;2024-01-15T19:53:10+03:00

Όταν υπάρχει μία απώλεια ενός αγαπημένου ανθρώπου στη ζωή μου είναι αναμενόμενο ότι αυτό θα επανέρχεται, ιδιαίτερα σε γιορτές, σε επετείους ή σε μία δύσκολη συνθήκη. Ούτως ή άλλως δεν είναι γραμμικός ο τρόπος που επεξεργαζόμαστε μία απώλεια. Το ζήτημα είναι κυρίως στη λειτουργικότητα μας και στο βαθμό που μας επηρεάζει στην καθημερινότητα μας, όταν έχει περάσει το πρώτο διάστημα μετά την απώλεια. Εκεί ενδεχομένως να υπάρχει κάποιο  ανεπίλυτο ή περιπλεγμένο πένθος (το πένθος δηλαδή που παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν έχει επιλυθεί). Πρόκειται για μια κατάσταση που εμφανίζεται όταν ένα άτομο βιώνει έντονα και επίμονα συμπτώματα θλίψης που παρεμβαίνουν στην καθημερινή λειτουργία και τη συνολική ποιότητα ζωής του. Τα διαγνωστικά κριτήρια για το ανεπίλυτο πένθος σε ενήλικες χρειάζεται να έχουν διάρκεια τουλάχιστον έξι μήνες και περιλαμβάνουν:

  • Επίμονα συμπτώματα θλίψης μετά την απώλεια, όπως έντονη θλίψη
  • Συνεχής ενασχόληση με τον αποθανόντα
  • Δυσκολία αποδοχής του θανάτου
  • Αίσθημα κενού ή απώλειας του σκοπού
  • Διαταραχές ύπνου
  • Κοινωνική απόσυρση
  • Δυσκολία συμμετοχής σε καθημερινές δραστηριότητες

Αν νιώθουμε ότι μία απώλεια συνεχίζει να μας επηρεάζει έντονα στο κομμάτι της λειτουργικότητάς μας δε διστάζουμε αναζητήσουμε τη βοήθεια ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας.

Πώς αντιμετωπίζουμε την απώλεια στην εφηβική ηλικία, όπου τα παιδιά έχουν ήδη τις πρώτες υπαρξιακές ανησυχίες τους;2024-01-15T19:51:22+03:00

Τα μεγαλύτερα παιδιά και οι έφηβοι έχουν καλύτερη κατανόηση του θανάτου, αλλά μπορεί να παλεύουν ακόμα με συναισθήματα σοκ, δυσπιστίας ή θυμού. Μπορεί επίσης να δυσκολεύονται να εκφράσουν τα συναισθήματά τους ή να αισθάνονται πίεση να «είναι δυνατοί» για τους άλλους. Οι έφηβοι μπορεί επίσης να βιώσουν μια σειρά συναισθηματικών αντιδράσεων στο θάνατο και την απώλεια, συμπεριλαμβανομένης της λύπηςκαι της σύγχυσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι έφηβοι μπορεί επίσης να εμπλέκονται σε επικίνδυνες συμπεριφορές, όπως χρήση ναρκωτικών ή αλκοόλ, ως τρόπο αντιμετώπισης των συναισθημάτων τους ή ως μορφή αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς. Ο τρόπος με τον οποίο οι έφηβοι αντιμετωπίζουν τον θάνατο και την απώλεια μπορεί επίσης να επηρεαστεί από πολιτιστικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, σε ορισμένους πολιτισμούς, ο θάνατος θεωρείται ως φυσικό μέρος της ζωής και συζητείται ανοιχτά και θρηνείται, ενώ σε άλλους, ο θάνατος μπορεί να θεωρηθεί ως ταμπού και να μην συζητηθεί. Ομοίως, οι έφηβοι μπορεί να λάβουν διαφορετικά επίπεδα υποστήριξης από τις οικογένειες και τις κοινότητές τους για την αντιμετώπιση του θανάτου και της απώλειας, κάτι που μπορεί επίσης να επηρεάσει τις στρατηγικές αντιμετώπισης και τη συνολική ευημερία τους. Είναι σημαντικό για τους ενήλικες να παρέχουν πληροφορίες και υποστήριξη κατάλληλη για την ηλικία τους στα παιδιά, καθώς αυτά βιώνουν τα περίπλοκα συναισθήματα και τις προκλήσεις της θλίψης και της απώλειας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την παροχή ευκαιριών στα παιδιά να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, την ανταπόκριση στις ερωτήσεις τους ειλικρινά και ανοιχτά και την παροχή βοήθειας ώστε να βρουν τρόπους να θυμούνται και να τιμούν το άτομο που έχει πεθάνει.

Μετά από μια απώλεια το παιδί μπορεί να αναπτύξει φοβία μην πάθει κάτι το ίδιο ή οι γονείς του;2024-01-15T19:50:15+03:00

Μετά από μία απώλεια μπορεί να προκύψουν ερωτήματα στο παιδί ή ανησυχία για την απώλεια άλλων οικείων και πολύ κοντινών προσώπων. Είναι πολύ πιθανό το παιδί να μας ρωτήσει «Θα πεθάνεις και εσύ;». Σε αυτήν την περίπτωση, προσπαθούμε να ανακουφίσουμε τα παιδιά και να πούμε ότι αυτή τη στιγμή είμαστε κοντά τους για ό,τι χρειαστούν και δίπλα τους και ότι όσο περνάει από το χέρι μας δεν θα αφήσουμε τα παιδιά μόνα τους. Μπορούμε ακόμα να πούμε, κάποια στιγμή θα πεθάνω, όπως πεθαίνουν και όλοι οι άνθρωποι, αλλά έχουμε ακόμα πολλά να ζήσουμε μαζί, παρέα.

Ο φόβος του θανάτου ενός κοντινού προσώπου μπορεί να προκαλεί τα ίδια συναισθήματα – αντιδράσεις με αυτά που έρχονται μετά από την πραγματική απώλεια;2024-01-15T19:38:27+03:00

Ο φόβος θανάτου ή αλλιώς άγχος θανάτου είναι μία μορφή έντονου άγχους που χαρακτηρίζεται από το φόβο για το θάνατο του ίδιου του ατόμου ή της διαδικασίας του θανάτου. Σχετίζεται περισσότερο με συναισθήματα, αντιδράσεις και συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν το άγχος και τις φοβίες γενικότερα. Ο φόβος θανάτου ενός κοντινού προσώπου, ειδικά αν υπάρχουν σχετικοί παράγοντες που μπορεί να αυξάνουν τις πιθανότητες, είναι κάτι ανθρώπινο και φυσιολογικό. Τα πιο συχνά συμπτώματα είναι συναισθήματα αγωνίας, ανασφάλειας, άγχους, πανικού και σωματικοί πόνοι, όπως συχνοί πονοκέφαλοι, ταχυκαρδία, δύσπνοια, ναυτία. Μία απώλεια μπορεί να πυροδοτήσει συναισθήματα άγχους θανάτου είτε για εμάς τους ίδιους είτε για τα οικεία και κοντινά μας πρόσωπα, ένα άγχος αποχωρισμού. Στην πραγματική απώλεια, ωστόσο, η έμφαση δίνεται στα συναισθήματα θλίψης, θυμού, ενοχών και στον θρήνο.

Ποιες είναι οι φυσιολογικές αντιδράσεις των παιδιών στον θάνατο; Ποιο είναι το αναμενόμενο χρονικό διάστημα αυτών των συμπτωμάτων; Αν ακόμη και μετά από 2-3 χρόνια, τα συμπτώματα επιμένουν, τι θα μπορούσα να κάνω;2024-01-15T19:35:26+03:00

Οι  πιο συχνές και φυσιολογικές αντιδράσεις των παιδιών στο θάνατο μπορεί να είναι οι εξής: θλίψη, σύγχυση, θυμός, ενοχές, άγχος, επίμονη αναζήτηση του ατόμου που πέθανε και σκέψεις γύρω από το θάνατό του, αλλαγές στις συνήθειες του ύπνου και του φαγητού, αλλαγές στη συμπεριφορά (απομόνωση, επιθετικότητα, μείωση της απόδοσης στο σχολείο κλπ.), εκδήλωση συμπεριφορών προηγούμενων σταδίων ανάπτυξης (π.χ., ενούρηση) και σωματικά συμπτώματα όπως πονοκέφαλοι ή στομαχόπονοι. Επιτρέπουμε στο παιδί να θρηνεί με τον δικό του τρόπο και με τον δικό του ρυθμό και αποφεύγουμε την απόρριψη των συναισθημάτων του. Παράλληλα, παρέχουμε στο παιδί πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία πένθους, οι οποίες να είναι κατάλληλες για την ηλικία του π.χ., εξήγηση των σωματικών και συναισθηματικών αλλαγών που μπορεί να συμβούν μετά από μια απώλεια. Διαβεβαιώνουμε ότι τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις του παιδιού είναι φυσιολογικές και αναμενόμενες. Ο θρήνος στα παιδιά είναι μία μακροχρόνια διεργασία. Δεν έχει συγκεκριμένο τέλος χρονικά και μπορεί να επανέρχεται στα επόμενα εξελικτικά στάδια του παιδιού. Οι εξελικτικές αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή του παιδιού μπορεί να δημιουργούν το έδαφος ώστε το παιδί να επαναβιώσει το θρήνο του, δίνοντας όμως και ευκαιρίες να βρει ένα νέο νόημα για αυτήν την απώλεια. Σε περίπτωση παρατεταμένου θρήνου, (6 μήνες και πάνω) ή εάν το παιδί αντιμετωπίζει συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους, μπορεί να είναι απαραίτητη η υποστήριξη από επαγγελματία ψυχικής υγείας.

Σε ποια ηλικία είναι κατάλληλο για ένα παιδί να παραστεί σε κηδεία αγαπημένου προσώπου;2024-01-15T19:34:16+03:00

Η παρουσία των παιδιών σε μία κηδεία αποτελεί σημαντικό θέμα, για το οποίο οι απόψεις και οι συστάσεις μπορεί να διαφέρουν. Το κυριότερο είναι να λάβουμε υπόψη τις ατομικές ανάγκες και τις δυνατότητες της οικογένειας κάθε παιδιού πριν αποφασίσουμε σχετικά με την παρουσία του σε κηδείες. Επιπλέον, χρειάζεται να προσέξουμε τα εξής:

  • Ηλικία του παιδιού: Η ηλικία του παιδιού είναι ένας σημαντικός παράγοντας. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορεί να μην έχουν την ικανότητα να κατανοήσουν πλήρως την έννοια του θανάτου και της κηδείας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι προτιμότερο να λάβουμε υπόψη την ασφάλεια και την ευημερία τους, ώστε να νιώθουν προστατευμένα. Μπορεί τα μικρότερα παιδιά να συμμετάσχουν στην κηδεία για λίγο και στη συνέχεια να φύγουν με ένα πρόσωπο φροντίδας που εμπιστευόμαστε και να μην έρθουν στην ταφή.
  • Ετοιμότητα και επιθυμία του παιδιού: Είναι σημαντικό να ακούσουμε τις επιθυμίες του παιδιού και να του δώσουμε την ευκαιρία να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Κάποια παιδιά μπορεί να εκφράσουν την επιθυμία να παραστούν στην κηδεία ως έναν τρόπο αποχαιρετισμού και επεξεργασίας του πένθους.
  • Προετοιμασία και υποστήριξη: Αν αποφασίσουμε το παιδί να παρευρεθεί στην κηδεία, είναι σημαντικό να το προετοιμάσουμε και να του εξηγήσουμε τι πρόκειται να συμβεί, π.χ., «Θα δεις πολύ κόσμο λυπημένο και ντυμένο στα μαύρα, θα υπάρχει ένα μεγάλο ξύλινο κουτί που μοιάζει με κρεβάτι και λέγεται φέρετρο. Μέσα σε αυτό θα είναι ξαπλωμένος ο παππούς/η γιαγιά». Στο πλαίσιο αυτό επιτρέπουμε στα παιδιά να εκφράσουν τις απορίες τους για τις τελετές. Επιπλέον, ενημερώνουμε τα παιδιά ποιον θα έχουν δίπλα τους και τους λέμε ότι αν δεν αισθάνονται καλά μπορούν να ζητήσουν να φύγουν.
  • Ανάγκες του παιδιού μετά την κηδεία: Μετά την κηδεία, είναι σημαντικό να παρέχουμε στα παιδιά τον απαραίτητο χρόνο και την υποστήριξη που χρειάζονται για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και να επεξεργαστούν το πένθος.
Πώς ανακοινώνουμε στα παιδιά μια είδηση θανάτου; Είναι καλύτερο να χρησιμοποιούμε τις ακριβείς λέξεις, π.χ., θάνατος, πέθανε; Πώς διαχειριζόμαστε ερωτήσεις για την κηδεία και τον ενταφιασμό του νεκρού;2024-01-15T19:33:04+03:00

Ο τρόπος που ανακοινώνουμε έναν θάνατο στα παιδιά επηρεάζεται από το εξελικτικό στάδιο του παιδιού. Όταν θέλουμε να ανακοινώσουμε μία απώλεια στο παιδί μας, χρειάζεται να έχουμε στο μυαλό μας το κατά πόσο τα παιδιά μας έχουν αντιληφθεί την καθολικότητα, τη μη αναστρεψιμότητα και την παύση των ζωτικών λειτουργιών. Αυτό διαφέρει ανάλογα με την ηλικία. Κατά τη βρεφική και πρώιμη νηπιακή ηλικία (0-3 ετών) δεν αντιλαμβάνονται την οριστικότητα και την μονιμότητα του θανάτου. Την παρομοιάζουν στο μυαλό τους με κάποιο ταξίδι ή με ύπνο. Κατά την προσχολική ηλικία (3-6 ετών) τα παιδιά αρχίζουν να αντιλαμβάνονται εν μέρει την έννοια του θανάτου, ωστόσο τον κατανοούν περισσότερο σαν αποχωρισμό (πιστεύουν ότι το άτομο που πέθανε μπορεί να επιστρέψει). Κατά τη σχολική ηλικία (6-12 ετών) αντιλαμβάνονται πλέον το θάνατο ως καθολικό και μη αναστρέψιμο γεγονός. Όταν θέλουμε να ανακοινώσουμε μία απώλεια, ενημερώνουμε αρχικά το παιδί για το τι θα συμβεί από εδώ και στο εξής δηλαδή λέμε τι θα αλλάξει και τι όχι. Είμαστε ειλικρινείς και δεν αποκρύπτουμε το γεγονός. Η απόκρυψη μπορεί να επιτρέψει στα παιδιά να κάνουν τις δικές τους ερμηνείες, που μπορεί να είναι πιο τρομακτικές από την πραγματικότητα. Ενημερώνουμε άμεσα τα παιδιά μετά το γεγονός. Χρησιμοποιούμε απλές και συγκεκριμένες λέξεις τις οποίες μπορεί να κατανοήσει το παιδί, π.χ., για τα μικρότερα παιδιά μπορούμε να παρομοιάσουμε την απώλεια με αυτό που συμβαίνει όταν ένα λουλούδι μαραίνεται και πεθαίνει. Για τα μεγαλύτερα παιδιά, ενημερώνουμε άμεσα για τις πραγματικές συνθήκες θανάτου, χωρίς πολλές λεπτομέρειες. Φράσεις όπως έφυγε ή κοιμήθηκε μπορεί να επιφέρουν σύγχυση στο παιδί, ωστόσο αν εμείς ως γονείς θεωρούμε ότι μπορεί να λειτουργήσουν καλύτερα για το δικό μας παιδί ή και για εμάς προσωπικά, ώστε να διαχειριστούμε το βάρος που κουβαλάμε κι εμείς οι ίδιοι εκείνη τη στιγμή, μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε αρχικά και συμπληρωματικά στα παραπάνω. Τέλος, πολύ βοηθητικό θα μπορούσε να είναι να ενθαρρύνουμε τα παιδιά να διατηρήσουν  μια συνεχή σύνδεση με το αγαπημένο πρόσωπο που έχει πεθάνει – μέσω αναμνήσεων, τελετουργιών και άλλων συμβολικών ενεργειών. Έχει φανεί ότι, με αυτούς τους τρόπους τα άτομα μπορούν να βρουν κουράγιο και νόημα στη διατήρηση μιας σχέσης με το πρόσωπο που έχει φύγει από τη ζωή.

Ποια είναι τα στάδια του πένθους; Περνάμε από όλα τα στάδια με την σειρά;2024-01-15T19:31:20+03:00

Τα στάδια του πένθους αποτελούν συνήθεις αντιδράσεις στην απώλεια, εμφανίζονται όταν κάποιος πενθεί και περιγράφουν μια αλληλουχία μέσα από την οποία τα άτομα μπορούν να βρουν κουράγιο και νόημα ώστε να συνεχίσουν τη ζωή τους. Η θεωρία των σταδίων του πένθους αναπτύχθηκε από την Kuhbler Ross και προέκυψε από τη μελέτη ασθενών με καρκίνο. Είναι μια θεωρία που αναφέρεται συχνά και για τον χωρισμό. Τα στάδια του πένθους σύμφωνα με τη θεωρία αυτή είναι τα εξής: άρνηση (σοκ), θυμός, διαπραγμάτευση, θλίψη και αποδοχή. Παρότι αναφερόμαστε σε στάδια χρειάζεται να θυμόμαστε ότι το πένθος αποτελεί μία προσωπική εμπειρία και ο καθένας μας το βιώνει με τον δικό του τρόπο, χωρίς να υπάρχει σωστό και λάθος στο πώς θα θρηνήσουμε. Πρόκειται για μια συνεχή διεργασία από την οποία μπορεί να περάσουμε πολλές φορές και όχι με μια σειρά, ούτε απαραίτητα διαδοχικά ή γραμμικά. Ενδεχομένως κάποια στάδια να τα προσπεράσουμε ή να γίνει μία επανάληψη του κύκλου.

Αν είμαι ψυχικά ανθεκτικός/ή υπάρχει πιθανότητα να οδηγηθώ στο να ανέχομαι παθητικά τις δυσκολίες;2023-05-25T17:25:44+03:00

Aπ: Η ψυχική ανθεκτικότητα είναι μια έννοια που εξ ορισμού δεν αφορά στην παθητική αντιμετώπιση των καταστάσεων. Η παθητικότητα συχνά συνοδεύεται από απροθυμία και μας οδηγεί να δεχόμαστε τα εξωτερικά γεγονότα (π.χ., μία δυσκολία) χωρίς αντίδραση. Από την άλλη, η ψυχική ανθεκτικότητα είναι η ικανότητά μας να αντιμετωπίζουμε και να ανακάμπτουμε έπειτα από δυσκολίες. Με άλλα λόγια, χρησιμοποιούμε τις δεξιότητές μας και τις ικανότητες μας με ενεργητικό τρόπο, έτσι ώστε να διαχειριστούμε μία δύσκολη κατάσταση, θέτοντας στόχους, κάνοντας ένα πλάνο δράσεων και επόμενων βημάτων και αναζητώντας υποστήριξη.

Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι χάσαμε τη δουλειά μας λόγω μιας οικονομικής κρίσης. Ένας παθητικός τρόπος αντίδρασης θα ήταν να αφεθούμε στο αρνητικό συναίσθημα της αποτυχίας και να μείνουμε απαθείς, χωρίς να θέσουμε κάποιους στόχους για να αλλάξουμε την κατάσταση. Αντίθετα, ένας ανθεκτικός τρόπος αντιμετώπισης θα ήταν αρχικά να αποδεχθούμε ότι είναι μια δύσκολη κατάσταση στην κοινωνία που ζούμε και να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματα λύπης, θυμού, αδικίας που μπορεί να νιώθουμε. Θα ήταν καλό να σκεφτούμε ότι θα προσπαθήσουμε να αλλάξουμε/βελτιώσουμε  την επαγγελματική κατάστασή μας στο βαθμό που μπορούμε να ελέγξουμε. Επίσης, θα μπορούσαμε να θέσουμε ρεαλιστικούς στόχους  αναζητώντας νέες ευκαιρίες απασχόλησης, να αναπτύξουμε νέες δεξιότητες ή να εξερευνήσουμε εναλλακτικές σταδιοδρομίες.

Το παιδί μου νιώθει πολύ άσχημα με το σώμα του, με αποτέλεσμα να θεωρεί ότι είναι άσχημο. Πώς μπορώ εγώ, ως γονέας, να μιλήσω για την εικόνα σώματος και να το βοηθήσω να την μετατρέψει σε θετική;2023-05-25T17:29:55+03:00

Απ: Η ανησυχία για την εικόνα του σώματος είναι κοινή για πολλά παιδιά και εφήβους. Ως γονείς, μπορούμε να βοηθήσουμε το παιδί μας να αναπτύξει μια θετική εικόνα για το σώμα του μεριμνώντας για την υγεία και την ευεξία του.

Μια καλή προσέγγιση είναι να μιλήσουμε με το παιδί σας για το πώς αισθάνεται σχετικά με το σώμα του και να του δείξουμε ότι μας ενδιαφέρει πραγματικά αυτό που λέει. Ακούμε το παιδί μας με προσοχή και δείχνουμε ότι το καταλαβαίνουμε και είμαστε εκεί για να το βοηθήσουμε. Αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά του και ενθαρρύνουμε το παιδί μας να αναγνωρίζει και να εκτιμά τις δυνατότητες του. Επιβραβεύουμε τις επιτυχίες του και εκφράζουμε ότι το αγαπάμε και το εκτιμάμε όπως είναι.

Είναι σημαντικό επίσης να μην δίνουμε στο παιδί μας λανθασμένα μηνύματα, όπως για παράδειγμα να σχολιάζουμε συχνά το δικό μας βάρος, είτε αρνητικά είτε θετικά, ή να μιλάμε συχνά για δίαιτες ή να αναφέρουμε συγκεκριμένα διάσημα πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν το «ιδανικό» σώμα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση, ανησυχία και πίεση στο παιδί μας, καθώς μπορεί να αναπτύξει αρνητικά στερεότυπα σχετικά με την εικόνα του σώματος και τον εαυτό του. Σε περίπτωση που ασχολείται και είναι ενεργό στα social media, μπορούμε να του προτείνουμε να ακολουθεί λογαριασμούς που προωθούν τη θετική εικόνα σώματος, την συμπερίληψη και την ορατότητα της διαφορετικότητας π.χ., Cool Crips. Επίσης, είναι σημαντικό να φροντίζουμε από νωρίς να μην κάνουμε σχόλια στο παιδί που αφορούν στην εξωτερική του εμφάνιση, ακόμη και αν θεωρούμε ότι είναι πείραγμα ή αστείο, καθώς επίσης και να μην σχολιάζουμε άλλους ανθρώπους σχετικά με τα εξωτερικά τους χαρακτηριστικά.

Αν το παιδί μας συνεχίζει να αισθάνεται ανασφάλεια σχετικά με την εικόνα του σώματος του, μπορεί να χρειαστεί να ζητήσουμε βοήθεια από έναν ειδικό, όπως έναν ψυχολόγο.

Είναι σωστό να ελέγχουμε την ενασχόληση των παιδιών με το διαδίκτυο (social media, πλατφόρμες παιχνιδιού και επικοινωνίας κλπ.);2023-05-25T17:30:04+03:00

Απ: Η απάντηση σε αυτήν την ερώτηση εξαρτάται από το πώς ορίζουμε  τον “έλεγχο”. Είναι σημαντικό να έχετε συνειδητοποιήσει ότι ο έλεγχος της διαδικτυακής παρουσίας, των διαδικτυακών παιχνιδιών και των social media των παιδιών δεν είναι ίδιο με την επιτήρηση ή την παρακολούθηση τους, και δεν ταυτίζεται με παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή τους. Είναι σημαντικό να διατηρείτε ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας με τα παιδιά σας και να προωθείτε μια υγιή και ασφαλή χρήση των social media.

Μπορείτε και πρέπει να συζητήσετε με τα παιδιά σας, από νωρίς, για τη χρήση των social media και να τα ενημερώσετε για τους κινδύνους που υπάρχουν στο διαδίκτυο, όπως η διαδικτυακή παρενόχληση και η διασπορά ανεπιθύμητων πληροφοριών. Είναι, επίσης, απαραίτητο να ενθαρρύνετε τη χρήση των ρυθμίσεων απορρήτου και ασφαλείας για να βοηθήσετε στη διασφάλιση ότι οι πληροφορίες τους παραμένουν ιδιωτικές.

Τι μπορώ να κάνω αν υποψιάζομαι ότι το παιδί μου δέχεται διαδικτυακό εκφοβισμό;2023-05-25T17:30:27+03:00

Απ: Αν υποψιάζεστε ότι το παιδί σας δέχεται διαδικτυακό εκφοβισμό, υπάρχουν μερικά βήματα που μπορείτε να ακολουθήσετε για να το βοηθήσετε:

  • Μιλήστε με το παιδί σας: Προσπαθήστε να ανοίξετε μια συζήτηση με το παιδί σας για το πώς περνάει το χρόνο του στο διαδίκτυο και ποιες εφαρμογές του αρέσουν. Για να μην γίνει με ανακριτική διάθεση, μπορείτε να το ρωτήσετε ποιες εφαρμογές θα σας πρότεινε για ψυχαγωγία, τι γνώμη έχει για τα διάφορα social media. Επίσης, μπορείτε να του αναφέρετε ένα δικό σας παράδειγμα ότι λάβατε ένα κακό σχόλιο σε μια δημοσίευσή σας και αν έχει συμβεί και στο ίδιο.
  • Στηρίξτε το παιδί σας: Εκφράστε τη στήριξή σας στο παιδί σας και διαβεβαιώστε ότι δεν είναι μόνο του και θα είστε δίπλα του ό,τι και να χρειαστεί.
  • Παρατηρήστε τη συμπεριφορά του παιδιού σας στο διαδίκτυο: Αναζητήστε πιθανά σημάδια διαδικτυακού εκφοβισμού, όπως η αποσύνδεση ή η απομόνωση του παιδιού σας από τους φίλους του ή από εσάς, έντονα ξεσπάσματα – ευερεθιστότητα.
  • Ενημερώστε το εκπαιδευτικό προσωπικό ή τον/την σχολική ψυχολόγο: Ενημερώστε τους/τις εκπαιδευτικούς του παιδιού σχετικά με την ανησυχία σας και ρωτήστε αν έχουν παρατηρήσει κάτι ή πώς μπορείτε να συνεργαστείτε για να το αντιμετωπίσετε.
  • Χρησιμοποιήστε τις δυνατότητες των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης: Πολλές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης προσφέρουν εργαλεία για την αναφορά του εκφοβισμού, όπως την αναφορά αναίτιων σχολίων ή των συνομιλιών που είναι απειλητικές.
  • Ζητήστε τη βοήθεια ενός ειδικού ψυχικής υγείας: Σε περιπτώσεις που ο εκφοβισμός συνεχίζεται, ή έχει επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχολογική κατάσταση του παιδιού σας, μπορείτε να ζητήσετε τη βοήθεια ενός ειδικού, όπως ενός ψυχολόγου ή ενός ειδικού σε θέματα διαδικτυακής ασφάλειας π.χ. saferinternet4kids.gr ή Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος

Είναι σημαντικό να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα του διαδικτυακού εκφοβισμού όσο το δυνατόν συντομότερα, καθώς αυτό μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχολογική και σωματική υγεία του παιδιού σας.

Ποιος είναι ο ρόλος μας ως γονείς και ποιος ο ρόλος του σχολείου στην ανάπτυξη υγιούς αυτοεκτίμησης;2023-05-25T17:30:18+03:00

Απ: Ως γονείς, έχουμε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη υγιούς αυτοεκτίμησης των παιδιών μας. Πρέπει να τους δείχνουμε αγάπη και να αναγνωρίζουμε τις ικανότητες και τις δυνατότητές τους, καθώς και να τους ενθαρρύνουμε και να τους υποστηρίζουμε στις δραστηριότητες που τους αρέσουν και στις οποίες τα πηγαίνουν καλά. Επίσης, είναι σημαντικό να μιλάμε ανοιχτά με τα παιδιά μας και να τους ενθαρρύνουμε να μοιραστούν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους μαζί μας.

Το σχολείο, επίσης, έχει σημαντικό ρόλο, καθώς οι εκπαιδευτικοί μπορούν να ενθαρρύνουν τα παιδιά να συμμετέχουν σε δραστηριότητες που ενισχύουν την αυτοεκτίμηση, να διδάσκουν δεξιότητες όπως η αυτοαναγνώριση και η αυτοαξιολόγηση, και να παρέχουν στους μαθητές τους ένα αίσθημα ασφάλειας και αναγνώρισης.

Θες να μάθεις κάτι περισσότερο; Μπορείς να μας στείλεις εδώ την ερώτησή σου. (Οι ερωτήσεις θα δημοσιεύονται ανώνυμα)

Go to Top